ΣτΕ 1260/2015 Η δέσμευση τραπεζικών λογαριασμών παραβιάζει συνταγματικές διατάξεις

ΣτΕ 1260/2015 Η δέσμευση τραπεζικών λογαριασμών παραβιάζει συνταγματικές διατάξεις

Περίληψη

Επειδή, η κατ’ εφαρμογήν των διατάξεων του άρθρου 30 παρ.5 περ.ε του ν. 3296/2004 δέσμευση των τραπεζικών λογαριασμών και λοιπών περιουσιακών στοιχείων που διατάσσεται με πράξη των αρμοδίων οργάνων του Σ.Δ.Ο.Ε. αποτελεί διοικητικό μέτρο, το οποίο αποσκοπεί στην διατήρηση των περιουσιακών στοιχείων του ελεγχομένου προσώπου, ώστε να είναι δυνατή η ικανοποίηση των αξιώσεων του Δημοσίου κατ’αυτού, σε περίπτωση διαπιστώσεως, βάσει του πορίσματος σχετικής έρευνας, της εκ μέρους του τελέσεως της πιθανολογηθείσης παραβάσεως, καθώς και στη διασφάλιση των αναγκαίων στοιχείων για την έρευνα (βλ. ΣτΕ 3316/2014 Ολομ., ΣτΕ 2797/2009). Ως διοικητικό μέτρο δε που κατατείνει στην εξυπηρέτηση των ανωτέρω σκοπών, η κατ’άρθρο 30 παρ. 5 περ. ε του ν. 3296/2004 δέσμευση των περιουσιακών στοιχείων του ελεγχομένου προσώπου διακρίνεται από την απαγόρευση κίνησης λογαριασμών και εκποίησης περιουσιακών στοιχείων που διατάσσεται κατά τις διατάξεις του άρθρου 48 του ν.3691/2008, από όργανο της Ποινικής Δικαιοσύνης, στο πλαίσιο διεξαγωγής τακτικής ανάκρισης, προανάκρισης ή και προκαταρκτικής εξέτασης και το οποίο εντάσσεται στα διωκτικά μέτρα της ποινικής νομοθεσίας (βλ. ΣτΕ 4427-ΣτΕ 8/2014). Συνεπώς, εν όψει της διαφορετικής φύσεως των διατάξεων που προβλέπουν τη λήψη των ανωτέρω μέτρων (άρθρο 30 παρ. 5 του ν. 3296/2004, άρθρο 48 του ν. 3691/2008) και των διαφορετικών σκοπών που υπηρετούνται με τις διατάξεις αυτές, σε περίπτωση κατά την οποία τα εν λόγω μέτρα λαμβάνονται παραλλήλως από τα αρμόδια όργανα, συνισχύουν, ως αυτοτελείς και διακεκριμένες αιτίες δεσμεύσεως των οικείων περιουσιακών στοιχείων. Εν όψει των ανωτέρω, το έννομο συμφέρον της αιτούσης να ζητήσει την ακύρωση της εγκριθείσης με την προσβαλλόμενη πράξη δεσμεύσεως των περιουσιακών της στοιχείων, καθώς και η ισχύς της ως άνω επιβληθείσης δεσμεύσεως διατηρείται παρά το γεγονός ότι -ήδη προ της ασκήσεως της υπό κρίση αιτήσεως- είχε διαταχθεί, κατά τα εκτεθέντα στην προηγούμενη σκέψη, η δέσμευση της κίνησης των τραπεζικών της λογαριασμών και η απαγόρευση εκποίησης περιουσιακών της στοιχείων, με το υπ’ αριθμ. 1181/2012 βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Θεσσαλονίκης. Σε κάθε περίπτωση, άλλωστε, η δέσμευση που διατάχθηκε με την προσβαλλόμενη πράξη εκτείνεται στο σύνολο της κινητής και ακίνητης περιουσίας της αιτούσης, ενώ η επιβληθείσα με το προαναφερθέν βούλευμα απαγόρευση εκποίησης αφορά μόνον τα συγκεκριμένα μνημονευόμενα περιουσιακά στοιχεία.

