Άρθρα Σύνταξη οικονομικών καταστάσεων βάσει των Ε.Λ.Π. όπως αυτά προβλέπονται από τον Ν.4308/2014 ή βάσει των Διεθνών Προτύπων Χρηματοοικονομικής Αναφοράς; (ΣΟΛ Α.Ε.)

Άρθρα Σύνταξη οικονομικών καταστάσεων βάσει των Ε.Λ.Π. όπως αυτά προβλέπονται από τον Ν.4308/2014 ή βάσει των Διεθνών Προτύπων Χρηματοοικονομικής Αναφοράς; (ΣΟΛ Α.Ε.)

Του Διονύση Παπαγεωργακόπουλου
Ορκωτού Ελεγκτή Λογιστή
Μέλους της ΣΟΛ Α.Ε.


[Αναδημοσίευση από το «Ενημερωτικό Δελτίο» (Νοέμβριος 2015 ) της Σ.Ο.Λ Α.Ε.]


Η ψήφιση του Ν.4308/2014 το Νοέμβριο του 2014 υποχρεώνει όλες τις επιχειρήσεις, για τις χρήσεις που ξεκινούν μετά την 1η Ιανουαρίου 2015, να συντάσσουν τις οικονομικές τους καταστάσεις βάσει των Ελληνικών Λογιστικών Προτύπων. Η εμφάνιση των οικονομικών καταστάσεων, η ορολογία και οι λογιστικοί κανόνες των Ελληνικών Λογιστικών Προτύπων (Ε.Λ.Π. εφεξής για λόγους συντομίας) έχουν προκαλέσει την αίσθηση ότι τα Ε.Λ.Π. και τα Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (Δ.Π.Χ.Α. εφεξής) έχουν μεταξύ τους μικρές διαφορές και είναι ουσιαστικά πανομοιότυπα λογιστικά πρότυπα. Σκοπός του άρθρου είναι να παραθέσει ένα συγκριτικό κατάλογο μεταξύ των δύο λογιστικών προτύπων ώστε να γίνουν κατανοητές οι βασικές διαφορές και να αποτελέσει βοήθημα σε στελέχη λογιστηρίων και Διοικήσεις επιχειρήσεων, που κατάρτιζαν τις οικονομικές τους καταστάσεις βάσει του Ελληνικού Γενικού Λογιστικού Σχεδίου και που ίσως αυτή τη στιγμή βρίσκονται στο εξής δίλημμα: "Μετάβαση στα Ε.Λ.Π. ή στα Δ.Π.Χ.Α.;". Η απάντηση στο ανωτέρω δίλημμα δεν μπορεί να είναι κοινή για όλες τις επιχειρήσεις καθώς οι ανάγκες, οι οικονομικές δυνατότητες, το μέγεθος αλλά και το οικονομικό περιβάλλον στο οποίο λειτουργεί κάθε επιχείρηση αποτελούν παράγοντες που θα πρέπει να ληφθούν υπόψη ώστε τελικά να ληφθεί η βέλτιστη απόφαση για την κάθε επιχείρηση επιτυγχάνοντας την καλύτερη δυνατή σχέση κόστους - οφέλους.

Ως σημαντικό όφελος των Δ.Π.Χ.Α. για μια επιχείρηση θεωρείται η βελτίωση της πρόσβασης της επιχείρησης σε κεφαλαιαγορές και χρηματαγορές ώστε να αναζητηθούν με μεγαλύτερη ευκολία κεφάλαια από τράπεζες και επενδυτές του εξωτερικού. Αυτό θα επιτευχθεί αφενός γιατί οι οικονομικές καταστάσεις θα είναι κατανοητές από τους χρήστες ανεξαρτήτως εθνικότητας και αφετέρου διότι θα είναι και συγκρίσιμες με τις οικονομικές καταστάσεις άλλων εταιρειών εξωτερικού. Επιπλέον, η χρηματοοικονομική θέση και οι οικονομικές επιδόσεις της επιχείρησης θα μπορούν να παρουσιαστούν και να γίνουν κατανοητές από πελάτες και προμηθευτές εξωτερικού.

