Αιτιολογική έκθεση - Σχέδιο νόμου Ενιαίο Σύστημα Κινητικότητας στη Δημόσια Διοίκηση και την Τοπική Αυτοδιοίκηση, υποχρεώσεις των προσώπων που διορίζονται στις θέσεις των άρθρων 6 και 8 του Ν. 4369/2016, ασυμβίβαστα και πρόληψη των περιπτώσεων σύγκρουσης σ

Αιτιολογική έκθεση - Σχέδιο νόμου Ενιαίο Σύστημα Κινητικότητας στη Δημόσια Διοίκηση και την Τοπική Αυτοδιοίκηση, υποχρεώσεις των προσώπων που διορίζονται στις θέσεις των άρθρων 6 και 8 του Ν. 4369/2016, ασυμβίβαστα και πρόληψη των περιπτώσεων σύγκρουσης σ

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ
«Ενιαίο Σύστημα Κινητικότητας στη Δημόσια Διοίκηση και την Τοπική Αυτοδιοίκηση, υποχρεώσεις των προσώπων που διορίζονται στις θέσεις των άρθρων 6 και 8 του Ν. 4369/2016, ασυμβίβαστα και πρόληψη των περιπτώσεων σύγκρουσης συμφερόντων και λοιπές διατάξεις».


Στο πλαίσιο της αναδιοργάνωσης της δημόσιας διοίκησης η κινητικότητα των υπαλλήλων συνιστά ένα κρίσιμο «εργαλείο» για την ανακατανομή του προσωπικού βάσει των πραγματικών αναγκών κάθε φορέα. Παράλληλα, έχει ιδιαίτερα μεγάλη αξία για κάθε υπάλληλο, δεδομένου ότι παρέχει αυξημένες δυνατότητες να αξιοποιήσει τα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα του, να εμπλουτίσει την εργασιακή εμπειρία του και κατ' επέκταση να βελτιώσει τις προοπτικές εξέλιξής του. Κατ' αυτό τον τρόπο η κινητικότητα συμβάλλει ουσιαστικά στην αποτελεσματικότητα της δημόσιας διοίκησης, επιτρέπει τη βέλτιστη διαχείριση των ανθρώπινων πόρων της και παρέχει στους υπαλλήλους τη δυνατότητα να έχουν ενεργητικό ρόλο στη διαμόρφωση της σταδιοδρομίας τους.

Σήμερα, η κινητικότητα των υπαλλήλων μεταξύ των δημόσιων υπηρεσιών λαμβάνει κατά κύριο λόγο τη μορφή της απόσπασης ή της μετάταξης. Κύρια χαρακτηριστικά της είναι ο κατακερματισμός του θεσμικού πλαισίου, η απουσία κριτηρίων για την αξιολόγηση των αναγκών σε προσωπικό των υπηρεσιών, η έλλειψη εγγυήσεων διαφάνειας και αντικειμενικότητας στις διαδικασίες επιλογής για τις θέσεις που καλύπτονται και η ύπαρξη πλήθους ειδικών διατάξεων που διαμορφώνουν ένα πλαίσιο αδιαφάνειας. Επιπλέον, οι διαδικασίες της κινητικότητας χαρακτηρίζονται από αδικαιολόγητη γραφειοκρατική επιβάρυνση (π.χ. συνυπογραφή των αποσπάσεων από τον Υπουργό Διοικητικής Ανασυγκρότησης, έκδοση εγκριτικών αποφάσεων για τις μετατάξεις) και πλήρη έλλειψη δεσμευτικών προθεσμιών για την ολοκλήρωση μίας μετάταξης ή απόσπασης.

Αποτέλεσμα των υφιστάμενων παθογενειών είναι ότι η κινητικότητα των υπαλλήλων δεν ανταποκρίνεται ούτε στην ανάγκη κάλυψης των υπηρεσιακών αναγκών ούτε στην εύλογη αξίωση κάθε υπαλλήλου να μετακινείται σε άλλες υπηρεσίες, προκειμένου να αξιοποιεί τα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα του και να εμπλουτίζει την εργασιακή εμπειρία του.

Βάσει των ανωτέρω, είναι προφανές ότι στο πλαίσιο μίας σύγχρονης διοίκησης υφίσταται η επιτακτική ανάγκη να διαμορφωθεί ένα Ενιαίο Σύστημα Κινητικότητας, με κύρια χαρακτηριστικά την εισαγωγή ενιαίων και ομοιόμορφων κανόνων για το σύνολο των υπαλλήλων που υπηρετούν σε δημόσιες υπηρεσίες, ν.π.δ.δ., ΟΤΑ α' και β' βαθμού και ν.π.ι.δ. που ανήκουν στη Γενική Κυβέρνηση και την αρμονική σύζευξη της ικανοποίησης των υπηρεσιακών αναγκών με το δικαίωμα του υπαλλήλου στην κινητικότητα.

Βασική καινοτομία του προτεινόμενου συστήματος (Ενιαίο Σύστημα Κινητικότητας - ΕΣΚ) είναι ο αμιγώς εθελούσιος χαρακτήρας της κινητικότητας και ειδικότερα η δυνατότητα κάθε υπαλλήλου να έχει πρόσβαση στο σύνολο των προς κάλυψη θέσεων, βάσει ενιαίων κανόνων αναφορικά με τους όρους, τις προϋποθέσεις και εν γένει τις ακολουθούμενες διαδικασίες. Για τη συμμετοχή των φορέων στο ΕΣΚ τίθενται δύο (2) απαρέγκλιτες προϋποθέσεις: α) η ύπαρξη επικαιροποιημένων Οργανισμών σε ψηφιακή μορφή, οι οποίοι ενσωματώνονται στο ενιαίο ψηφιακό Οργανόγραμμα της δημόσιας διοίκησης που δημιουργείται για πρώτη φορά και επιτρέπει την αποτύπωση της διάρθρωσης και της στελέχωσης όλων των φορέων και, β) η κατάρτιση περιγραμμάτων θέσεων εργασίας, προκειμένου να διασφαλίζεται ότι η μετάταξη του υπαλλήλου διενεργείται σε κενή οργανική θέση για την οποία έχει τα προβλεπόμενα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα, όπως αυτά προκύπτουν από την «ταυτότητα» της θέσης.

Η προσωρινή μετακίνηση του υπαλλήλου (απόσπαση), χωρίς την προϋπόθεση ύπαρξης κενής οργανικής θέσης, συνιστά πλέον μία κατ' εξαίρεση μορφή κινητικότητας. Για το λόγο αυτό συνδέεται με την ύπαρξη αποδεδειγμένων σοβαρών και επειγουσών υπηρεσιακών αναγκών και έχει περιορισμένη διάρκεια (ένα έτος με δυνατότητα παράτασης εκ μέρους του φορέα και με συναίνεση του υπαλλήλου έως τρεις μήνες). Η εν λόγω επιλογή υπαγορεύθηκε από το γεγονός ότι οι επικαιροποιημένοι Οργανισμοί των φορέων θα περιλαμβάνουν το σύνολο των θέσεων ανά κλάδο και οργανική μονάδα που απαιτούνται για την εξυπηρέτηση των αναγκών τους, συνεπώς η αναγκαιότητα απόσπασης υπαλλήλων πέραν της κάλυψης των οργανικών θέσεων θα πρέπει να αιτιολογείται ειδικώς και πάντα στο πλαίσιο επειγουσών αναγκών. Επιπλέον, για πρώτη φορά εισάγεται ρητή ρύθμιση για τη σύνδεση της απόσπασης με την άσκηση καθηκόντων ορισμένου κλάδου, για τον οποίο ο υπάλληλος έχει τα απαιτούμενα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα.

Ιδιαίτερη έμφαση δίδεται στη δημοσιοποίηση των προς κάλυψη θέσεων, καθώς προβλέπεται ότι αποστέλλονται από τους φορείς στο Υπουργείο Διοικητικής Ανασυγκρότησης τρεις (3) φορές κατ'έτος, σε αντίστοιχους κύκλους κινητικότητας, και αναρτώνται σε ειδική ηλεκτρονική πλατφόρμα με τη μορφή Πίνακα διαθέσιμων θέσεων. Δικαίωμα πρόσβασης στον εν λόγω Πίνακα και συνακόλουθο δικαίωμα υποβολής αίτησης στην υπηρεσία που ζητά την κάλυψη θέσης με μετάταξη ή απόσπαση έχει το σύνολο των τακτικών υπαλλήλων (μόνιμοι και με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου) που υπάγονται στο ΕΣΚ. Κεντρικό ρόλο στο συντονισμό και την εφαρμογή του Ενιαίου Συστήματος Κινητικότητας έχει η επταμελής Κεντρική Επιτροπή Κινητικότητας στο Υπουργείο Διοικητικής Ανασυγκρότησης, η οποία αποτελείται αφενός από πρόσωπα που παρέχουν αυξημένες εγγυήσεις αντικειμενικότητας (εκπρόσωποι ΑΣΕΠ, Νομικός Σύμβουλος
NZIQ αφετέρου από υπηρεσιακούς παράγοντες που είναι αρμόδιοι για θέματα διαχείρισης προσωπικού τόσο της κεντρικής διοίκησης όσο και της Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Διοικητικοί Γραμματείς και Προϊστάμενοι Γενικών Διευθύνσεων του Υπουργείου Διοικητικής Ανασυγκρότησης και του Υπουργείου Εσωτερικών). Επιπλέον, στην εν λόγω Επιτροπή προβλέπεται δικαίωμα συμμετοχής με την ιδιότητα του παρατηρητή για έναν (1) εκπρόσωπο της ΑΔΕΔΥ και έναν (1) εκπρόσωπο της ΚΕΔΕ.

Ωστόσο, ο ρηξικέλευθος χαρακτήρας του Ενιαίου Συστήματος Κινητικότητας δεν περιορίζεται στη δημοσιοποίηση των θέσεων μέσω της διαδικτυακής ανάρτησής τους, καθώς, επιπλέον, στοιχεία που το διαφοροποιούν ριζικά από τις προϊσχύουσες μορφές κινητικότητας είναι: α) η διαδικασία επιλογής των μετακινούμενων και η έκδοση της απόφασης διενεργείται εξ ολοκλήρου από την υπηρεσία υποδοχής και, β) οι καθορισμένες (δεσμευτικές) προθεσμίες για την ολοκλήρωση των διαδικασιών κινητικότητας.

Ειδικότερα, όσον αφορά στη διαδικασία επιλογής προβλέπεται ότι διενεργείται από τριμελές όργανο αποτελούμενο από έναν (1) προϊστάμενο Γενικής Διεύθυνσης και δύο (2) προϊσταμένους Διευθύνσεων που συνδέονται άμεσα με την προκηρυσσόμενη θέση, προκειμένου να διασφαλίζεται ότι η αξιολόγηση διενεργείται από τους πλέον αρμόδιους να κρίνουν την καταλληλότητα των υποψηφίων. Επιπλέον, ως αναπόσπαστο στοιχείο της διαδικασίας επιλογής για τις θέσεις κλάδων ΠΕ και ΤΕ κατηγοριών προβλέπεται η συνέντευξη μεταξύ των τριών (3) επικρατέστερων υποψηφίων, προκειμένου να διαμορφώνεται μία συνολική εικόνα για κάθε υποψήφιο. Ιδιαίτερα σημαντικό είναι επίσης ότι για πρώτη φορά εισάγεται η υποχρέωση το πρακτικό επιλογής όχι μόνο να είναι ειδικά αιτιολογημένο, αλλά και να περιλαμβάνει συγκριτική αξιολόγηση των υποψηφίων, διασφαλίζοντας έτσι ότι η κρίση της επιτροπής θα είναι πλήρως αιτιολογημένη. Η δε έκδοση της απόφασης γίνεται μόνο από το αρμόδιο προς διορισμό όργανο και δεν απαιτείται πλέον σύμπραξη του φορέα προέλευσης, προκειμένου να υπάρξει επιτάχυνση και απλούστευση της σχετικής διαδικασίας.

Αναφορικά δε με το χρονοδιάγραμμα ολοκλήρωσης των διαδικασιών κινητικότητας υπό τη μορφή μετάταξης ή απόσπασης, για πρώτη φορά προβλέπονται ορισμένες προθεσμίες όχι μόνο για την αποστολή των αιτημάτων κάλυψης των θέσεων, τη διαδικτυακή ανάρτησή τους και την αξιολόγηση των υποψηφίων, αλλά και για την ίδια την έκδοση της απόφασης, καθώς ως ανώτατο χρονικό όριο ορίζεται το τρίμηνο από την καταληκτική ημερομηνία υποβολής των αιτήσεων. Επιπλέον, δεδομένου ότι η δαπάνη μισθοδοσίας του προσωπικού, εφόσον μεταταχθεί ή αποσπασθεί σε άλλο φορέα, βαρύνει τον φορέα υποδοχής προβλέπεται μέσω ορισμένης διαδικασίας η παράλληλη ανακατανομή πιστώσεων, προκειμένου να επιτευχθεί δίκαιη κατανομή πόρων από τον έναν φορέα στον άλλο.