 

Επειδή, όπως κρίθηκε με την ΣτΕ 3316/2014 απόφαση της Ολομελείας του Δικαστηρίου, το κατά τη διάταξη του άρθρου 30 παρ. 5 περ. ε του ν.3296/2004 μέτρο της δέσμευσης των τραπεζικών λογαριασμών και οποιουδήποτε είδους περιουσιακών στοιχείων, συνεπαγόμενο σοβαρή επέμβαση σε συνταγματικώς προστατευόμενα αγαθά του ελεγχόμενου προσώπου και ειδικότερα στα περιουσιακά δικαιώματα και την οικονομική και επαγγελματική ελευθερία του, αντίκειται στις διατάξεις των άρθρων 5 παρ. 1, 17 παρ. 1 και 25 παρ. 1 του Συντάγματος και του άρθρου 1 Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α. που κυρώθηκε με το ν.δ. 53/1974 (Α΄ 256). Και τούτο, διότι, αν και με το μέτρο αυτό εξυπηρετείται σκοπός δημοσίου συμφέροντος (δηλαδή η διατήρηση των περιουσιακών στοιχείων του ελεγχόμενου προσώπου για να είναι δυνατή η ικανοποίηση των αξιώσεων του Δημοσίου κατ’ αυτού σε περίπτωση διαπιστώσεως, βάσει του πορίσματος σχετικής έρευνας, της εκ μέρους του τελέσεως της πιθανολογηθείσας παραβάσεως, καθώς και η διασφάλιση των αναγκαίων στοιχείων για την έρευνα), εν τούτοις δεν διαγράφονται στον νόμο κατά τρόπο σαφή και αντικειμενικό οι προϋποθέσεις της δεσμεύσεως των περιουσιακών στοιχείων, αλλ’αντιθέτως, με τη χρήση αόριστων εννοιών, καταλείπεται ευρύτατο περιθώριο διακριτικής ευχέρειας στη Διοίκηση.

Επιπλέον δε, παραβιάζεται η αρχή της αναλογικότητας, διότι δεν τίθεται από τον νόμο περιορισμός ως προς την έκταση των περιουσιακών στοιχείων, που επιτρέπεται να τίθενται υπό δέσμευση από τη Διοίκηση, ούτε, κυρίως, ως προς τη χρονική διάρκεια της δεσμεύσεως, ενώ δεν ρυθμίζεται ειδικότερα η διαδικασία της επιβολής και της άρσης της δεσμεύσεως των περιουσιακών στοιχείων, με πρόβλεψη διαδικαστικών εγγυήσεων ανάλογων προς τη σοβαρότητα του λαμβανόμενου μέτρου.

 

 

 

 

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ

 

ΤΜΗΜΑ Δ΄

 

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 13 Ιανουαρίου 2015, με την εξής σύνθεση: Ε. Σαρπ, Αντιπρόεδρος, Προεδρεύουσα, σε αναπλήρωση του Προέδρου του Τμήματος, που είχε κώλυμα, Αικ. Χριστοφορίδου, Σπ. Χρυσικοπούλου, Σύμβουλοι, Ι. Μιχαλακόπουλος, Ο. Νικολαράκου, Πάρεδροι. Γραμματέας ο Ν. Αθανασίου.

 

Για να δικάσει την από 8 Νοεμβρίου 2012 αίτηση:

 

της ........... , κατοίκου Πανοράματος Θεσσαλονίκης (.........), η οποία παρέστη με τον δικηγόρο Ευάγγελο Κώστα (Α.Μ. 3910 Δ.Σ. Θεσσαλονίκης), που τον διόρισε με πληρεξούσιο,

 

κατά του Υπουργού Οικονομικών, ο οποίος παρέστη με τη Γεωργία Μπουρδάκου, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.

 

Με την αίτηση αυτή η αιτούσα επιδιώκει να ακυρωθεί η υπ’αριθμ. ΕΜΠ 1012/9.8.2012 πράξη του Προϊσταμένου της Περιφερειακής Διευθύνσεως Κεντρικής Μακεδονίας του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος (Σ.Δ.Ο.Ε.).

 

Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως της εισηγήτριας, Παρέδρου Ο. Νικολαράκου.

 

Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον πληρεξούσιο της αιτούσης, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους ακυρώσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση και την αντιπρόσωπο του Υπουργού, η οποία ζήτησε την απόρριψή της.