Για να επιτευχθούν βέβαια τα ανωτέρω οφέλη απαιτείται και ένα επιπλέον κόστος, το οποίο σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να έχει προϋπολογιστεί πριν να ληφθούν οι σχετικές αποφάσεις. Στο ερώτημα εάν υπάρχουν επιπλέον επιβαρύνσεις σε χρόνο και χρήμα για μια επιχείρηση για την μετάβαση από το Ελληνικό Λογιστικό Σχέδιο σε Δ.Π.Χ.Α. αντί σε Ε.Λ.Π., η απάντηση είναι καταφατική, αλλά πάντα το μέγεθος της επιχείρησης είναι αυτό που καθορίζει το ύψος της επιβάρυνσης.

Στο σημείο αυτό κρίνεται απαραίτητη η κατανόηση των βασικών διαφορών μεταξύ Ε.Λ.Π. και Δ.Π.Χ.Α ώστε  να γίνει μία αρχική αποτίμηση των επιβαρύνσεων που σχετίζονται  με την επιλογή των Δ.Π.Χ.Α σε σχέση με τα Ε.Λ.Π.:

 

Ε.Λ.Π.

Δ.Π.Χ.Α.

 

 

Οικονομικές Καταστάσεις

 

 

 

Προοδευτικότητα  βάσει του μεγέθους της οντότητας στις απαιτήσεις του Ν.4308/2014  όσον αφορά την σειρά (πλήθος) των χρηματοοικονομικών καταστάσεων

Ανεξαρτήτως μεγέθους επιχείρησης απαιτείται να καταρτίζεται πλήρης σειρά οικονομικών καταστάσεων.

 

 

Στην κατάσταση μεταβολών ιδίων κεφαλαίων παρουσιάζονται συναλλαγές με τους μετόχους καθώς και σειρά συναλλαγών μεταγενέστερης επιμέτρησης (π.χ επιμέτρηση Διαθεσίμων προς πώληση περιουσιακών στοιχείων).

Στην κατάσταση μεταβολών ιδίων κεφαλαίων παρακολουθούνται μόνο οι συναλλαγές με τους ιδιοκτήτες - μετόχους της οντότητας. Οι λοιπές μεταβολές ιδίων κεφαλαίων πρέπει να παρουσιάζονται είτε σε μια μεμονωμένη κατάσταση Λοιπού Συνολικού Εισοδήματος, είτε στα πλαίσια μιας ενιαίας κατάστασης Συνολικού Εισοδήματος.

 

 

Όσον αφορά την Κατάσταση Ταμειακών Ροών (Χρηματοροών), λαμβάνοντας υπόψη το Παράρτημα των υποδειγμάτων, προκύπτει ότι δεν επιτρέπεται η κατάρτιση  αυτής με την άμεση μέθοδο.

Στα Δ.Π.Χ.Α. η κατάρτιση της Κατάστασης Ταμειακών Ροών μπορεί να γίνει είτε με την άμεση είτε με την έμμεση μέθοδο.

 

Ενσώματα και άυλα περιουσιακά στοιχεία

 

Δίνεται επιλογή σχετικά με την επιβάρυνση ή μη ιδιοπαραγόμενων παγίων με μακρά περίοδο κατασκευής με τόκους έντοκων υποχρεώσεων.

Οι τόκοι έντοκων υποχρεώσεων προσαυξάνουν την αξία κτήσης ενός ιδιοπαραγόμενου παγίου με μακρά περίοδο κατασκευής.

Οι δαπάνες ανάπτυξης εσωτερικά δημιουργούμενων άυλων περιουσιακών στοιχείων εμφανίζονται διακεκριμένα στις οικονομικές καταστάσεις και αποσβένονται σε δέκα έτη.

Οι δαπάνες ανάπτυξης καταχωρούνται ως άυλο περιουσιακό στοιχείο το οποίο αποσβένεται σε συστηματική βάση κατά τα έτη της ωφέλιμης ζωής του περιουσιακού στοιχείου.

Όταν δεν μπορεί να προσδιοριστεί αξιόπιστα η ωφέλιμη ζωή ενός άυλου περιουσιακού στοιχείου τότε υπόκειται σε απόσβεση με περίοδο απόσβεσης τα δέκα έτη.

Όταν δεν μπορεί να εκτιμηθεί αξιόπιστα η ωφέλιμη ζωή του άυλου περιουσιακού στοιχείου τότε το περιουσιακό στοιχείο δεν αποσβένεται.