Ειδικές ρυθμίσεις εισάγονται για τη μετάταξη/απόσπαση σε υπηρεσίες απομακρυσμένων- παραμεθόριων περιοχών καθώς και σε ορεινούς-νησιωτικούς ΟΤΑ α' βαθμού, προκειμένου να υπάρχουν αυξημένα κίνητρα για τη στελέχωση τους. Η σύντμηση του απαιτούμενου χρόνου βαθμολογικής προαγωγής, η δυνατότητα παράτασης κατά (1) ένα έτος της απόσπασης, αλλά και η δυνατότητα απευθείας μετάταξης σε κενή οργανική θέση μετά τη συμπλήρωση δύο (2) ετών απόσπασης συνεχώς, είναι κίνητρα προς τον υπάλληλο που αποσκοπούν στην ενίσχυση της προσφοράς για την κάλυψη των εν λόγω θέσεων.

Ευνοϊκές για τους υπαλλήλους ρυθμίσεις συνιστούν οι ρυθμίσεις για την απόσπαση για συνυπηρέτηση με σύζυγο ή συμβιούντα δημόσιο υπάλληλο ή λειτουργό, καθώς και η αμοιβαία μετάταξη. Αμφότερες ρυθμίσεις υπήρχαν στο προϊσχύον θεσμικό πλαίσιο, ωστόσο ήταν περιορισμένες σε ειδικές κατηγορίες υπαλλήλων (π.χ συνυπηρέτηση με ένστολο σύζυγο ή αμοιβαία μετάταξη μόνο μεταξύ υπαλλήλων υπηρεσιών του Δημοσίου). Με το νέο σύστημα εισάγεται πλέον γενικευμένη δυνατότητα απόσπασης για συνυπηρέτηση με σύζυγο ή συμβιούντα κατά την έννοια του άρθρ. 1 του ν. 4356/2015 δημόσιο υπάλληλο ή λειτουργό, σε συνάρτηση με τα υποβαλλόμενα από τους φορείς αιτήματα για κάλυψη θέσεων με απόσπαση, καθώς και αμοιβαίας μετάταξης. Αντίστοιχα, διευρύνεται η δυνατότητα αμοιβαίας μετάταξης και εντάσσεται σε ένα πλαίσιο διαφάνειας, προκειμένου αφενός να διευκολύνονται οι υπάλληλοι να συμμετέχουν σε διαδικασίες κινητικότητας αφετέρου να παρέχεται στις υπηρεσίες η ευχέρεια να επιλέξουν τον καταλληλότερο υποψήφιο.

Επισημαίνεται ότι με την απόσπαση λόγω συνυπηρέτησης και την αμοιβαία μετάταξη εξυπηρετούνται οικογενειακές/ προσωπικές ανάγκες των υπαλλήλων, χωρίς να διαταράσσεται η εύρυθμη λειτουργία των υπηρεσιών. Περαιτέρω, είναι δεδομένο ότι η λειτουργία του ΕΣΚ συνολικά θα λειτουργήσει θετικά για τους υπαλλήλους που επιθυμούν να μετακινηθούν σε υπηρεσίες στην περιοχή που έχουν εντοπιότητα ή ευρύτερα βιοτικά συμφέροντα. Η μετακίνηση των υπαλλήλων στον τόπο συμφερόντων τους δεν θα προκύπτει πλέον μέσα από πελατειακά δίκτυα και αδιαφανείς διαδικασίες, αλλά θα είναι αποτέλεσμα της συνεχούς ροής προκήρυξης θέσεων σε υπηρεσίες όλης της επικράτειας και των συνακόλουθων αντικειμενικών διαδικασιών επιλογής.

Διεύρυνση της δυνατότητας απόσπασης παρέχεται μέσω του θεσμού της ενδοϋπουργικής κινητικότητας, με την οποία επιτρέπεται -με ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων για το ΕΣΚ- απόσπαση από μία αρχή σε άλλη που ανήκει στο ίδιο Υπουργείο ή εποπτεύεται από αυτό (π.χ. Γενική /Ειδική Γραμματεία, ν.π.δ.δ., ν.π.ι.δ.), προκειμένου να καλύπτονται άμεσα οι υπηρεσιακές ανάγκες που ανακύπτουν. Σε περίπτωση δε που δεν υπάρχει εκδήλωση ενδιαφέροντος για την κάλυψη μιας θέσης με απόσπαση και συντρέχουν αποδεδειγμένοι λόγοι σοβαρών και επειγουσών υπηρεσιακών αναγκών είναι δυνατή η απόσπαση υπαλλήλου μόνο κατόπιν σύμφωνης γνώμης του υπηρεσιακού συμβουλίου της υπηρεσίας προέλευσης και για περιορισμένο χρονικό διάστημα (έξι μήνες), εφόσον η απόσπαση γίνεται σε υπηρεσία που βρίσκεται σε άλλο νομό από αυτόν που είναι η οργανική θέση του υπαλλήλου.

Ιδιαίτερη μνεία απαιτείται στις διατάξεις που αναμορφώνουν και κωδικοποιούν τις σχετικές περί μετάταξης και απόσπασης διατάξεις του Υπαλληλικού Κώδικα, προκειμένου να εναρμονίζονται με το ΕΣΚ και να διαμορφώνουν ένα ενιαίο θεσμικό πλαίσιο για τους όρους διενέργειας της κινητικότητας.

Ευνοϊκή ρύθμιση εισάγεται για τους περιλαμβανομένους σε πίνακες διοριστέων του ΑΣΕΠ ή των φορέων του άρθρου 14 του ν.2190/1994 που εκδόθηκαν μετά την 1.1.2009, προκειμένου το διάστημα που έχει παρεμβληθεί από τη λήξη της προθεσμίας των τεσσάρων (4) μηνών για το διορισμό έως την κατάρτιση της υπαλληλικής σχέσης να συνυπολογίζεται για τη συμπλήρωση του διαστήματος της οκταετίας (παρ. 2 του άρθρου 70 του ν.3528/2007 και στην παρ. 2 του άρθρου 76 του ν.3584/2007). Με την εν λόγω ρύθμιση ο υπολογισμός της οκταετούς υποχρεωτικής παραμονής σε θέση κλάδου κατώτερης κατηγορίας σε σχέση με τον τίτλο σπουδών που διέθετε ο υπάλληλος κατά το χρόνο διορισμού, ανατρέχει στη λήξη της προβλεπόμενης προς διορισμό προθεσμίας.

Επισημαίνεται ότι με τις μεταβατικές διατάξεις λαμβάνεται μέριμνα για την ολοκλήρωση των εκκρεμών μετατάξεων κατά τη δημοσίευση του νόμου, για τη δυνατότητα μετάταξης όσων είναι αποσπασμένοι στις υπηρεσίες που υπηρετούν και όσων επίκειται η απόσπασή τους σε συνέχεια ανακοίνωσης-πρόσκλησης, αλλά και για την απρόσκοπτη διενέργεια αποσπάσεων μέχρι την έναρξη λειτουργίας του ΕΣΚ. Κατ' αυτόν τον τρόπο εξυπηρετούνται οι ανάγκες των υπηρεσιών και διασφαλίζεται η ομαλή μετάβαση στο νέο σύστημα κινητικότητας.
Τέλος, προβλέπεται η κατάργηση κάθε διάταξης περί απόσπασης ή μετάταξης που αντίκειται στις διαδικασίες, τους όρους και τις προϋποθέσεις διενέργειας που θέτει το ΕΣΚ, με εξαίρεση ορισμένες ρητά αναφερόμενες περιπτώσεις αποσπάσεων και μετατάξεων που λόγω της ιδιαίτερης φύσης τους δεν δύναται να ενταχθούν στο ΕΣΚ. Επίσης, καταργούνται γενικές διατάξεις, όπως η έκδοση εγκριτικών αποφάσεων για τις μετατάξεις (παράγραφος 1 του άρθρου 68 του ν. 4002/2011) ή η συνυπογραφή των αποσπάσεων από τον Υπουργό Διοικητικής Ανασυγκρότησης, προκειμένου να διασφαλιστεί η ενιαία και χωρίς γραφειοκρατικές διαδικασίες λειτουργία του συστήματος.

Επί των άρθρων:

Άρθρο 1:

Με τη διάταξη του άρθρου 1 καθορίζεται το αντικείμενο του Κεφαλαίου Α', η καθιέρωση Ενιαίου Συστήματος Κινητικότητας για τους πολιτικούς διοικητικούς υπαλλήλους από μία δημόσια υπηρεσία σε άλλη, μέσω μετάταξης ή απόσπασης. Περαιτέρω, προσδιορίζεται ο σκοπός του Ενιαίου Συστήματος Κινητικότητας που συνίσταται στη βέλτιστη αξιοποίηση, ορθολογική κατανομή του ανθρώπινου δυναμικού σε συνδυασμό με τη διευκόλυνση των υπαλλήλων για ενίσχυση των επαγγελματικών δεξιοτήτων τους και την απόκτηση εμπειρίας.

Άρθρο 2:

Στο άρθρο 2 ορίζονται οι γενικές αρχές που διέπουν το Ενιαίο Σύστημα Κινητικότητας (ΕΣΚ), ήτοι η ισότητα, η διαφάνεια, η αξιοκρατία, η δημοσιότητα και ο εθελούσιος χαρακτήρας για τον υπάλληλο. Περαιτέρω, προσδιορίζονται οι δύο μορφές κινητικότητας: α) η μετάταξη σε κενή οργανική θέση της ίδιας ή ανώτερης κατηγορίας, για την οποία ο υπάλληλος έχει τα απαιτούμενα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα και - κατ'εξαίρεση - β) η απόσπαση που διενεργείται λόγω αποδεδειγμένων σοβαρών και επειγουσών υπηρεσιακών αναγκών για χρονικό διάστημα έως ένα (1) έτος, με δυνατότητα παράτασης έως τρεις (3) μήνες. Κατ' εξαίρεση, η διάρκεια της απόσπασης του Ειδικού Επιστημονικού Προσωπικού των συνταγματικά κατοχυρωμένων Ανεξάρτητων Αρχών και του ΕΚΔΔΑ είναι έως δύο (2) έτη με δυνατότητα παράτασης έως ένα (1) έτος. Επίσης, ορίζεται ότι οι προκηρυσσόμενες θέσεις καλύπτονται με ενιαίο τρόπο, ανεξαρτήτως εάν οι υπάλληλοι είναι μόνιμοι ή απασχολούμενοι με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου. Σε κάθε περίπτωση δε η μετάταξη διενεργείται με την ίδια σχέση εργασίας, το ίδιο ασφαλιστικό-συνταξιοδοτικό καθεστώς, καθώς και με διατήρηση τυχόν προσωπικής διαφοράς στις αποδοχές.

Άρθρο 3:

Με τη διάταξη του άρθρου 3 οριοθετείται η έκταση εφαρμογής του ΕΣΚ και ειδικότερα ορίζεται ότι υπάγονται σε αυτό υπάλληλοι που υπηρετούν σε δημόσιες υπηρεσίες, Ανεξάρτητες Αρχές, ΟΤΑ α' και β' βαθμού, ΝΠΔΔ και ΝΠΙΔ, που ανήκουν στη Γενική Κυβέρνηση. Ειδικά για τους αποφοίτους της ΕΣΔΔΑ, προκειμένου να είναι δυνατή η βέλτιστη αξιοποίησή τους, προβλέπεται ότι συμμετέχουν στο ΕΣΚ, ανεξαρτήτως του φορέα στον οποίο ανήκει η οργανική τους θέση. Περαιτέρω, εισάγονται ειδικές ρυθμίσεις α) για τις Ανεξάρτητες Αρχές, οι οποίες προκηρύσσουν τις θέσεις που προορίζονται να καλυφθούν με μετάταξη ή απόσπαση μέσω του ΕΣΚ, αλλά διατηρούν τις ισχύουσες διαδικασίες επιλογής, β) για τους υπαλλήλους του Υπουργείου Εξωτερικών, αλλά και για το ειδικό επιστημονικό προσωπικό και τους εκπαιδευτικούς η κινητικότητα των οποίων διενεργείται μόνο μέσω του ΕΣΚ. Ως εξαιρούμενοι από το ΕΣΚ ορίζονται οι δικαστικοί υπάλληλοι και οι υπάλληλοι των νοσηλευτικών ιδρυμάτων του ΕΣΥ και του ΕΚΑΒ, εκτός από τους υπαλλήλους που ανήκουν σε διοικητικούς κλάδους και τους υπαλλήλους ειδικότητας Σχολικών Φυλάκων που μεταφέρθηκαν σε θέσεις Βοηθητικού Υγειονομικού Προσωπικού σε νοσοκομεία. Επίσης, εξαιρούνται οι υπάλληλοι των Καταστημάτων Κράτησης και του Ιδρύματος Αγωγής Αρρένων Βόλου. Ωστόσο, υπάλληλοι που υπηρετούσαν σε θέσεις κλάδου Δημοτικής Αστυνομίας και μετατάχθηκαν στο πλαίσιο διαδικασιών υποχρεωτικής κινητικότητας σε Καταστήματα Κράτησης επιτρέπεται να συμμετάσχουν στο ΕΣΚ, αρχής γενομένης από το δεύτερο κύκλο κινητικότητας του έτους 2018. Η διαφοροποίηση ως προς το χρόνο ένταξης των ανωτέρω υπαλλήλων στο ΕΣΚ υπαγορεύεται από την ανάγκη διασφάλισης της εύρυθμης λειτουργίας των Καταστημάτων Κράτησης.