 

Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου

 

κ α ι

 

Α φ ο ύ μ ε λ έ τ η σ ε τ α σ χ ε τ ι κ ά έ γ γ ρ α φ α

 

Σ κ έ φ θ η κ ε κ α τ ά τ ο ν Ν ό μ ο

 

1. Επειδή, για την άσκηση της υπό κρίση αιτήσεως έχει καταβληθεί το νόμιμο παράβολο (916562, 3414136/2012 ειδικά έντυπα παραβόλου).

 

2. Επειδή, με την αίτηση αυτή ζητείται η ακύρωση της υπ’αριθμ. ΕΜΠ 1012/9.8.2012 πράξεως του Προϊσταμένου της Περιφερειακής Διευθύνσεως Κεντρικής Μακεδονίας του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος (Σ.Δ.Ο.Ε.), με την οποία αποφασίσθηκε η δέσμευση του συνόλου της κινητής και ακίνητης περιουσίας της αιτούσης, κατ’εφαρμογήν του άρθρου 30 παρ. 5 περ. ε του ν. 3296/2004.

 

3. Επειδή, στο άρθρο 30 παρ.5 περ. ε του ν. 3296/2004 (A΄ 253), προβλέπεται ότι το Σ.Δ.Ο.Ε. [όπως μετονομάσθηκε με το άρθρο 88 παρ.1 του ν. 3842/2010 (Α΄ 58) η συσταθείσα με την παρ. 1 του άρθρου 30 του ν. 3296/2004 «Υπηρεσία Ειδικών Ελέγχων»], κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων που του έχουν ανατεθεί, προβαίνει, μεταξύ άλλων, σε «Δεσμεύσεις, σε ειδικές περιπτώσεις διασφάλισης των συμφερόντων του Δημοσίου ή περιπτώσεις οικονομικού εγκλήματος και μεγάλης έκτασης φοροδιαφυγής και λαθρεμπορίου, τραπεζικών λογαριασμών και περιουσιακών στοιχείων, με έγγραφο του προϊσταμένου της αρμόδιας Περιφερειακής Διεύθυνσης της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων, ενημερώνοντας για την ενέργεια αυτή, εντός είκοσι τεσσάρων (24) ωρών, τον αρμόδιο εισαγγελέα».

 