Τα άυλα περιουσιακά στοιχεία μεταγενέστερα επιμετρούνται μόνο στο αποσβέσιμο κόστος κτήσεως.

Για τα άυλα περιουσιακά στοιχεία υπάρχει επιλογή λογιστικής πολιτικής μεταγενέστερης επιμέτρησης στην εύλογη αξία.

Στην περίπτωση επιλογής της λογιστικής πολιτικής μεταγενέστερης επιμέτρησης σε εύλογη αξία για τα ιδιοχρησιμοποιούμενα και τα επενδυτικά ακίνητα προβλέπεται επαναπροσδιορισμός της εύλογης αξίας τουλάχιστον ανά τετραετία και διετία αντίστοιχα.

Στην περίπτωση επιλογής της λογιστικής πολιτικής μεταγενέστερης επιμέτρησης σε εύλογη αξία για τα ιδιοχρησιμοποιούμενα και τα επενδυτικά ακίνητα ο επαναπροσδιορισμός της εύλογης αξίας ορίζεται ότι πρέπει να γίνονται τακτικά δίχως να προσδιορίζεται χρονική περίοδος.

Απομείωση

 

Η ζημιά απομείωσης αναγνωρίζεται όταν εκτιμάται ότι η ζημιά αυτή είναι μόνιμου χαρακτήρα.

Η ζημιά απομείωσης αναγνωρίζεται άμεσα όταν το ανακτήσιμο ποσό ενός περιουσιακού στοιχείου είναι μικρότερο από τη λογιστική του αξία χωρίς να εξετάζεται εάν η ζημιά έχει μόνιμο χαρακτήρα.

Συμβάσεις πώλησης και επαναμίσθωσης

 

Σε περίπτωση πώλησης και επαναμίσθωσης με λειτουργική μίσθωση αναγνωρίζεται το αποτέλεσμα από την πώληση.

Σε περίπτωση πώλησης και επαναμίσθωσης με λειτουργική μίσθωση εξετάζεται περαιτέρω η ουσία της συναλλαγής (σχέση λογιστικής αξίας-εύλογης αξίας-τιμής πώλησης-ύψος μισθώματος σε σχέση με τα ισχύοντα στην αγορά) και υπό προϋποθέσεις αναγνωρίζεται το αποτέλεσμα από την πώληση.

Μη κυκλοφορούντα περιουσιακά στοιχεία κατεχόμενα προς πώληση

 

Μόνο οι μεγάλου μεγέθους οντότητες έχουν την υποχρέωση να περιλαμβάνουν στις Σημειώσεις πληροφορίες σχετικά με τη λογιστική αξία των περιουσιακών στοιχείων και των υποχρεώσεων, τα οποία η Διοίκηση της οντότητας έχει ήδη λάβει απόφαση να διαθέσει στο προσεχές διάστημα.

Οι ομάδες εκποίησης (ομάδες περιουσιακών στοιχείων, συμπεριλαμβανομένων και υποχρεώσεων, τα οποία προορίζονται για εκποίηση)  κατατάσσονται και εμφανίζονται διακριτά στον Ισολογισμό επιμετρούμενες στη χαμηλότερη αξία μεταξύ της λογιστικής τους αξίας και της εύλογης μείον τα άμεσα κόστη πώλησης.

Χρηματοοικονομικά Περιουσιακά Στοιχεία και Υποχρεώσεις

 

Υπάρχει δυνατότητα μεταγενέστερα της αρχικής αναγνώρισης να επιμετρούνται τα Χρηματοοικονομικά Περιουσιακά Στοιχεία στο κόστος κτήσης μείον τις τυχούσες ζημιές απομείωσης. Εναλλακτικά, μπορεί να επιλεχθεί λογιστική πολιτική που ομοιάζει με αυτή των Δ.Π.Χ.Α.

Τα Χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία κατά την απόκτησή τους κατατάσσονται σε μία εκ των κατηγοριών ανάλογα με το είδος τους και τις προθέσεις της Διοίκησης και δεν υπάρχει η δυνατότητα επιμέτρησης στο κόστος κτήσης παρά μόνο σε σπάνιες περιπτώσεις (μη εισηγμένοι συμμετοχικοί τίτλοι που δεν μπορούν να αποτιμηθούν αξιόπιστα).