Άρθρο 4:

Στο άρθρο 4 καθορίζονται οι προϋποθέσεις συμμετοχής στο ΕΣΚ τόσο για τους φορείς όσο και για τους υπαλλήλους. Ειδικότερα, οι φορείς απαιτείται να έχουν προβεί στην έκδοση Οργανισμών κατόπιν αξιολόγησης των δομών τους, να έχουν καταρτίσει περιγράμματα θέσεων εργασίας, και επιπλέον να έχουν καταχωρίσει τα ως άνω στοιχεία στο ψηφιακό Οργανόγραμμα του άρθρου 16. Οι υπάλληλοι απαιτείται να έχουν συμπληρώσει διετία από το διορισμό ή, εφόσον ο διορισμός έγινε με μοριοδότηση λόγω εντοπιότητας, να έχουν συμπληρώσει τον προβλεπόμενο χρόνο παραμονής στην υπηρεσία τοποθέτησης. Επίσης, θα πρέπει να έχουν συμπληρώσει διετία α) από προηγούμενη μετάταξη για τη διενέργεια νέας μετάταξης ή απόσπασης και β) από προηγούμενη απόσπαση για τη διενέργεια νέας απόσπασης. Από την υποχρέωση συμπλήρωσης διετίας από προηγούμενη μετάταξη ή απόσπαση εξαιρούνται ορισμένες μορφές κινητικότητας: η αμοιβαία μετάταξη, η απόσπαση- μετάταξη σε απομακρυσμένες-παραμεθόριες περιοχές και η απόσπαση για συνυπηρέτηση. Περαιτέρω, γενική προϋπόθεση για τη διενέργεια μετάταξης ή απόσπασης είναι α) ο φορέας προέλευσης να έχει καλυμμένες τις θέσεις του κλάδου στον οποίο υπηρετεί ο αιτών υπάλληλος σε ποσοστό τουλάχιστον πενήντα τοις εκατό (50%) - ποσοστό που ανέρχεται στο εξηνταπέντε τοις εκατό (65%) για τους ΟΤΑ α' βαθμού που έχουν πληθυσμό μικρότερο των ενενήντα χιλιάδων (90.000) κατοίκων- και β) ο υπάλληλος να μην είναι ο μοναδικός του κλάδου του, εκτός εάν προβλέπεται στο οργανόγραμμα του φορέα μόνο μία θέση του εν λόγω κλάδου. Ειδικά στην περίπτωση μετάταξης υπαλλήλων ΟΤΑ α' βαθμού, απαιτείται επιπλέον η γνώμη του αρμόδιου για το διορισμό οργάνου.
Ειδικές ρυθμίσεις προβλέπονται για όσους υπηρετούν κατά τη δημοσίευση του νόμου σε απομακρυσμένες-παραμεθόριες περιοχές με δέσμευση δεκαετούς παραμονής, ενώ ορίζεται ότι δικαίωμα συμμετοχής στις διαδικασίες επιλογής έχουν και οι υπάλληλοι του οικείου φορέα της προκηρυσσόμενης θέσης.

Άρθρο 5:

Στο άρθρο 5 προβλέπεται η σύσταση επταμελούς Κεντρικής Επιτροπής Κινητικότητας στο Υπουργείο Διοικητικής Ανασυγκρότησης, η οποία διασφαλίζει την εύρυθμη λειτουργία του ΕΣΚ, καθώς μεταξύ των αρμοδιοτήτων της είναι να συντονίζει και να επιβλέπει την εφαρμογή του, να αξιολογεί τα αιτήματα των φορέων για τη διενέργεια αποσπάσεων και να γνωμοδοτεί για κάθε ζήτημα σχετικό με την πολιτική κινητικότητας και τη στελέχωση του Δημοσίου.

Άρθρο 6:

Με τη διάταξη του άρθρου 6 προσδιορίζονται οι διαδικασίες διενέργειας του προγράμματος κινητικότητας κατ' έτος, το οποίο αναπτύσσεται σε τρεις κύκλους μέσα στο έτος βάσει συγκεκριμένου χρονοδιαγράμματος. Για την κάλυψη των θέσεων προηγείται η αποστολή αιτημάτων από τους φορείς και ακολουθεί η ανάρτηση Πίνακα με τις διαθέσιμες θέσεις σε ηλεκτρονική εφαρμογή που δημιουργείται για το σκοπό αυτόν στην ιστοσελίδα του Υπουργείου Διοικητικής Ανασυγκρότησης, η υποβολή αιτήσεων από τους υπαλλήλους στις υπηρεσίες υποδοχής και η έκδοση των σχετικών αποφάσεων.

Άρθρο 7:

Με το άρθρο 7 καθορίζεται η διαδικασία αξιολόγησης των υποψηφίων για τις προκηρυσσόμενες θέσεις από την υπηρεσία υποδοχής και ειδικότερα από τριμελές όργανο που αποτελείται από έναν Προϊστάμενο Γενικής Διεύθυνσης, τον Προϊστάμενο Διεύθυνσης στην οποία ανήκει η προκηρυσσόμενη θέση και τον Προϊστάμενο Διεύθυνσης της αρμόδιας για θέματα προσωπικού Διεύθυνσης, ενώ ειδικότερες ρυθμίσεις προβλέπονται για τους ΟΤΑ α' βαθμού και τα ν.π.ι.δ. Στη διαδικασία επιλογής παρίσταται - με συμβουλευτικό ρόλο- ο προϊστάμενος του Τμήματος στο οποίο ανήκει η προκηρυσσόμενη θέση, ενώ παρέχεται η δυνατότητα παρακολούθησης και σε εκπρόσωπο του οικείου συλλόγου εργαζομένων, προκειμένου να διασφαλίζεται η μέγιστη δυνατή διαφάνεια. Για την αξιολόγηση των υποψηφίων καθορίζονται λεπτομερώς τα στοιχεία που λαμβάνονται υπόψη και προβλέπεται η διενέργεια συνέντευξης μεταξύ των τριών (3) επικρατέστερων για θέσεις κλάδων ΠΕ και ΤΕ κατηγοριών, διαδικασία που είναι δυνητική για την επιλογή υποψηφίων σε θέσεις κλάδων ΔΕ και ΥΕ κατηγορίας. Επίσης, εισάγεται η υποχρέωση το πρακτικό επιλογής να περιλαμβάνει συγκριτική αξιολόγηση των υποψηφίων. Η πράξη μετάταξης ή απόσπασης εκδίδεται από το αρμόδιο προς διορισμό όργανο και μετά την κοινοποίησή της στην υπηρεσία προέλευσης και στον ενδιαφερόμενο υπάλληλο, ο τελευταίος υποχρεούται να αναλάβει υπηρεσία εντός ενός (1) μηνός, με εξαίρεση τους υπαλλήλους των ΚΕΠ που έχουν προθεσμία για την ανάληψη υπηρεσίας δύο (2) μήνες από την κοινοποίηση, προκειμένου να ληφθεί μέριμνα από τον οικείο δήμαρχο για την κάλυψη της κενωθείσας θέσης.

Άρθρο 8:

Με το άρθρο 8 ορίζεται ότι η μετάταξη και η απόσπαση σε υπηρεσίες απομακρυσμένων- παραμεθόριων καθώς και σε ορεινούς -νησιωτικούς ΟΤΑ α' βαθμού διενεργείται μέσω του ΕΣΚ και διέπεται από ευνοϊκές για τους υπαλλήλους ρυθμίσεις. Η δέσμευση παραμονής στην υπηρεσία υποδοχής μετά από μετάταξη είναι δύο (2) έτη, όπως και για τις λοιπές μετατάξεις. Ειδικότερα, προβλέπεται η μείωση του απαιτούμενου χρόνου για τη βαθμολογική προαγωγή - με διαφορετικό τρόπο υπολογισμού για τη μετάταξη και την απόσπαση -, η δυνατότητα παράτασης της απόσπασης κατά ένα (1) έτος και η δυνατότητα κατά προτεραιότητα μετάταξης σε κενή οργανική θέση υπαλλήλου που έχει συμπληρώσει δύο (2) έτη απόσπασης συνεχώς.

Άρθρο 9:

Με τη διάταξη του άρθρου 9 προβλέπεται η δυνατότητα απόσπασης υπαλλήλου από μία αρχή σε άλλη που ανήκει στο ίδιο Υπουργείο ή εποπτεύεται από αυτό, κατόπιν ανακοίνωσης-πρόσκλησης που δύναται να απευθύνεται σε έναν ή περισσότερους φορείς και με ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων για το ΕΣΚ. Σε περίπτωση που δεν υπάρχει εκδήλωση ενδιαφέροντος και συντρέχουν σοβαρές και επείγουσες υπηρεσιακές ανάγκες είναι δυνατή η υποχρεωτική απόσπαση, μετά όμως από σύμφωνη γνώμη του υπηρεσιακού συμβουλίου της υπηρεσίας προέλευσης. Η διάρκεια της ανωτέρω απόσπασης είναι μέχρι ένα (1) έτος, εφόσον διενεργείται εντός του ίδιου νομού, και μέχρι έξι (6) μήνες σε περίπτωση που διενεργείται σε άλλο νομό από αυτόν της οργανικής θέσης του υπαλλήλου.

Άρθρο 10:

Με το άρθρο 10 ρυθμίζεται η δυνατότητα αμοιβαίας μετάταξης μεταξύ υπαλλήλων που ανήκουν στην ίδια κατηγορία και κατέχουν τα τυπικά προσόντα του κλάδου στον οποίο μετατάσσονται. Τα αιτήματα των υπαλλήλων αποστέλλονται στην Κεντρική Επιτροπή Κινητικότητας, αναρτώνται στην ηλεκτρονική εφαρμογή για την κινητικότητα του Υπουργείου Διοικητικής Ανασυγκρότησης και οι ενδιαφερόμενοι υποβάλλουν ηλεκτρονική αίτηση προς το φορέα του υπαλλήλου που αιτήθηκε την αμοιβαία μετάταξη. Για τις λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου προβλέπεται η έκδοση απόφασης του Υπουργού Διοικητικής Ανασυγκρότησης.

Άρθρο 11:

Με τη διάταξη του άρθρου 11 εισάγεται δυνατότητα απόσπασης για συνυπηρέτηση στην περιοχή που υπηρετεί σύζυγος ή συμβιών, κατά την έννοια του άρθρ. 1 του ν. 4356/2015, δημόσιος υπάλληλος δημόσιας υπηρεσίας, ν.π.δ.δ., ΟΤΑ α' και β' βαθμού και ν.π.ι.δ. ή λειτουργός, κατά προτεραιότητα εκτός νομού Αττικής. Οι αποσπάσεις διενεργούνται με απόφαση των οικείων Υπουργών, κατόπιν γνωμοδότησης της Κεντρικής Επιτροπής Κινητικότητας, και γίνονται σε θέσεις που έχουν ζητήσει οι φορείς να καλύψουν μέσω του ΕΣΚ με αποσπώμενους. Η διάρκεια της απόσπασης είναι έως δύο (2) έτη, με δυνατότητα παράτασης για δύο (2) έτη ακόμη, στην ίδια υπηρεσία ή σε άλλη υπηρεσία της ίδιας περιοχής, προκειμένου να εξυπηρετούνται οι υπηρεσιακές ανάγκες. Ειδικές διατάξεις περί συνυπηρέτησης, όπως η συνυπηρέτηση με ένστολο σύζυγο, διατηρούνται σε ισχύ.

Άρθρο 12:

Με τη διάταξη του άρθρου 12 αντικαθίσταται η διάταξη του άρθρου 68 για την απόσπαση του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων νπδδ (ν. 3528/2007), προκειμένου να εναρμονίζεται με το ΕΣΚ.

Άρθρο 13:

Με τη διάταξη του άρθρου 13 αντικαθίσταται η διάταξη του άρθρου 71 για τη μετάταξη σε άλλη υπηρεσία του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων νπδδ (ν. 3528/2007), προκειμένου να εναρμονίζεται με το ΕΣΚ.