4. Επειδή, εν προκειμένω, από τα στοιχεία του φακέλου της υποθέσεως, προκύπτουν τα εξής: Κατόπιν των υπ’αριθμ. ΑΒΜ Α07/11620/ 21.5.2009 και ΑΒΜ Α07/11620/9.7.2010 εισαγγελικών παραγγελιών και της υπ’αριθμ. 584/2001 εντολής του Προϊσταμένου της Περιφερειακής Διεύθυνσης Κεντρικής Μακεδονίας του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος για την διερεύνηση υποθέσεως εκτεταμένης φοροδιαφυγής και νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, διενεργήθηκε από τα αρμόδια όργανα του Σ.Δ.Ο.Ε. Κεντρικής Μακεδονίας έλεγχος στις οικονομικές δραστηριότητες και τις συναλλαγές της εταιρείας «............», στελεχών αυτής και λοιπών εμπλεκομένων προσώπων. Σύμφωνα με τις διαπιστώσεις του ελέγχου, ο ........ , μέτοχος και νόμιμος εκπρόσωπος της προαναφερθείσης εταιρείας, προέβη, μέσω της εταιρείας αυτής, σε νομιμοποίηση παρανόμων εσόδων από την συστηματική λήψη, κατά τις χρήσεις 2001- 2010, εικονικών φορολογικών στοιχείων, επιτυγχάνοντας την μείωση του προς απόδοση Φ.Π.Α. και του προς καταβολή φόρου εισοδήματος, ενώ, παραλλήλως, προέβη και στην έκδοση εικονικών φορολογικών στοιχείων. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των οργάνων του Σ.Δ.Ο.Ε., η συνολική ζημία του Δημοσίου από τις ανωτέρω αποδιδόμενες στην εταιρεία «................» και τον ............... παράνομες δραστηριότητες ανέρχεται στο ποσό των 61.700.000 ευρώ. Εξ άλλου, από τον έλεγχο προέκυψαν υπόνοιες για την ανάμειξη στην εν λόγω υπόθεση και της αιτούσης, συζύγου του προμνησθέντος ............... . Ειδικότερα, στο σχετικό πόρισμα των αρμοδίων υπαλλήλων της Περιφερειακής Διεύθυνσης Κεντρικής Μακεδονίας του Σ.Δ.Ο.Ε. αναφέρονται, ως προς την ανάμειξη της αιτούσης, τα εξής: «… Ο ................... διοχετεύει τα παράνομα νομιμοποιηθέντα έσοδά του (από την λήψη των εικονικών στοιχείων που πραγματοποιεί η .............. ......τουλάχιστον κατά 1.400.000,00 ευρώ, υπέρ της δικής του ιδιοκτησίας....... Εταιρίας ........... … Η (ως άνω) επιχείρηση … διοχετεύει έσοδα 1.400.000,00 ευρώ, που αδικαιολόγητα και παρανόμως έχει ιδιοποιηθεί (μέσω του λογαριασμού της ............... …) υπέρ της συζύγου του ............. κας .......... … για την απόκτηση από αυτήν κληροτεμαχίου ίσης αξίας. Η σύζυγος του .... κα ........... διοχετεύει με την σειρά της το ανωτέρω ποσό ύψους 1.400.000,00 ευρώ υπέρ του αδερφού της ................ , για την απόκτηση από αυτόν ακινήτου (βιομηχανοστάσιο και γραφεία) ίσης αξίας. Σημειώνουμε ότι πρώτα αγοράζει την χρήση 2007 το ακίνητο του αδελφού της αντί 1.400.000,00 (την ίδια χρονιά που από τον ίδιο δανείζεται 250.000,00 ευρώ) το οποίο συμφωνεί να αποπληρώσει στις χρήσεις 2008 και το 2009 και μετά πουλάει το 2008 άλλο ακίνητο - κληροτεμάχιο στον σύζυγό της/ΑΚΙΝΗΤΑ ΔΩΡΙΚΟΣ ΡΥΘΜΟΣ ΛΤΔ αντί 1.600.000,00 ευρώ». Εν όψει των ανωτέρω διαπιστώσεων, με την ήδη προσβαλλόμενη πράξη αποφασίσθηκε η δέσμευση του συνόλου της κινητής και ακίνητης περιουσίας της αιτούσης, καθώς επίσης και η άρση του απορρήτου και το άνοιγμα των τραπεζικών λογαριασμών της, από 1.1.2006, κατ’ επίκληση των προπαρατεθεισών διατάξεων του άρθρου 30 παρ. 5 εδ. ε΄ του ν. 3296/2004. Εξ άλλου, μετά την έκδοση της προσβαλλομένης πράξεως και στο πλαίσιο της διενεργουμένης προκαταρτικής εξέτασης για την σχετική υπόθεση, το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Θεσσαλονίκης προέβη, με το υπ’αριθμ. 1181/12.10.2012 βούλευμά του, στη λήψη των μέτρων που προβλέπονται στο άρθρο 48 του ν. 3691/2008 «Πρόληψη και καταστολή της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας» (Α΄ 166).

 

Συγκεκριμένα, με το ανωτέρω βούλευμα διατάχθηκε η δέσμευση της κίνησης όλων των τραπεζικών λογαριασμών, τίτλων ή χρηματοπιστωτικών προϊόντων που τηρούνται από την αιτούσα ατομικά ή από κοινού με άλλον (με την μερική εξαίρεση ενός λογαριασμού της αιτούσης), καθώς επίσης και η απαγόρευση εκποίησης των εξής ακινήτων περιουσιακών στοιχείων: α) ενός ακινήτου (σύνθετου βιοτεχνικού κτιρίου) κειμένου στην περιοχή ................... του Δήμου .... Θεσσαλονίκης και β) του ιδανικού μεριδίου 50% εξ αδιαιρέτου ακινήτου κειμένου στη ............ Θεσσαλονίκης. Αίτηση δε της αιτούσης για την ανάκληση του ως άνω βουλεύματος του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Θεσσαλονίκης απερρίφθη με το υπ’αριθμ. 326/2013 βούλευμα του αυτού Συμβουλίου.