Η μεταφορά από τα "Μη παράγωγα χρηματοοικονομικά στοιχεία διακρατούμενα μέχρι τη λήξη" προς την κατηγορία "Διαθέσιμα προς πώληση" επιτρέπεται αρκεί να αλλάξει η πρόθεση της Διοίκησης.

Σε περίπτωση αναταξινόμησης η κατηγορία "Διακρατούμενα μέχρι τη λήξη" κηλιδώνεται, αφού δεν πραγματοποιήθηκε η δέσμευση της επιχείρησης να διατηρήσει μέχρι τη λήξη τα χρηματοοικονομικά μέσα. Οι συνέπειες της κηλίδωσης είναι η υποχρεωτική μεταφορά όλων των χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων που είναι ταξινομημένα ως "διακρατούμενα ως τη λήξη" σε άλλη κατηγορία και η απαγόρευση χρήσης της κατηγορίας για τα επόμενα 2 έτη.

Χρηματοοικονομικά Περιουσιακά Στοιχεία και Υποχρεώσεις (Συνέχεια)


Η μεταγενέστερη επιμέτρηση στο αποσβέσιμο κόστος των έντοκων Χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων και υποχρεώσεων και η χρήση της μεθόδου του πραγματικού επιτοκίου (εναλλακτικά επιτρέπεται και η σταθερή μέθοδος) κρίνεται από την σημαντικότητα των ποσών. Σε περίπτωση που τα ποσά δεν είναι σημαντικά τα έντοκα χρηματοοικονομικά μέσα επιμετρούνται στο κόστος ή στο οφειλόμενο ποσό.

Τα "Δάνεια και απαιτήσεις", οι "διακρατούμενες έως τη λήξη επενδύσεις" και οι χρηματοοικονομικές υποχρεώσεις που δεν επιμετρούνται στην εύλογη αξία επιμετρούνται στο αποσβέσιμο κόστος και οι τόκοι υπολογίζονται βάσει τη μεθόδου του πραγματικού επιτοκίου.

Για τα χρηματοοικονομικά στοιχεία του μη κυκλοφορούντος ενεργητικού  οι ζημιές απομείωσης αναγνωρίζονται όταν εκτιμάται ότι η απομείωση είναι μόνιμου χαρακτήρα και γνωστοποιείται η φύση των ενδείξεων που τεκμηριωμένα θα οδηγήσουν στην αναστροφή .

Αν έχει λάβει χώρα ζημιογόνο γεγονός και το περιουσιακό στοιχείο έχει υποστεί απομείωση τότε άμεσα αναγνωρίζεται η απομείωση. Μοναδική περίπτωση όπου εξετάζεται ο μόνιμος χαρακτήρας απομείωσης είναι όταν εξετάζονται για απομείωση τα "Διαθέσιμα προς πώληση".

Οι ζημιές απομείωσης από τίτλους καθαρής θέσης (συμμετοχικούς τίτλους) αναστρέφονται κατευθείαν στην Καθαρή Θέση και όχι μέσω αποτελεσμάτων.

Η ζημιά απομείωσης μη εισηγμένου συμμετοχικού τίτλου που δεν αποτιμάται σε εύλογη αξία, επειδή αυτή δεν μπορεί να καθοριστεί αξιόπιστα, δεν επιτρέπεται να αναστραφεί.

Τα παράγωγα δύναται να μην αναγνωριστούν στις οικονομικές καταστάσεις της οντότητας και αντί αυτού να παρασχεθούν γνωστοποιήσεις.

Τα παράγωγα με τα αποτελέσματά τους αναγνωρίζονται στις οικονομικές καταστάσεις και αν δεν προορίζονται για αντιστάθμιση αποτιμώνται στην εύλογη αξία με τις μεταβολές να καταχωρούνται στα αποτελέσματα χρήσης.

Αποθέματα

 

Οι προκαταβολές για αγορές αποθεμάτων εμφανίζονται στον ισολογισμό μαζί με τα αποθέματα.

Οι προκαταβολές για αγορές αποθεμάτων δεν ταξινομούνται στο κονδύλι "Αποθέματα".

Δίνεται επιλογή σχετικά με την επιβάρυνση ή μη αποθεμάτων με μακρά περίοδο κατασκευής με τόκους έντοκων υποχρεώσεων.