Άρθρο 14:

Με τη διάταξη του άρθρου 14 αντικαθίσταται η διάταξη του άρθρου 73 για τη μετάταξη εντός του ίδιου φορέα του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ (ν. 3528/2007), προκειμένου να περιλαμβάνει τις αναγκαίες για τη διαδικασία των μετατάξεων ρυθμίσεις εντός του ίδιου φορέα.

Άρθρο 15:

Με την προτεινόμενη διάταξη καθορίζεται ο τρόπος κάλυψης των δαπανών μισθοδοσίας των υπαλλήλων που μετατάσσονται ή αποσπώνται από εποπτευόμενους φορείς εντός Γενικής Κυβέρνησης, η μισθοδοσία των οποίων δεν βαρύνει άμεσα τον τακτικό προϋπολογισμό.
Η προβλεπόμενη διαδικασία για την ανακατανομή των πιστώσεων δεν εφαρμόζεται όταν οι φορείς προέλευσης είναι εκτός Γενικής Κυβέρνησης, ώστε να εξασφαλίζεται η δημοσιονομική ουδετερότητα στον προϋπολογισμό της Γενικής Κυβέρνησης. Επιπλέον γίνεται απαραιτήτως εντός των ανώτατων ορίων δαπανών, όπως έχουν περιληφθεί στο εκάστοτε ισχύον Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής.

Άρθρο 16:

Με τη διάταξη του άρθρου 16 εισάγεται η υποχρέωση δημιουργίας ψηφιακού Οργανογράμματος της Δημόσιας Διοίκησης και Τοπικής Αυτοδιοίκησης, στο οποίο αποτυπώνεται η διάρθρωση των οργανικών μονάδων, η στελέχωση των φορέων του Δημοσίου, όπως ορίζονται στην παρ. 1 του άρθρου 3, καθώς και τα αντίστοιχα περιγράμματα θέσεων εργασίας. Το ψηφιακό Οργανόγραμμα συνιστά μία βάση δεδομένων που τηρείται σε κεντρικό ιστότοπο και επικαιροποιείται από κάθε φορέα, ενώ την ευθύνη της διαχείρισης της υπολογιστικής υποδομής του ψηφιακού Οργανογράμματος έχει το Υπουργείο Διοικητικής Ανασυγκρότησης σε συνεργασία με το Υπουργείο Οικονομικών. Κάθε σχετική λεπτομέρεια εφαρμογής του παρόντος νόμου ρυθμίζεται με απόφαση του Υπουργού Διοικητικής Ανασυγκρότησης εντός ενός (1) μηνός από την έναρξη ισχύος του παρόντος.

Άρθρο 17:

Το άρθρο 17 ορίζει ότι για τους περιλαμβανομένους σε πίνακες διοριστέων του ΑΣΕΠ ή των φορέων του άρθρου 14 του ν.2190/1994 που εκδόθηκαν μετά την 1.1.2009, το διάστημα που έχει παρεμβληθεί από τη λήξη της προθεσμίας των τεσσάρων (4) μηνών για το διορισμό έως την κατάρτιση της υπαλληλικής σχέσης συνυπολογίζεται για τη συμπλήρωση του διαστήματος της οκταετίας (παρ. 2 του άρθρου 70 του ν.3528/2007 και στην παρ. 2 του άρθρου 76 του ν. 3584/2007). Με την εν λόγω ρύθμιση ο υπολογισμός της οκταετούς υποχρεωτικής παραμονής, ανατρέχει στη λήξη της προβλεπόμενης προς διορισμό προθεσμίας, προκειμένου να μην δυσχεραίνεται η μετάταξη των εν λόγω υπαλλήλων σε κλάδο ανώτερης κατηγορίας, λόγω της καθυστέρησης διορισμού τους μετά την έκδοση των πινάκων διοριστέων.

Άρθρο 18:

Με τις διατάξεις του άρθρου 18 ρυθμίζονται ζητήματα που αφορούν την ολοκλήρωση των εκκρεμών μετατάξεων κατά τη δημοσίευση του νόμου και τη δυνατότητα μετάταξης αποσπασμένων υπαλλήλων ή υπαλλήλων που έχει κινηθεί η διαδικασία απόσπασης τους με ανακοίνωση-πρόσκληση πριν από τη δημοσίευση του νόμου. Στην τελευταία περίπτωση εφαρμόζονται οι ρυθμίσεις για τη μετάταξη των ήδη αποσπασμένων, με εξαίρεση την υποχρέωση υποβολή σχετικής αίτησης εντός ενός (1) μηνός από την έναρξη ισχύος του νόμου. Σε κάθε περίπτωση καταληκτική προθεσμία για την ολοκλήρωση των εν λόγω μετατάξεων είναι η 30η Ιουνίου 2017, ενώ όσοι δεν μεταταχθούν επιστρέφουν στις υπηρεσίες που ανήκει η οργανική τους θέση. Σκοπός των ανωτέρω ρυθμίσεων είναι να δοθεί η δυνατότητα στους φορείς να προβούν σε μετατάξεις υπαλλήλων που είναι ήδη αποσπασμένοι ή έχει κινηθεί η διαδικασία απόσπασης τους κατόπιν ανακοίνωσης-πρόσκλησης για την κάλυψη πάγιων αναγκών τους. Παράλληλα, για την εξυπηρέτηση των αναγκών των υπηρεσιών, επιτρέπεται έως την έναρξη εφαρμογής του ΕΣΚ στις 15.4.2017, ημερομηνία που συνιστά κατ' έτος την αφετηρία του δεύτερου κύκλου κινητικότητας, η διενέργεια αποσπάσεων με τις ισχύουσες μέχρι τη δημοσίευση του νόμου διατάξεις και με μέγιστη διάρκεια ένα (1) έτος από την έναρξη εφαρμογής του ΕΣΚ.

Άρθρο 19:

Στο άρθρο 19 προβλέπεται η κατάργηση κάθε διάταξης περί απόσπασης ή μετάταξης που αντίκειται στις διαδικασίες, τους όρους και τις προϋποθέσεις διενέργειας που θέτει το ΕΣΚ, με την επιφύλαξη των προβλεπομένων στις μεταβατικές διατάξεις του άρθρου 18 και με εξαίρεση ορισμένες διατάξεις για αποσπάσεις και ειδικές περιπτώσεις μετατάξεων που εξυπηρετούν ιδιαίτερες ανάγκες και δεν δύναται να ενταχθούν στο ΕΣΚ. Επίσης, καταργούνται γενικές διατάξεις που δεν εναρμονίζονται με το ΕΣΚ , όπως διατάξεις περί μετάταξης και απόσπασης στον Υπαλληλικό Κώδικα και στον Κώδικα Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων, η έκδοση εγκριτικών αποφάσεων για τις μετατάξεις (παράγραφος 1 του άρθρου 68 του ν. 4002/2011), η μετάταξη με μεταφορά της θέσης (παράγραφος 5 του άρθρου 35 του ν. 4024/2011) και η συνυπογραφή των αποσπάσεων από τον Υπουργό Διοικητικής Ανασυγκρότησης (παράγραφος 16 άρθρου ένατου ν. 4057/2012).

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β
Υποχρεώσεις των προσώπων που διορίζονται στις θέσεις των άρθρων 6 και 8 του ν. 4369/2016, ασυμβίβαστα και πρόληψη των περιπτώσεων σύγκρουσης συμφερόντων.


Με τα άρθρα 20 έως 23 προσδιορίζονται οι υποχρεώσεις, τα ασυμβίβαστα άσκησης καθηκόντων για τα πρόσωπα που διορίζονται σε θέσεις στους φορείς της Κεντρικής Διοίκησης όπως και στους φορείς του ευρύτερου δημοσίου τομέα κατά τα οριζόμενα στα άρθρα 6 και 8 του ν. 4369/2016, καθώς και οι περιπτώσεις που συνιστούν σύγκρουση συμφερόντων για τα πρόσωπα αυτά κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, όπως και οι υποχρεώσεις των προσώπων αυτών μετά τη λήξη της θητείας τους. Σκοπός των διατάξεων είναι η διασφάλιση της χρηστής διακυβέρνησης στην δημόσια διοίκηση από πρόσωπα σε θέσεις υψηλών διαχειριστικών καθηκόντων, με την ενίσχυση της ακεραιότητας, της αμεροληψίας, και με την πρόληψη, τον εντοπισμό και την άμεση θεραπεία περιπτώσεων σύγκρουσης συμφερόντων.
Με τις εν λόγω διατάξεις θεσπίζονται διαδικασίες επιβολής και ελέγχου προκειμένου να αποτραπεί το φαινόμενο των «περιστρεφόμενων θυρών» ή της μετακίνησης των ανωτέρω προσώπων από και προς τον ιδιωτικό τομέα. Συγκεκριμένα προβλέπονται ασυμβίβαστα σχετικά με την δραστηριότητα των προσώπων αυτών και των στενών συγγενών τους στον ιδιωτικό τομέα, προβλέπεται δε υποχρεωτική αποχή από τυχόν δραστηριότητά τους στον ιδιωτικό τομέα για μία διετία από τη λήξη της θητείας τους, εφόσον υφίσταται κίνδυνος σύγκρουσης συμφερόντων με τα ασκηθέντα δημόσια καθήκοντά τους.
Οι διατάξεις αυτές αποτελούν εφαρμογή συναφών κανόνων και συστάσεων διεθνών και ευρωπαϊκών Οργάνων, όπως η Σύμβαση του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών κατά της διαφθοράς, που κυρώθηκε στην Ελλάδα με το ν. 3666/2008 (άρθρο 12), αλλά και το Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11ης Ιουνίου 2013 σχετικά με το οργανωμένο έγκλημα, τη διαφθορά και τη νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές ενέργειες (σημείο 63).

Επί των άρθρων:

Άρθρο 20

Με τις διατάξεις του άρθρου 20 προβλέπονται οι γενικές υποχρεώσεις των προσώπων που διορίζονται στις θέσεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 6 και της παραγράφου 1 του άρθρου 8 του ν. 4369/2016. Συγκεκριμένα, με την παράγραφο 1 του άρθρου 20 προβλέπεται ρητά η υποχρέωση των προσώπων που αναλαμβάνουν θέσεις στους φορείς της Κεντρικής Διοίκησης, όπως και στους φορείς του ευρύτερου δημοσίου τομέα, κατά τα οριζόμενα στις διατάξεις των άρθρων 6 και 8 του Ν. 4369/2016, να εκτελούν τα καθήκοντα τους με ακεραιότητα, αντικειμενικότητα, αμεροληψία, διαφάνεια και κοινωνική υπευθυνότητα, να ενεργούν αποκλειστικά υπέρ του δημοσίου συμφέροντος καθώς και να τηρούν τους κανόνες εχεμύθειας και εμπιστευτικότητας για θέματα για τα οποία έλαβαν γνώση κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.
Στην παράγραφο 2 ορίζεται ότι προς διασφάλιση των ως άνω υποχρεώσεων απαιτείται η πρόβλεψη ασυμβιβάστων και μέτρων πρόληψης περιπτώσεων σύγκρουσης συμφερόντων με συμπληρωματική εφαρμογή κάθε ειδικής διάταξης περί ασυμβιβάστου και περιορισμού κατοχής των εν λόγω θέσεων.

Άρθρο 21

Στο άρθρο 21 προβλέπονται τα ασυμβίβαστα άσκησης καθηκόντων κατά τη διάρκεια της θητείας των προσώπων που αναλαμβάνουν τις θέσεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 6 και της παραγράφου 1 του άρθρου 8 του ν. 4369/2016. Ειδικότερα στην παράγραφο 1 προβλέπεται η αναστολή οποιουδήποτε δημοσίου λειτουργήματος, συμπεριλαμβανομένης της άσκησης δικηγορίας, καθώς και η αναστολή άσκησης καθηκόντων σε οποιαδήποτε θέση στο Δημόσιο ή σε νομικά πρόσωπα του δημοσίου τομέα.
Στην παράγραφο 2 προβλέπεται η απαγόρευση άσκησης στον ιδιωτικό τομέα οποιουδήποτε είδους επαγγελματικής δραστηριότητας όμοιας ή ανάλογης με τη δραστηριότητα του Φορέα, στον οποίο επιλέγονται καθώς και η απαγόρευση συμμετοχής στο κεφάλαιο ή στην διοίκηση νομικών προσώπων με αντικείμενο όμοιας ή παρεμφερούς δραστηριότητας με εκείνη του φορέα στον οποίο επιλέγονται. Ομοίως προβλέπεται η απαγόρευση παράλληλης κατοχής άλλων θέσεων των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 6 και της παραγράφου 1 του άρθρου 8 του ν. 4369/2016 ή άλλων θέσεων προϊσταμένου οποιασδήποτε οργανικής μονάδας στο Δημόσιο ή σε νομικά πρόσωπα του δημοσίου τομέα.
Στην παράγραφο 3 προβλέπονται αντίστοιχες απαγορεύσεις (απασχόληση σε θέση ευθύνης, συμμετοχή στο κεφάλαιο ή στη διοίκηση σε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου με αντικείμενο όμοιας ή παρεμφερούς δραστηριότητας με εκείνη του φορέα στον οποίο επιλέγονται) και για τους συζύγους, συμβιούντες και τα τέκνα των προσώπων που αναλαμβάνουν τις εν λόγω θέσεις.
Στην παράγραφο 4 προβλέπεται ότι τα σχετικά δικαιολογητικά μη συνδρομής των ανωτέρω προϋποθέσεων προσκομίζονται το αργότερο κατά τον χρόνο ανάληψης των καθηκόντων, ενώ σχετική υπεύθυνη δήλωση υποβάλλεται ήδη με την υποβολή της υποψηφιότητας.
Τέλος στην παράγραφο 5 προβλέπεται ότι η διαπίστωση των ασυμβιβάστων συνεπάγεται αυτοδίκαιη έκπτωση των ως άνω προσώπων από τη θέση, για την οποία έκπτωση εκδίδεται διαπιστωτική πράξη του αρμόδιου Υπουργού ή του Υπουργού που εποπτεύει το φορέα.