 

5. Επειδή, η κατ’ εφαρμογήν των διατάξεων του άρθρου 30 παρ.5 περ.ε του ν. 3296/2004 δέσμευση των τραπεζικών λογαριασμών και λοιπών περιουσιακών στοιχείων που διατάσσεται με πράξη των αρμοδίων οργάνων του Σ.Δ.Ο.Ε. αποτελεί διοικητικό μέτρο, το οποίο αποσκοπεί στην διατήρηση των περιουσιακών στοιχείων του ελεγχομένου προσώπου, ώστε να είναι δυνατή η ικανοποίηση των αξιώσεων του Δημοσίου κατ’αυτού, σε περίπτωση διαπιστώσεως, βάσει του πορίσματος σχετικής έρευνας, της εκ μέρους του τελέσεως της πιθανολογηθείσης παραβάσεως, καθώς και στη διασφάλιση των αναγκαίων στοιχείων για την έρευνα (βλ. ΣτΕ 3316/2014 Ολομ., ΣτΕ 2797/2009). Ως διοικητικό μέτρο δε που κατατείνει στην εξυπηρέτηση των ανωτέρω σκοπών, η κατ’άρθρο 30 παρ. 5 περ. ε του ν. 3296/2004 δέσμευση των περιουσιακών στοιχείων του ελεγχομένου προσώπου διακρίνεται από την απαγόρευση κίνησης λογαριασμών και εκποίησης περιουσιακών στοιχείων που διατάσσεται κατά τις διατάξεις του άρθρου 48 του ν.3691/2008, από όργανο της Ποινικής Δικαιοσύνης, στο πλαίσιο διεξαγωγής τακτικής ανάκρισης, προανάκρισης ή και προκαταρκτικής εξέτασης και το οποίο εντάσσεται στα διωκτικά μέτρα της ποινικής νομοθεσίας (βλ. ΣτΕ 4427/2014 -ΣτΕ 8/2014). Συνεπώς, εν όψει της διαφορετικής φύσεως των διατάξεων που προβλέπουν τη λήψη των ανωτέρω μέτρων (άρθρο 30 παρ. 5 του ν. 3296/2004, άρθρο 48 του ν. 3691/2008) και των διαφορετικών σκοπών που υπηρετούνται με τις διατάξεις αυτές, σε περίπτωση κατά την οποία τα εν λόγω μέτρα λαμβάνονται παραλλήλως από τα αρμόδια όργανα, συνισχύουν, ως αυτοτελείς και διακεκριμένες αιτίες δεσμεύσεως των οικείων περιουσιακών στοιχείων. Εν όψει των ανωτέρω, το έννομο συμφέρον της αιτούσης να ζητήσει την ακύρωση της εγκριθείσης με την προσβαλλόμενη πράξη δεσμεύσεως των περιουσιακών της στοιχείων, καθώς και η ισχύς της ως άνω επιβληθείσης δεσμεύσεως διατηρείται παρά το γεγονός ότι -ήδη προ της ασκήσεως της υπό κρίση αιτήσεως- είχε διαταχθεί, κατά τα εκτεθέντα στην προηγούμενη σκέψη, η δέσμευση της κίνησης των τραπεζικών της λογαριασμών και η απαγόρευση εκποίησης περιουσιακών της στοιχείων, με το υπ’ αριθμ. 1181/2012 βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Θεσσαλονίκης. Σε κάθε περίπτωση, άλλωστε, η δέσμευση που διατάχθηκε με την προσβαλλόμενη πράξη εκτείνεται στο σύνολο της κινητής και ακίνητης περιουσίας της αιτούσης, ενώ η επιβληθείσα με το προαναφερθέν βούλευμα απαγόρευση εκποίησης αφορά μόνον τα συγκεκριμένα μνημονευόμενα περιουσιακά στοιχεία.

 