Οι τόκοι έντοκων υποχρεώσεων προσαυξάνουν την αξία αποθεμάτων με μακρά περίοδο κατασκευής.

Πρόβλεψη αποζημίωσης προσωπικού

 

Οι προβλέψεις για παροχές σε εργαζομένους μετά την έξοδο από την υπηρεσία αναγνωρίζονται και αποτιμώνται είτε στα προκύπτοντα από τη νομοθεσία ονομαστικά ποσά, είτε με βάση αποδεκτή αναλογιστική μέθοδο εάν η αναλογιστική μέθοδος έχει σημαντική επίδραση στις οικονομικές καταστάσεις.

Η χρήση αναλογιστικής μεθόδου για τον υπολογισμό του υπολοίπου της πρόβλεψης σε κάθε ημερομηνία αναφοράς απαιτείται.

Όλες οι διαφορές που προκύπτουν κατά την επανεκτίμηση των προβλέψεων για παροχές σε εργαζομένους μετά την έξοδο από την υπηρεσία αναγνωρίζονται ως κέρδη ή ζημιές στην περίοδο στην οποία προκύπτουν.

Τα αναλογιστικά κέρδη και ζημιές δεν αναγνωρίζονται στα αποτελέσματα χρήσης, αλλά ως Λοιπά Συνολικά Εισοδήματα που κινούν την καθαρή θέση.

Κρατικές επιχορηγήσεις

 

Οι κρατικές επιχορηγήσεις αναγνωρίζονται ως υποχρεώσεις.

Οι κρατικές επιχορηγήσεις αναγνωρίζονται είτε ως υποχρεώσεις είτε εναλλακτικά, μειωτικά στην αξία κτήσης επιχορηγούμενων περιουσιακών στοιχείων

Αναβαλλόμενος φόρος

 

Η αναγνώριση ή μη αναβαλλόμενου φόρου αποτελεί επιλογή λογιστικής πολιτικής.

Η αναγνώριση αναβαλλόμενου φόρου είναι υποχρεωτική.

Καθαρή Θέση

 

Κόστη που σχετίζονται άμεσα με στοιχείο καθαρής θέσης παρακολουθούνται αφαιρετικά του στοιχείου αυτού της καθαρής θέσης, εφόσον είναι σημαντικά.

Οποιοδήποτε αντάλλαγμα που σχετίζεται με στοιχεία καθαρής θέσης λαμβάνεται ή καταβάλλεται, προστίθεται ή αφαιρείται απευθείας από την Καθαρή θέση ανεξαρτήτως της σημαντικότητας του ποσού.

Προσάρτημα

 

Προοδευτικότητα  βάσει του μεγέθους της οντότητας στις απαιτήσεις του Ν.4308/2014,  όσον αφορά το πλήθος των γνωστοποιήσεων. Όσο το μέγεθος της οντότητας μικραίνει τόσο αυξάνονται και οι απαλλαγές από γνωστοποιήσεις.

Με εξαίρεση κάποιες γνωστοποιήσεις που αφορούν οντότητες των οποίων οι μετοχές είναι διαπραγματεύσιμες σε οργανωμένη αγορά, δεν υπάρχουν απαλλαγές στις απαιτούμενες από τα Δ.Π.Χ.Α. γνωστοποιήσεις ανάλογα με το μέγεθός της οντότητας.

Δεν υπάρχει απαίτηση γνωστοποίησης διαχείρισης κινδύνων όπως αυτή ορίζεται από το ΔΠΧΑ 7.

Το ΔΠΧΑ 7 απαιτεί μία σειρά γνωστοποιήσεων σχετικά με τη φύση και την έκταση των κινδύνων από τα χρηματοοικονομικά μέσα που κατέχει η οντότητα και τον τρόπο με τον οποίο η οντότητα διαχειρίζεται τους κινδύνους.

Υποχρέωση κατάρτισης ενοποιημένων οικονομικών καταστάσεων

 

Μικροί και μεσαίοι όμιλοι απαλλάσσονται από την υποχρέωση σύνταξης ενοποιημένων οικονομικών καταστάσεων, εκτός και εάν κάποια από τις οντότητες του ομίλου είναι δημοσίου ενδιαφέροντος.