Άρθρο 22

Στην παράγραφο 1 του εν λόγω άρθρου δίδεται ο ορισμός της σύγκρουσης συμφερόντων για τα πρόσωπα που διορίζονται στις θέσεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 6 και της παραγράφου 1 του άρθρου 8 του ν. 4369/2016, ως οποιαδήποτε κατάσταση, κατά την οποία υφίσταται ιδιωτικό συμφέρον που είναι ικανό να επηρεάσει την αμερόληπτη και αντικειμενική εκτέλεση των καθηκόντων τους. Στην παράγραφο 2 αναλύεται η έννοια της προηγούμενης σχέσης του προσώπου που έχει διοριστεί σε θέση του άρθρου 6 ή 8 του ν. 4369/2016 με φυσικά ή νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου της ημεδαπής ή της αλλοδαπής που εμπλέκονται ή σχετίζονται με αρμοδιότητες του φορέα ως χαρακτηριστική και πάντως όχι μοναδική περίπτωση σύγκρουσης συμφερόντων. Προηγούμενη σχέση υφίσταται ιδίως, όταν τα πρόσωπα αυτά είχαν επαγγελματική δραστηριότητα κατά την τελευταία τριετία πριν από την έναρξη της θητείας τους που συνίστατο στην παροχή οποιασδήποτε υπηρεσίας, εργασίας ή έργου, είτε από τον ίδιο είτε από νομικό πρόσωπο, στο κεφάλαιο ή τη διοίκηση του οποίου αυτά συμμετείχαν, προς τρίτο, φυσικό ή νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου της ημεδαπής ή της αλλοδαπής με αντικείμενο όμοιας ή παρεμφερούς δραστηριότητας με εκείνη του φορέα σε θέση του οποίου έχουν επιλεγεί, ή προς τον ίδιο το φορέα ή εις βάρος αυτού, ή όταν τα πρόσωπα αυτά συμμετείχαν κατά την τελευταία τριετία στο κεφάλαιο ή στην διοίκηση νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου της ημεδαπής ή της αλλοδαπής με όμοια ή παρεμφερή δραστηριότητα με το αντικείμενο του φορέα σε θέση του οποίου έχουν επιλεγεί. Ρητά ορίζεται ότι προηγούμενη σχέση θεωρείται ότι υπάρχει και στις περιπτώσεις που την ανωτέρω επαγγελματική δραστηριότητα ή συμμετοχή στο κεφάλαιο ή στην διοίκηση των φυσικών ή νομικών προσώπων είχαν ο σύζυγος ή ο συμβιών με τα πρόσωπα αυτά, κατά την έννοια του άρθρου 1 του ν. 4356/2015 ή τα τέκνα τους κατά την τελευταία τριετία πριν από το διορισμό στις θέσεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 6 και της παραγράφου 1 του άρθρου 8 του ν. 4369/2016. Στην παράγραφο 3 προβλέπεται η υποχρέωση των ως άνω προσώπων να απέχουν από τη διαχείριση συγκεκριμένων υποθέσεων δηλώνοντας κώλυμα, εφόσον συντρέχει περίπτωση σύγκρουσης συμφερόντων κατά τα οριζόμενα στις παραγράφους 1 και 2.
Με την παράγραφο 4 προβλέπονται οι κυρώσεις σε περίπτωση που διαπιστωθεί με οποιονδήποτε τρόπο παράβαση των υποχρεώσεων του σχετικού άρθρου, οι οποίες είναι οι οριζόμενες στην παράγραφο 5 του άρθρου 21 και οι περιπτώσεις β) και γ) της παραγράφου 3 του άρθρου 23 με την έκδοση των σχετικών υπουργικών αποφάσεων και με ανάρτησή τους στην ιστοσελίδα του ΑΣΕΠ πλέον των υποχρεώσεων δημοσιότητας βάσει των διατάξεων του ν. 3861/2010 (ΑΊ12).

Άρθρο 23

Με τις διατάξεις του άρθρου 23 ρυθμίζεται η αποφυγή καταστάσεων σύγκρουσης συμφερόντων μετά την λήξη της θητείας των προσώπων που διορίστηκαν στις θέσεις των άρθρων 6 και 8 του ν. 4369/2016, ιδίως μέσω των «περιστρεφόμενων θυρών».
Με τις παραγράφους 1 και 2 του ως άνω άρθρου επιβάλλεται η υποχρεωτική αποχή των ως άνω προσώπων για δύο (2) έτη μετά τη λήξη της θητείας τους από κάθε ιδιωτική δραστηριότητα σχετιζόμενη με τα καθήκοντα που άσκησαν, εφόσον αυτή μπορεί να δημιουργήσει κατάσταση σύγκρουσης συμφερόντων, ιδίως: α)μέσω της παροχής εκ μέρους τους υπηρεσιών - με έμμισθη εντολή ή με οποιαδήποτε έννομη σχέση - σε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου της ημεδαπής ή της αλλοδαπής, που σχετίζονται με ζητήματα που διαχειρίστηκαν οι ίδιοι ή με αποφάσεις που ελήφθησαν κατά την διάρκεια της θητείας τους ή β)μέσω της συμμετοχής τους στο κεφάλαιο ή στην διοίκηση των νομικών αυτών προσώπων.
Ρητά προβλέπεται εξαίρεση από περιπτώσεις απόκτησης μετοχών, εταιρικών μεριδίων ή άλλων δικαιωμάτων μέσω κληρονομικού δικαιώματος. Απαγορεύεται επίσης η ανάληψη υπεράσπισης ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο επιμέλεια υποθέσεων του Φορέα ή η προσφυγή ενώπιον των δικαστηρίων κατά του Φορέα αυτού από τα πρόσωπα αυτά.
Για την απόδειξη των ανωτέρω περιπτώσεων οι διορισθέντες, καθώς και οι σύζυγοι ή οι συμβιούντες με αυτά και τα τέκνα υποβάλλουν επί τρία έτη από τον χρόνο λήξης των καθηκόντων τους Δήλωση οικονομικών συμφερόντων του άρθρου 229 του ν. 4281/2014. Ειδικά οι διορισθέντες υποβάλλουν επιπλέον ειδική δήλωση για αποχή από την άσκηση των ως άνω δραστηριοτήτων στην αρμόδια Μονάδα Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης της Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και της Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας και Ελέγχου Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 3 του ν.3213/2003.
Με την παράγραφο 3 προβλέπονται οι κυρώσεις και οι σχετικές διαδικασίες που ακολουθούνται, εφόσον διαπιστωθεί αρμοδίως η σχετική παράβαση. Στα μέτρα περιλαμβάνεται η επιβολή προστίμου ίσου με το διπλάσιο των συνολικών αποδοχών και αποζημιώσεων που έλαβε το πρόσωπο αυτό κατά τη διάρκεια της θητείας του με Απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, απαγόρευση διορισμού στις θέσεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 6 και της παραγράφου 1 του άρθρου 8 του ν. 4369/2016 για περίοδο δέκα ετών από την διαπίστωση της παράβασης ή ισοβίως, σε περίπτωση που για οποιονδήποτε λόγο δεν καταβληθεί το προηγούμενο πρόστιμο με Απόφαση του Υπουργού Διοικητικής Ανασυγκρότησης, καθώς και διαγραφή από το Εθνικό Μητρώο Επιτελικών Στελεχών Δημόσιας Διοίκησης, σύμφωνα με τα οριζόμενα στα άρθρα 3 και 5 του ν. 4369/2016.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ
Λοιπές Διατάξεις