6. Επειδή, όπως κρίθηκε με την ΣτΕ 3316/2014 απόφαση της Ολομελείας του Δικαστηρίου, το κατά τη διάταξη του άρθρου 30 παρ. 5 περ. ε του ν.3296/2004 μέτρο της δέσμευσης των τραπεζικών λογαριασμών και οποιουδήποτε είδους περιουσιακών στοιχείων, συνεπαγόμενο σοβαρή επέμβαση σε συνταγματικώς προστατευόμενα αγαθά του ελεγχόμενου προσώπου και ειδικότερα στα περιουσιακά δικαιώματα και την οικονομική και επαγγελματική ελευθερία του, αντίκειται στις διατάξεις των άρθρων 5 παρ. 1, 17 παρ. 1 και 25 παρ. 1 του Συντάγματος και του άρθρου 1 Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α. που κυρώθηκε με το ν.δ. 53/1974 (Α΄ 256). Και τούτο, διότι, αν και με το μέτρο αυτό εξυπηρετείται σκοπός δημοσίου συμφέροντος (δηλαδή η διατήρηση των περιουσιακών στοιχείων του ελεγχόμενου προσώπου για να είναι δυνατή η ικανοποίηση των αξιώσεων του Δημοσίου κατ’ αυτού σε περίπτωση διαπιστώσεως, βάσει του πορίσματος σχετικής έρευνας, της εκ μέρους του τελέσεως της πιθανολογηθείσας παραβάσεως, καθώς και η διασφάλιση των αναγκαίων στοιχείων για την έρευνα), εν τούτοις δεν διαγράφονται στον νόμο κατά τρόπο σαφή και αντικειμενικό οι προϋποθέσεις της δεσμεύσεως των περιουσιακών στοιχείων, αλλ’αντιθέτως, με τη χρήση αόριστων εννοιών, καταλείπεται ευρύτατο περιθώριο διακριτικής ευχέρειας στη Διοίκηση. Επιπλέον δε, παραβιάζεται η αρχή της αναλογικότητας, διότι δεν τίθεται από τον νόμο περιορισμός ως προς την έκταση των περιουσιακών στοιχείων, που επιτρέπεται να τίθενται υπό δέσμευση από τη Διοίκηση, ούτε, κυρίως, ως προς τη χρονική διάρκεια της δεσμεύσεως, ενώ δεν ρυθμίζεται ειδικότερα η διαδικασία της επιβολής και της άρσης της δεσμεύσεως των περιουσιακών στοιχείων, με πρόβλεψη διαδικαστικών εγγυήσεων ανάλογων προς τη σοβαρότητα του λαμβανόμενου μέτρου.

 

7. Επειδή, σύμφωνα με τα ανωτέρω εκτεθέντα, η προσβαλλόμενη πράξη στερείται νομίμου ερείσματος, διότι η λήψη των ενδίκων μέτρων ερείδεται επί της διατάξεως του άρθρου 30 παρ.5 περ. ε του ν.3296/2004, η οποία είναι ανεφάρμοστη, διότι αντίκειται στα άρθρα 5 παρ.1, 17 παρ.1 και 25 παρ. 1 του Συντάγματος και 1 του Πρώτου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α. Συνεπώς, για τον λόγο αυτό, ο οποίος προβάλλεται με το από 13.1.2015 υπόμνημα της αιτούσης αλλά εξετάζεται και αυτεπαγγέλτως, ως αναγόμενος στη συνταγματικότητα του εφαρμοσθέντος κανόνος δικαίου, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να γίνει δεκτή και να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη υπ’ αριθμ. ΕΜΠ 1012/9.8.2012 απόφαση του Προϊσταμένου της Περιφερειακής Διευθύνσεως Κεντρικής Μακεδονίας του Σ.Δ.Ο.Ε. Η ακύρωση της ανωτέρω διοικητικής πράξεως, πάντως, δεν αίρει την επιβληθείσα με το υπ’αριθμ. 1181/2012 βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Θεσσαλονίκης δέσμευση των περιουσιακών στοιχείων της αιτούσης.

 

Δ ι ά τ α ύ τ α

 

Δέχεται την υπό κρίση αίτηση.

 

Ακυρώνει την υπ’αριθμ. ΕΜΠ 1012/9.8.2012 απόφαση του Προϊσταμένου της Περιφερειακής Διευθύνσεως Κεντρικής Μακεδονίας του Σ.Δ.Ο.Ε.

 

Διατάσσει την απόδοση του παραβόλου.

 

Επιβάλλει στο Δημόσιο την δικαστική δαπάνη της αιτούσης, η οποία ανέρχεται στο ποσό των εννιακοσίων είκοσι (920) ευρώ.

 

Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 14 Ιανουαρίου 2015

 

Η Προεδρεύουσα Αντιπρόεδρος Ο Γραμματέας

 

Ε. Σαρπ Ν. Αθανασίου

 

και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 7ης Απριλίου 2015.

 

Η Προεδρεύουσα Αντιπρόεδρος Η Γραμματέας

 

Ε. Σαρπ Ι. Παπαχαραλάμπους

Πηγή: Taxheaven