Δεν υπάρχει απαλλαγή από την υποχρέωση ενοποίησης ανάλογα με το μέγεθος του ομίλου.

Υπάρχουν απαλλαγές όσον αφορά τις οντότητες που μπορούν να μην συμπεριληφθούν στην ενοποίηση.

Υπάρχει υποχρέωση να ενοποιούνται όλες οι επενδύσεις μίας οντότητας. Οι απαλλαγές που δίνονται είναι πολύ λιγότερες.

Πρώτη εφαρμογή

 

Παρά το γεγονός ότι απαιτείται αναδρομική εφαρμογή των λογιστικών πολιτικών στην πρώτη εφαρμογή, με στόχο την εύκολη μετάβαση από το ένα πλαίσιο στο άλλο, ο Ν.4308/2014 παρέχει πολλές δυνατότητες αποφυγής της αναδρομικής εφαρμογής. Ειδικά για τις μικρές επιχειρήσεις δεν απαιτείται ουσιαστικά μετάβαση αφού τους δίνεται η δυνατότητα να ενσωματώνουν τα ποσά της χρήσης 2014 με την καλύτερη δυνατή προσέγγιση στα νέα υποδείγματα.

Οι απαλλαγές που δίνονται κατά την μετάβαση είναι πολύ λιγότερες και άρα η όλη διαδικασία είναι περισσότερο απαιτητική σε πόρους της επιχείρησης.



Συμπερασματικά, εάν τελικά επιλεχθεί η κατάρτιση οικονομικών καταστάσεων βάσει των Δ.Π.Χ.Α.:

• η μετάβαση θα είναι περισσότερο απαιτητική άρα και η ανάγκη για συμβουλευτική υποστήριξη μεγαλύτερη στην περίπτωση που το λογιστήριο της επιχείρησης δεν είναι επαρκώς καταρτισμένο,

• δεν θα είναι διαθέσιμες προς επιλογή από τις επιχειρήσεις οι λογιστικές πολιτικές που επιτρέπονται από τα Ε.Λ.Π. και απλοποιούν λογιστικούς χειρισμούς με καλύτερα παραδείγματα αυτά των χρηματοοικονομικών μέσων που στα Ε.Λ.Π. μπορούν να επιμετρούνται στο κόστος και της δυνατότητας μη αναγνώρισης του αναβαλλόμενου φόρου στις οικονομικές καταστάσεις,

• ο όγκος των γνωστοποιήσεων θα είναι σημαντικά αυξημένος σε σχέση με τις απαιτήσεις γνωστοποιήσεων των Ε.Λ.Π., μη λαμβανομένων υπόψη των απαλλαγών του άρθρου 30 του Ν.4308/2014 και επιπλέον,  

• δεν θα είναι διαθέσιμες και οι απαλλαγές των Ε.Λ.Π. όσον αφορά τις γνωστοποιήσεις ανάλογα με το μέγεθος μίας οντότητας βάσει του άρθρου 30 του Ν.4308/2014,

• δεν θα είναι διαθέσιμες οι απαλλαγές των Ε.Λ.Π. οι οποίες είναι σχετικές με την υποχρέωση κατάρτισης ενοποιημένων οικονομικών καταστάσεων και

• θα είναι υποχρεωτική η σύνταξη αναλογιστικής μελέτης ετησίως.

Γίνεται λοιπόν κατανοητό ότι η σχέση μεγέθους οντότητας και επιβάρυνσης από την κατάρτιση οικονομικών καταστάσεων με τα Δ.Π.Χ.Α. σε σχέση με τα Ε.Λ.Π. είναι αντιστρόφως ανάλογη. Όσο μικραίνει το μέγεθος της επιχείρησης τόσο αυξάνεται το επιπλέον κόστος από τη μετάβαση στα Δ.Π.Χ.Α., σε σχέση με τα Ε.Λ.Π..

Κλείνοντας, η προσωπική μου άποψη επί του παραπάνω διλήμματος είναι ότι τα Δ.Π.Χ.Α αποτελούν λογική επιλογή μόνο για εξωστρεφείς μεγάλες και μεσαίες επιχειρήσεις, οι οποίες μπορούν και θέλουν να επωμιστούν το αυξημένο κόστος της επιλογή τους.Πηγή: Taxheaven