Άρθρο 24


Η νομοθετική ρύθμιση για την διαδικασία έκδοσης και διακίνησης διοικητικών πράξεων και άλλων εγγράφων στο Δημόσιο αποκλειστικά μέσω Τεχνολογιών Πληροφορικής και Επικοινωνίας (ΤΠΕ) κρίνεται απαραίτητη λόγω της αναγκαιότητας μείωσης των γραφειοκρατικών δομών, της ανάγκης εξοικονόμησης κόστους και ανθρωποωρών εργασίας, του γενικού αιτήματος για διαφάνεια στην δημόσια διοίκηση και της ανάγκης να καταστεί η δημόσια διοίκηση πιο φιλική προς το περιβάλλον λαμβανομένων υπ' όψιν και των τεχνικών δυνατοτήτων υλοποίησης. Οι διατάξεις του ν. 3979/2011 για την ηλεκτρονική διακυβέρνηση, ιδίως τα άρθρα 12 ως 20, και του π.δ. 150/2001 για την ηλεκτρονική υπογραφή συνιστούσαν μια βασική θεσμική πρόνοια για την εισαγωγή των ηλεκτρονικών εγγράφων στη λειτουργία της δημόσιας διοίκησης, χωρίς εν τούτοις μέχρι σήμερα να έχει θεσπιστεί το απαιτούμενο νομικό πλαίσιο που θα καθιστά υποχρεωτική την ηλεκτρονική διαδικασία έκδοσης αποφάσεων και πράξεων και διακίνησής τους μεταξύ των φορέων του δημοσίου τομέα.
Εν όψει των ανωτέρω κρίνεται απαραίτητη η εν λόγω νομοθετική ρύθμιση περί ηλεκτρονικής διαδικασίας έκδοσης και διακίνησης διοικητικών πράξεων και εγγράφων στο δημόσιο τομέα.
Με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 12 του ν. 3979/2011, όπως το εν λόγω άρθρο τροποποιείται με το άρθρο 24 του παρόντος, προβλέπεται ότι όλες οι διαδικασίες που καταλήγουν στην έκδοση διοικητικών πράξεων εκ μέρους των φορέων του δημοσίου, όπως η σύνταξη, η προώθηση για υπογραφή, η θέση της υπογραφής, καθώς και λοιπές διαδικασίες χειρισμού εγγράφων εντός της κάθε υπηρεσίας, όπως η χρέωση προς ενέργεια εισερχόμενων εγγράφων, η εσωτερική διακίνησή τους καθώς και η αρχειοθέτηση αυτών, πραγματοποιούνται αποκλειστικά μέσω Τεχνολογιών Πληροφορικής και Επικοινωνιών (ΤΠΕ) με χρήση προηγμένης ψηφιακής υπογραφής και χρονοσήμανσης. Για τυχόν εξαιρέσεις από την εφαρμογή των ανωτέρω, προβλέπεται η δυνατότητα έκδοσης κοινής απόφασης του Υπουργού Διοικητικής Ανασυγκρότησης και του οικείου Υπουργού. Κάθε φορέας του δημοσίου τομέα μεριμνά για την προσαρμογή των επιχειρησιακών διαδικασιών του, ούτως ώστε να γίνεται βέλτιστη εφαρμογή της ηλεκτρονικής διαχείρισης εγγράφων. Περαιτέρω στην παράγραφο 2 προβλέπεται η αποκλειστική χρήση ΤΠΕ μόνο για κάθε είδους διακίνηση, διαβίβαση, κοινοποίηση και ανακοίνωση διοικητικών πράξεων και εγγράφων μεταξύ διαφορετικών φορέων του δημοσίου τομέα χωρίς να προβλέπεται αντίστοιχη υποχρεωτική χρήση ΤΠΕ κατά το τελικό στάδιο της υπογραφής των πράξεων από περισσότερους συναρμόδιους φορείς. Η διαφοροποίηση αυτή κρίνεται αναγκαία μέχρι την επίτευξη πλήρους διαλειτουργικότητας μεταξύ των Συστημάτων Ηλεκτρονικής Διαχείρισης Εγγράφων που χρησιμοποιούν οι διάφοροι φορείς.
Στην παράγραφο 3 η χρήση ΤΠΕ για τη διακίνηση, διαβίβαση, κοινοποίηση και ανακοίνωση διοικητικών πράξεων και εγγράφων κάθε είδους μεταξύ φορέων του δημόσιου τομέα και τρίτων, φυσικών και νομικών προσώπων, προβλέπεται ως προαιρετική.
Από τη διακίνηση, διαβίβαση, κοινοποίηση και ανακοίνωση εγγράφων σύμφωνα με τις παραγράφους 2 και 3 εξαιρούνται τα έγγραφα για τα οποία προβλέπεται από το νόμο απαγόρευση χορήγησης αντιγράφων και ο οικείος φορέας του δημόσιου τομέα οφείλει να ενημερώνει εγκαίρως και με τον προσφορότερο κάθε φορά τρόπο τον ενδιαφερόμενο για την εξαίρεση αυτή.
Στην παράγραφο 5 προβλέπεται ότι με κοινή απόφαση του Υπουργού Διοικητικής Ανασυγκρότησης και του Υπουργού Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης ορίζονται τα πρότυπα και οι ελάχιστες προδιαγραφές μορφής και αναγκαίων στοιχείων των ηλεκτρονικών εγγράφων που εκδίδουν οι φορείς του δημόσιου τομέα καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα.
Στην παράγραφο 6 προβλέπεται ότι το Υπουργείο Διοικητικής Ανασυγκρότησης καθώς και το Υπουργείο Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης μεριμνούν για τη λειτουργία κεντρικού Συστήματος Ηλεκτρονικής Διαχείρισης Εγγράφων (Σ.Η.Δ.Ε.), το οποίο θα παρέχεται ως υπηρεσία σε όλους τους φορείς του Δημοσίου. Κάθε φορέας δε οφείλει να μεριμνά για την ένταξή του στο κεντρικό ΣΗΔΕ καθώς και για την απόκτηση προηγμένης ψηφιακής υπογραφής από την Αρχή Πιστοποίησης Ελληνικού Δημοσίου (ΑΠΕΔ). Μέριμνα λαμβάνεται για τους φορείς που διαθέτουν ήδη Σ.Η.Δ.Ε., οι οποίοι μπορούν να συνεχίσουν τη λειτουργία του για περιορισμένο χρονικό διάστημα, μέχρι να ολοκληρώσουν τη μετάβασή τους στο κεντρικό Σ.Η.Δ.Ε. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Διοικητικής Ανασυγκρότησης και του Υπουργού Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης καθορίζονται τα κοινά πρότυπα διασύνδεσης και διαλειτουργικότητας των ΣΗΔΕ, οι διαδικασίες καθώς και τα σχέδια μετάβασης στο κεντρικό σύστημα. Για το συντονισμό της εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος, καθώς και για τη διατύπωση των σχετικών προτύπων αρμόδιο ορίζεται το Υπουργείο Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης, ενώ για την υποστήριξη των φορέων του δημόσιου τομέα η αρμοδιότητα ανατίθεται στη Γενική Διεύθυνση Μεταρρυθμιστικής Πολιτικής και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης του Υπουργείου Διοικητικής Ανασυγκρότησης.
Η ρύθμιση τίθεται σε εφαρμογή για το σύνολο των Υπουργείων την 1η Ιουλίου 2017 με δυνατότητα παράτασης έως την 1η Ιανουαρίου 2018 μόνο για εξαιρετικές και ειδικά αιτιολογημένες περιπτώσεις και με κοινή απόφαση του Υπουργού Διοικητικής Ανασυγκρότησης και του καθ' ύλην αρμόδιου Υπουργού. Η ημερομηνία έναρξης ισχύος για τους υπόλοιπους φορείς του δημοσίου, όπως τα ν.π.δ.δ., τις ανεξάρτητες και ρυθμιστικές αρχές, το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους και τους ΟΤΑ α' και β' βαθμού, θα οριστεί με απόφαση του Υπουργού Διοικητικής Ανασυγκρότησης και σε κάθε περίπτωση όχι αργότερα από την 31η Δεκεμβρίου 2018. Κάθε πράξη και κάθε απόφαση που εκδίδονται μετά την παρέλευση των ανωτέρω ημερομηνιών κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος δεν εκτελούνται. Τέλος, με κοινή απόφαση του Υπουργού Διοικητικής Ανασυγκρότησης και του Υπουργού Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης ρυθμίζονται τεχνικά θέματα και λεπτομέρειες για την εφαρμογή διατάξεων του εν λόγω άρθρου. Με την εφαρμογή της εν λόγω ρύθμισης εκτιμάται ότι θα επιτευχθεί δημοσιονομική εξοικονόμηση της τάξεως των 400 εκατομμυρίων ευρώ κατά έτος, σύμφωνα με σχετική μελέτη του ΙΟΒΕ του 2014, στοιχεία της οποίας παρατίθενται παρακάτω.
Αναλογιζόμενοι ότι από το 2001 υφίσταται το νομικό πλαίσιο για την εισαγωγή της προηγμένης ηλεκτρονικής υπογραφής χωρίς να έχει καταστεί ενεργό και χωρίς να έχει θωρακισθεί περαιτέρω, το ελληνικό Δημόσιο έχει δαπανήσει τα τελευταία 15 έτη περίπου 6 δις ευρώ, εμμένοντας στην χρήση χαρτιού και έντυπης διαδικασίας δημιουργίας και ροής εγγράφων.
Η εξοικονόμηση που επιτυγχάνεται υπερκαλύπτει το όποιο κόστος χρειαστεί για τη δημιουργία και συντήρηση των Συστημάτων Ηλεκτρονικής Διαχείρισης Εγγράφων, και με δεδομένη την κρίσιμη δημοσιονομική κατάσταση της χώρας με βάση και την τριετή συμφωνία δανειοδότησης 2015-2018, το Δημόσιο μπορεί άμεσα να εξοικονομήσει παραγωγικά για τα έτη 2017-2018 ποσό της τάξης των 800 εκ. ευρώ.

Στοιχεία Μελέτης ΙΟΒΕ - Οικονομική επίδραση των Ψηφιακών Υπογραφών
(ICT Adoption and Digital Growth in Greece - Δεκέμβριος 2014)

Η στροφή της δημόσιας διοίκησης από την εντατική χρήση των εντύπων στη μηδαμινή χρήση,
συμπεριλαμβανομένων όλων των εργασιών που απαιτούσαν υπογραφή, είναι ένα φιλόδοξο μεν αλλά πολλά υποσχόμενο έργο.

Πίνακας 1: Βασικές υποθέσεις ποσοτικοποίησης ωφελειών

Υπάλληλοι δημοσίου τομέα (2013) 600.000 άτομα
Αριθμός υπογραφόντων 65% των υπαλλήλων του δημοσίου τομέα (2013) εκτυπώνει και υπογράφει έγγραφα
Μικτός μισθός των υπαλλήλων χαμηλής εκπαίδευσης που εκτελούν την αποστολή φαξ, έκδοση αντιτύπων κ.λ.π. 2.200 ευρώ/μήνα
Αριθμός εργάσιμων ημερών το χρόνο 220
Κόστος εκτύπωσης ανά σελίδα Με βάση τις πραγματικές δαπάνες του δημοσίου σε χαρή και μελάνι (Δημόσια Σύμβαση 2009) προσαρμοσμένη για το έτος 2013
Κόστος για αποστολή φαξ, σκανάρισμα και αρχειοθέτηση ανά έγγραφο Εκτιμώμενο πραγματικό κόστος βασιζόμενο στον χρόνο που απαιτείται και στον μικτό μισθό των υπαλλήλων χαμηλής εκπαίδευσης που εκτελούν αυτές τις ενέργειες
ΕΛΤΑ 3 μέρες παράδοση, κόστος ανά έγγραφο 0,830 €
Courier παράδοση σε μια μέρα, κόστος αποστολής ανά έγγραφο 5 €
Χρόνος για αποστολή φαξ, σκανάρισμα, και αρχειοθέτησης ανά έγγραφο 3 λεπτά
Χρόνος ανάκτησης εγγράφου ανά έγγραφο 30 λεπτά
Χρόνος αντικατάστασης χαμένων εγγράφων ανά έγγραφο 60 λεπτά

Επίσης για να μπορέσουμε να υπολογίσουμε το ποσοτικό όφελος από την υιοθέτηση της ψηφιακής υπογραφής, είναι απαραίτητο να κάνουμε και τις ακόλουθες υποθέσεις:

Πίνακας 2 : Συμπληρωματικές υποθέσεις ποσοτικοποίησης ωφελειών

    Βάση
Γενικά Αριθμός εγγράφων ανά υπογράφοντα ανά εργάσιμη μέρα 6
Αριθμός σελίδων ανά υπογεγραμμένο έγγραφο 3.5
Αριθμός υπογραφών ανά υπογεγραμμένο έγγραφο 2
Σκανάρισμα εγγράφων που σκανάρονται 1%
Αρχειοθέτηση εγγράφων που αρχειοθετούνται 50%
Εξωτερική Δρομ/γηση Αποστολή φαξ εγγράφων που αποστέλλονται με φαξ 1%
Αποστολή την ίδια μέρα εγγράφων που αποστέλλονται 5%
Αποστολή την επόμενη μέρα εγγράφων που αποστέλλονται 3%
  ανάκτησης χαμένων εγγράφων 50%
  αντικατάστασης χαμένων εγγράφων1 30%
 
Πίνακας 3: Υπολονισμός του κόστους που συνδέεται με την εντατική χρήση χαρτιού

    Βάση Μηνιαίο κόστος Ετήσιο κόστος
Γενικό Αριθμός υπογραφόντων 400.000    
Αριθμός εγγράφων ανά υπογράφοντα ανά εργάσιμη ημέρα 6    
Αριθμός εγγράφων ανά υπογράφοντα ανά έτος 1.320    
Αριθμός σελίδων ανά τυπικό υπογεγραμμένο έγγραφο 3.5    
Αριθμός υπογραφών ανά τυπικό υπογεγραμμένο έγγραφο 2    
Εκτύπωση Κόστος / Σελίδα 0,007 € 1.003.811 € 12.045.729 €
Σκανάρισμα % εγγράφων που σκανάρονται 1%    
Κόστος / Έγγραφο 0,688 € 302.500 € 3.630.000 €
Αρχειοθέτηση % εγγράφων που αρχειοθετούνται 50%    
Κόστος αρχειοθέτησης /έγγραφο 0,688 € 15.125.000 € 181.500.000 €
Εξωτερική Δρομολόγηση Αποστολή φαξ % εγγράφων που αποστέλλονται με φαξ 1%    
Κόστος / σελίδα φαξ 0,688 € 302.500 € 3.630.000 €
Αποστολή με ταχυδρομείο % εγγράφων που αποστέλλονται με ταχυδρομείο 5%    
ΕΛΤΑ παράδοση σε 3 μέρες, κόστος 0,830 € 1.826.000 21.912.000
Παράδοση σε 2 μέρες % εγγράφων που αποστέλλονται 3%    
Courier παράδοση σε μια μέρα, κόστος 5 € 6.600.000 € 79.200.000 €
Χαμένα Έγγραφα % εγγράφων που χάνονται 3%    
% χαμένων εγγράφων που ανακτούνται 50%    
Κόστος ανάκτησης εγγράφου 6,9 € 4.537.500 € 54.450.000 €
% χαμένων εγγράφων που αντικαταστάθηκαν 30%    
Κόστος αντικατάστασης χαμένων εγγράφων 13,8 € 5.445.000 € 65.340.000 €
Συνολικό Κόστος Κόστος ανά υπογεγραμμένο έγγραφο 0,80 € 35.142.311 € 421.707.729 €

   
1 20% των εγγράφων που χάνονται δεν εντοπίζονται ποτέ, ούτε αντικαθίστανται

Άρθρο 25

Με την προτεινόμενη διάταξη ικανοποιούνται:
α) οι απαιτήσεις του Συντάγματος της χώρας, όπως εκφράζονται και αποτυπώνονται στην παράγραφο 6 του άρθρου 21, σύμφωνα με την οποία: «Τα άτομα με αναπηρίες έχουν δικαίωμα να απολαμβάνουν μέτρων που εξασφαλίζουν την αυτονομία, την επαγγελματική ένταξη και τη συμμετοχή τους στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της Χώρας»
β) οι απαιτήσεις του άρθρου 27 «Εργασία και Απασχόληση» της Διεθνούς Σύμβασης για τα Δικαιώματα των ΑμεΑ, την οποία η χώρα μας μαζί με το προαιρετικό πρωτόκολλο της επικύρωσε με το Ν.4074/2012 και ως εκ τούτου οφείλει να θέσει σε εφαρμογή σε εθνικό επίπεδο. Η χώρα εναρμονίζεται:
α) με την 159/1983 Διεθνή Σύμβαση Εργασίας, όπως κυρώθηκε με το Ν.1556/1985 και αφορά στην επαγγελματική επαναπροσαρμογή και απασχόληση των μειονεκτούντων προσώπων.
β) με την Οδηγία 78/2000, η οποία ενσωματώθηκε στο εθνικό μας δίκαιο με τον Ν.3304/2005 και αφορά στην εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχείρισης ανεξαρτήτως φυλετικής ή εθνοτικής καταγωγής, θρησκευτικών ή άλλων πεποιθήσεων, αναπηρίας, ηλικίας ή γενετήσιου προσανατολισμού. Επιπρόσθετα, έρχεται να αποκαταστήσει μία ανισότητα για τα άτομα με αναπηρία και τα μέλη των οικογενειών που έχουν στη φροντίδα τους άτομα με βαριά αναπηρία, οι οποίοι στην παρατεταμένη περίοδο της οικονομικής κρίσης βιώνουν με μεγαλύτερη σφοδρότητα την αλματώδη αύξηση της ανεργίας. Τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν τα άτομα με αναπηρία και οι οικογένειές τους, εξαιτίας της ανεργίας είναι εντονότερα, αφού κατά κανόνα σε οποιαδήποτε προσπάθεια μείωσης του κόστους της εργασίας, τα άτομα με αναπηρία είναι τα πρώτα που απολύονται και τα τελευταία που προσλαμβάνονται.
Ως εκ τούτου κρίνεται αναγκαία η τροποποίηση του ν. 2190/1994, ώστε να συμπεριληφθούν νέα μέτρα και πολιτικές που θα προστατεύουν ουσιαστικά την απασχόληση των ατόμων με αναπηρία και των μελών των οικογενειών τους, όπως ισχύει και για άλλες ευάλωτες κατηγορίες του πληθυσμού.
Παράλληλα κρίνεται αναγκαία η μείωση του ποσοστού των προκηρυσσόμενων θέσεων που καλύπτεται από Παλιννοστούντες Ποντίους ομογενείς, καθώς από τα διατιθέμενα από τις αρμόδιες υπηρεσίες στοιχεία προκύπτει ότι στο σύνολο των 29.027 προκηρυσσομένων με σειρά προτεραιότητας θέσεων για τα έτη 2005 - 2015, μόνο 158 θέσεις καλύφθηκαν από Ποντίους, ομογενείς και Παλλινοστούντες, ήτοι ποσοστό 0,54%. Αναφορικά δε με τους γραπτούς διαγωνισμούς, για τα έτη 2007-2010 επί του συνόλου των 1.112 προκηρυσσομένων από τις ως άνω κατηγορίες καλύφθηκαν τελικά μόνο 10 θέσεις, ήτοι ποσοστό 0,89%. Σε σχέση δε με τους διαγωνισμούς των εκπαιδευτικών, επί του συνόλου των 13.738 θέσεων που προκηρύχθηκαν για τα έτη 2005 - 2008 καμία θέση δεν καλύφθηκε από τις ως άνω κατηγορίες.

Άρθρο 26

Σκοπός των προτεινόμενων ρυθμίσεων είναι η άρση των δυσχερειών που έχουν ανακύψει κατά την εφαρμογή των σχετικών διατάξεων του άρθρου 28 του ν. 4305/2014. Ειδικότερα, επειδή διαπιστώνεται συστηματικά σημαντική χρονική καθυστέρηση στην ολοκλήρωση των προσλήψεων, προβλέπεται ο αυτεπάγγελτος έλεγχος γνησιότητας των δικαιολογητικών να πραγματοποιείται εντός προθεσμίας τριών μηνών μετά τη δημοσίευση της πράξης διορισμού ή πρόσληψης του υπαλλήλου. Ειδικές ρυθμίσεις προβλέπονται για την περίπτωση ελέγχου δικαιολογητικών για τους ιατρούς. Περαιτέρω, προκειμένου να μη θίγονται τα συνταξιοδοτικά δικαιώματα των υπαλλήλων προβλέπεται ότι ο έλεγχος για τους υπηρετούντες υπαλλήλους θα πρέπει να έχει ολοκληρωθεί εντός αποκλειστικής προθεσμίας ενός έτους από τη δημοσίευση και έναρξη ισχύος των προτεινόμενων ρυθμίσεων, ούτως ώστε να αίρεται οποιοδήποτε κώλυμα κατά το χρόνο παραιτήσεώς τους για λόγους συνταξιοδότησης. Τέλος, προβλέπεται ότι η τυχόν δαπάνη που προκαλείται κατά τον έλεγχο γνησιότητας των δικαιολογητικών επιβαρύνει το φορέα που τον διενεργεί.

Άρθρο 27

Με την εν λόγω διάταξη συνιστάται στο Υπουργείο Διοικητικής Ανασυγκρότησης, και συγκεκριμένα υπό τη Γενική Διεύθυνση Μεταρρυθμιστικής Πολιτικής και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, Διεύθυνση Αρχείων Δημόσιας Διοίκησης. Οι αρμοδιότητες της εν λόγω Διεύθυνσης έγκεινται στον σχεδιασμό και διατύπωση πλαισίου πολιτικών για την ορθή τήρηση των υπηρεσιακών αρχείων της Δημόσιας Διοίκησης, την παρακολούθηση της εκτέλεσης των προεδρικών διαταγμάτων περί εκκαθαρίσεων των δημοσίων εγγράφων και την απρόσκοπτη κατάθεση των ανενεργών αρχείων των πάσης φύσης δημοσίων υπηρεσιών στα Γενικά Αρχεία του Κράτους (ΓΑΚ). Με τη διάταξη αυτή ενισχύεται η χάραξη αρχειακής πολιτικής εντός της Δημόσιας Διοίκησης και επιδιώκεται η ορθή εκτέλεση των προεδρικών διαταγμάτων περί εκκαθαρίσεων των δημοσίων εγγράφων, έτσι ώστε τα ανενεργά αρχεία να μην παραμένουν άνευ λόγου στις δημόσιες υπηρεσίες, καταλαμβάνοντας έτσι πολύτιμο για τη λειτουργία των υπηρεσιών χώρο, υποκείμενα στη φθορά του χρόνου και μη αξιοποιούμενα ιστορικά από τα Γενικά Αρχεία του Κράτους.

Άρθρο 28

Με την προτεινόμενη διάταξη ρυθμίζονται θέματα υπηρεσιακής κατάστασης - βαθμολογικά και μισθολογικά - για τους επιλαχόντες του γραπτού διαγωνισμού του ΑΣΕΠ έτους 1995 για λόγους ίσης μεταχείρισης με τους διορισθέντες του γραπτού διαγωνισμού έτους 1995, όπως άλλωστε τα θέματα αυτά κρίθηκαν επί σχετικών αγωγών αποζημίωσης που άσκησαν ορισμένοι από τους επιλαχόντες αυτούς με τις αριθ. 4275/2015 και 2498/2014 αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας. Η παρούσα ρύθμιση κρίνεται απαραίτητη δεδομένου ότι η αναγνώριση δικαστικώς του δικαιώματος αποζημίωσης δεν επάγεται την αυτοδίκαιη αναγνώριση του ίδιου χρονικού διαστήματος για την βαθμολογική καθώς και για τη μισθολογική εξέλιξη - η οποία αναγνωρίζεται υπό την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 2 του άρθρου 26 του ν.4354/2015 - των υπαλλήλων που εμπίπτουν στο ρυθμιστικό πεδίο της εν λόγω διάταξης.

Άρθρο 29

Η παρούσα ρύθμιση κρίνεται απαραίτητη διότι λαμβανομένου υπόψη του μεγάλου χρονικού διαστήματος που μεσολαβεί από την αίτηση του υποψηφίου για την πρόσληψή του στο δημόσιο και στους Ο.Τ.Α. μέχρι την κατάρτιση της υπαλληλικής σχέσης, είναι δυνατή η εκπλήρωση της στρατιωτικής υποχρέωσης χωρίς να αποτελεί ωστόσο κώλυμα στη μελλοντική επαγγελματική αποκατάσταση του υποψηφίου, με αποτέλεσμα να διευκολύνεται η πρόσβαση των αρρένων υποψηφίων στις διαδικασίες διορισμού τους στο δημόσιο και στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης.

Άρθρο 30

Επειδή παγίως για την έκδοση της εν λόγω προκήρυξης (ν. 3528/2007, ν.3839/2010, ν.4275/2014) προβλεπόταν η έκδοση κοινής υπουργικής απόφασης, η οποία καταρτίζεται με μέριμνα του επισπεύδοντα φορέα, όπου προκηρύσσονται οι θέσεις προϊσταμένων Γενικών Διευθύνσεων, και συνυπογράφεται από τον Υπουργό Διοικητικής Ανασυγκρότησης, κρίνεται λειτουργικά αποτελεσματικότερη η προτεινόμενη ρύθμιση προς επίσπευση των χρονικών διαδικασιών έκδοσης της σχετικής προκήρυξης, δεδομένου ότι ο επισπεύδων φορέας είναι ο καθ' ύλην αρμόδιος να γνωρίζει τα θέματα αφορώντα στις οργανωτικές του διατάξεις, ενώ με τη συνυπογραφή από τον Υπουργό Διοικητικής Ανασυγκρότησης πληρούται ο σκοπός του νόμου σχετικά με τη νομιμότητα των όρων και των προϋποθέσεων της επιλογής.

Άρθρο 31

Με τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 31 λαμβάνεται μέριμνα για τη διευκόλυνση των υπαλλήλων του Δημοσίου, των Ν.Π.Δ.Δ., των ΟΤΑ και των Ν.Π.Δ.Δ. αυτών να ανταποκριθούν στην ανάγκη φροντίδας των ανήλικων τέκνων τους στην περίπτωση που αυτά ασθενούν με τη θεσμοθέτηση δικαιώματος άδειας με αποδοχές τεσσάρων ημερών το έτος. Ιδιαίτερη μέριμνα λαμβάνεται για τους μονογονείς με αύξηση των ημερών σε έξι το έτος.

Άρθρο 32

Η προτεινόμενη ρύθμιση κρίνεται αναγκαία προκειμένου να καλύπτονται άμεσα οι επιτακτικές ανάγκες των δημοσίων υπηρεσιών χωρίς να παρατηρούνται αδικαιολόγητες καθυστερήσεις στο χρόνο ανάληψης υπηρεσίας των διοριστέων. Με την εν λόγω ρύθμιση θεσπίζεται προθεσμία τριών (3) μηνών από τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης της απόφασης κατανομής, εντός της οποίας πρέπει να λάβει χώρα η δημοσίευση των ατομικών πράξεων διορισμού ή πρόσληψης. Η μη τήρηση της ανωτέρω προθεσμίας εκ μέρους των αρμόδιων για το διορισμό ή την πρόσληψη οργάνων συνιστά το πειθαρχικό παράπτωμα της παράβασης υπαλληλικού καθήκοντος, όπως ορίζεται στην περίπτωση β) της παραγράφου 1 του άρθρου 107 του Υπαλληλικού Κώδικα.

Άρθρο 33

Ο αριθμός των ατόμων προς πρόσληψη που έχει υπολογισθεί για τις παραγωγικές Σχολές του πρώην Υπουργείου Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη για το ακαδημαϊκό έτος 2016-2017 ανέρχεται στα 580 άτομα, δηλ 290 επιτυχόντες κατά το σχολικό έτος 2013-2014,290 επιτυχόντες κατά το σχολικό έτος 2014-2015 (σύμφωνα με το Μεσοπρόθεσμα Πρόγραμμα).
Κατά το έτος 2016 με απόφαση της Επιτροπής της ΠΥΣ 33/2006, όπως ισχύει, κατόπιν υποβολής σχετικού αιτήματος του Υπουργού Διοικητικής Ανασυγκρότησης, εγκρίθηκε η πρόσληψη 133 ατόμων (93 Δοκίμων Πυροσβεστών Γενικών Καθηκόντων στη Σχολή Πυροσβεστών και 40 Δόκιμων Ανθυποπυραγών (Αξιωματικών) Γενικών Καθηκόντων) στη Σχολή Ανθυποπυραγών της Πυροσβεστικής Ακαδημίας, χωρίς ο εν λόγω αριθμός να έχει ενταχθεί στον προγραμματισμό προσλήψεων έτους 2016, καθόσον η πρόσληψη του, μέσω του θεσμού των πανελληνίων εξετάσεων, προκύπτει με νεώτερη ρύθμιση, η οποία δεν ήταν· γνωστή στη Υπηρεσία μας κατά το χρόνο προγραμματισμού των προσλήψεων έτους 2016.
Κατόπιν των ανωτέρω και προκειμένου να μη γίνει υπέρβαση του ανώτατου επιτρεπόμενου αριθμού προσλήψεων για το έτος 2016 με βάση την αναλογία 1 προς 5, κρίνεται απαραίτητη η προώθηση της εν λόγω ρύθμισης.
Άλλωστε οι ανάγκες των προαναφερόμενων Σχολών θα καλυφθούν με την εγγραφή και φοίτηση των 580 ατόμων, όπως προαναφέρθηκε.

Άρθρο 34

Η προτεινόμενη ρύθμιση κρίνεται αναγκαία προκειμένου να διασφαλιστεί η ισότιμη αντιμετώπιση υπαλλήλων που εξαιρέθηκαν από τη διαθεσιμότητα ως προστατευόμενα από τον ν. 2643/1998 άτομα και μετατάχθηκαν σε θέσεις κατώτερης κατηγορίας σε σχέση με αυτούς που μετά τη θέση τους σε διαθεσιμότητα επανήλθαν σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4325/2015 σης θέσεις κατηγορίας ΔΕ που κατείχαν.

Άρθρο 35

Με την εν λόγω διάταξη ρυθμίζονται θέματα που αφορούν τους πίνακες προακτέων και μη προακτέων του άρθρου 83 του Υπαλληλικού Κώδικα και ειδικότερα για όσους υπαλλήλους συμπληρώνουν τον απαιτούμενο για την προαγωγή χρόνο υπηρεσίας από 1η Ιανουαρίου 2016 έως την 30η Απριλίου του 2016, δεδομένου αφενός ότι κατά το προηγούμενο έτος δεν συντάχθηκαν πίνακες προακτέων σύμφωνα με τις ισχύουσες τότε διατάξεις του άρθρου 8 του ν. 4024/2011, λόγω της προβλεπόμενης τότε αναστολής προαγωγών (ν. 4046/2012), και αφετέρου ότι παγίως οι εν λόγω πίνακες έχουν έναρξη ισχύος την 1η Μαΐου και σε αυτούς περιλαμβάνονται όσοι συμπληρώνουν τον απαιτούμενο για την προαγωγή χρόνο υπηρεσίας από 1η Μαΐου τρέχοντος έτους έως την 30η Απριλίου του επόμενου έτους.

Άρθρο 36

Με την προτεινόμενη διάταξη α) αντιμετωπίζονται πλέον ισότιμα όλες οι κατηγορίες πτυχιούχων που μπορούν να εργαστούν ως Ιχθυολόγοι στο Δημόσιο αποκαθιστώντας το δικαίωμα των πτυχιούχων Τμημάτων Βιολογίας να προσληφθούν στο Δημόσιο ως Ιχθυολόγοι και β) εξειδικεύονται όλες οι κατηγορίες πτυχιούχων που μπορούν να εργαστούν ως ιχθυολόγοι στο Δημόσιο. Παράλληλα προβλέπεται ότι για τους ήδη υπηρετούντες ως ιχθυολόγους δεν απαιτείται η συνδρομή των εν λόγω προϋποθέσεων.

Άρθρο 37

Με την εν λόγω ρύθμιση μεταβιβάζεται στους Προϊσταμένους των οικείων κατά περίπτωση Γενικών Διευθύνσεων των Περιφερειών το δικαίωμα υπογραφής «με εντολή Περιφερειάρχη» των αδειών που περιλαμβάνονται στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2006/123/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και Συμβουλίου, και αφορούν στην πρόσβαση σε δραστηριότητες παροχής υπηρεσιών και την άσκησή τους, στο πλαίσιο της εσωτερικής αγοράς της Ε.Ε., η οποία ενσωματώθηκε στο ελληνικό δίκαιο με το Ν. 3844/2010 (ΦΕΚ 63/Α').
Περαιτέρω ο Περιφερειάρχης έχει τη δυνατότητα με απόφασή του να εξουσιοδοτήσει και ιεραρχικά υφιστάμενο του Προϊσταμένου της καθ' ύλην αρμόδιας Γενικής Διεύθυνσης όργανο να υπογράφει με εντολή του τις πράξεις αδειοδότησης της παραγράφου 1, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.
Η ρύθμιση αυτή εντάσσεται στο πλαίσιο των δράσεων απλούστευσης των διοικητικών διαδικασιών του Υπουργείου Διοικητικής Ανασυγκρότησης για την αντιμετώπιση της πολυπλοκότητας των διοικητικών υποθέσεων, την επιτάχυνση του διοικητικού έργου και τη μείωση του διοικητικού κόστους.
Ειδικότερα, με την προτεινόμενη ρύθμιση επιτυγχάνονται τα ακόλουθα αποτελέσματα:
• επίσπευση του διοικητικού έργου
• αύξηση της αποτελεσματικότητας, της αποδοτικότητας και της διοικητικής ικανότητας της Δημόσιας Διοίκησης
• αποπολιτικοποίηση της Δημόσιας Διοίκησης - «συνέχεια» του Κράτους
• εξορθολογισμός και απλούστευση των διαδικασιών λήψης των αποφάσεων
• διευκόλυνση των ιεραρχικά προϊσταμένων οργάνων στην άσκηση των επιτελικού χαρακτήρα αρμοδιοτήτων τους με τη μείωση των λειτουργικών τους αρμοδιοτήτων
• ενίσχυση της ατομικής ευθύνης των στελεχών της διοίκησης

Άρθρο 38

Η Ανώνυμη Εταιρεία του Δημοσίου, μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, με την επωνυμία «Κοινωνία της Πληροφορίας Α.Ε.» αναλαμβάνει την υλοποίηση έργων και πράξεων στον τομέα Πληροφορικής και Τηλεπικοινωνιών και των νέων τεχνολογιών εν γένει έχοντας υλοποιήσει σημαντικά συγχρηματοδοτούμενα έργα και δράσεις στο πλαίσιο των σκοπών της.
Η εταιρεία ενόψει της ανάληψης νέων έργων πράξεων και στα πλαίσια της νέας προγραμματικής περιόδου ΕΣΠΑ 2014-2020 απαιτείται να είναι πλήρως στελεχωμένη για να μπορεί να ανταπεξέλθει στις υποχρεώσεις υλοποίησης των έργων που θα αναλάβει να εκτελέσει. Ο Κανονισμός της εταιρείας προβλέπει 130 θέσεις
εργασίας για την εκτέλεση των καταστατικών της σκοπών, εκ των οποίων σήμερα είναι πληρωθείσες μόνο οι μισές. Με δεδομένο ότι:
α. Η εταιρεία χρηματοδοτείται κατά κύριο λόγο από το ΠΔΕ συγχρηματοδοτούμενο σκέλος για την υλοποίηση έργων και πράξεων στο πλαίσιο του ΕΣΠΑ.
β. Έχει ανάγκη από εξειδικευμένο επιστημονικό προσωπικό σύμφωνα με τον οικείο κανονισμό της.
Για τους ως άνω λόγους είναι αναγκαίο να προβλεφθεί η δυνατότητα πρόσληψης επιστημονικού προσωπικού με συμβάσεις ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου τριετούς διάρκειας, οι οποίες μπορούν να ανανεώνονται για μία μόνο φορά. Για τη σύναψη συμβάσεων ορισμένου χρόνου τριετούς διάρκειας του επιστημονικού προσωπικού κατηγορίας ΓΙΕ και ΤΕ εφαρμόζονται οι διατάξεις του Κανονισμού της εταιρείας που εγκρίθηκε με την υπ' αριθ. ΔΙΔΚ/ΚτΠ/οικ 21588/2011 απόφαση του Υφυπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης (ΦΕΚ Β' 2541), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει με την υπ' αριθ. ΔΙΔΚ/οικ. 35181/2015 κοινή απόφαση του Αναπληρωτή Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης και του Υφυπουργού Οικονομίας Ανάπτυξης και Τουρισμού (ΦΕΚ Β' 2532). Οι ανωτέρω συμβάσεις ορισμένου χρόνου δεν δύνανται να μετατραπούν σε συμβάσεις αορίστου χρόνου και σε καμία περίπτωση δεν δύνανται να θεωρηθούν συμβάσεις εργασίας για κάλυψη πάγιων και διαρκών αναγκών της εταιρείας Κοινωνία της Πληροφορίας Α.Ε.
Το διοικητικό και λοιπό προσωπικό που προβλέπεται στον οικείο κανονισμό της εταιρείας προσλαμβάνεται μέσω ΑΣΕΠ σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2190/1994 (ΦΕΚ Α' 28).

Άρθρο 39

Με την παράγραφο 1 του άρθρου 10 του Π.Δ. 99/2014 «Οργανισμός του Υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης» (ΦΕΚ Α' 166), συνιστάται Διεύθυνση Οργανωτικών Μεταρρυθμίσεων, υπαγόμενη στη Γενική Διεύθυνση Μεταρρυθμιστικής Πολιτικής και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, μεταξύ των επιχειρησιακών στόχων της οποίας είναι η υλοποίηση και ο συντονισμός των εκπονούμενων μεταρρυθμιστικών δράσεων, η παρακολούθηση της τήρησής τους, η αξιολόγηση των δράσεων και η τεχνική βοήθεια προς άλλα Υπουργεία.
Επίσης, με τις παραγράφους 2 και 3 συνιστώνται στην εν λόγω Διεύθυνση, μεταξύ άλλων, τα Τμήματα α) Στρατηγικού Σχεδιασμού και Ανάλυσης Πολιτικών Διοικητικής Μεταρρύθμισης και β) Παρακολούθησης και Αξιολόγησης Πολιτικών και Προγραμμάτων Διοικητικής Μεταρρύθμισης, με τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
- Την κατάρτιση του στρατηγικού προγραμματισμού για την αναδιάρθρωση της διοίκησης και την επιχειρησιακή του εξειδίκευση και υλοποίηση.
- Τον σχεδιασμός οριζόντιων δράσεων και έργων συμβολής στην ενδυνάμωση της αποδοτικότητας και ευελιξίας των δομών των φορέων της δημόσιας διοίκησης.
- Τη διαμόρφωση διαδικασιών αποτελεσματικής εφαρμογής των μεταρρυθμιστικών δράσεων.
- Την παρακολούθηση και τον συντονισμό όλων των μελετών και των σχεδίων μεταρρυθμιστικών δράσεων από όλους τους φορείς της δημόσιας διοίκησης.
- Τον έλεγχο, την παρακολούθηση και την αξιολόγηση της εφαρμογής των πολιτικών και των μεταρρυθμιστικών δράσεων για τη δημόσια διοίκηση, καθώς και τη σύνταξη αναφορών προόδου σχετικά με την εφαρμογή τους.
- Τη σύνταξη ετήσιας έκθεσης για το Πρόγραμμα «Διοικητική Μεταρρύθμιση».
- Την αξιολόγηση των εφαρμοζόμενων πολιτικών και προγραμμάτων για τη διοικητική μεταρρύθμιση και την ανατροφοδότηση των ευρημάτων, με σκοπό τη βελτίωση των πολιτικών Στρατηγικού και Επιχειρησιακού Σχεδιασμού για τη διοικητική μεταρρύθμιση.
Η ανωτέρω οργανωτική δομή καθώς και οι εν λόγω αρμοδιότητες συνδέονται με τον επιτελικό και συντονιστικό ρόλο του Υπουργείου Διοικητικής Ανασυγκρότησης σε θέματα οργανωτικών μεταρρυθμίσεων, συγκεντρώνοντας, υπό ενιαία εντολή, διακριτές, αλλά συνδεόμενες μεταξύ τους, πολιτικές, ήτοι της Διοικητικής Μεταρρύθμισης και της Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης.
Ενόψει των ανωτέρω, η σύσταση και δεύτερης επιτελικής δομής θα καταστήσει την αποστολή και το ρόλο των εν λόγω δομών ασαφή, με συνέπεια να δυσχεράνει τον αποτελεσματικό σχεδιασμό και παρακολούθηση των δράσεων μεταρρύθμισης της Δημόσιας Διοίκησης.

Άρθρο 40

Η Ηλεκτρομηχανική Κύμης Ε.Π.Ε. συστήθηκε το 1985 κατ' εφαρμογή των διατάξεων του ν. 43/1975 «Περί ιδρύσεως Εθνικής Βιομηχανίας Αεροπορικού Υλικού» σε συνδυασμό με το π.δ. 514/1977 από την εταιρεία Ελληνική Βιομηχανία Όπλων. Η Ηλεκτρομηχανική Κύμης Ε.Π.Ε. μετά τη διάσπαση των Ελληνικών Αμυντικών Συστημάτων ΑΒΕΕ (ΕΑΣ), είναι θυγατρική εταιρεία των Ελληνικών Συστημάτων Παραγωγής Πολιτικών Προϊόντων ΑΒΕΕ.
Με την εν λόγω διάταξη λαμβάνεται μέριμνα για τους εργαζομένους με συμβάσεις εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου στην εταιρεία με την επωνυμία «Ηλεκτρομηχανική Κύμης Ε.Π.Ε.». Συγκεκριμένα προβλέπεται διαδικασία μετάταξής τους σε φορείς του Δημοσίου, όπως αυτοί περιγράφονται στην εν λόγω διάταξη, κατόπιν υποβολής αίτησης των ενδιαφερομένων και με βάση τις υπηρεσιακές ανάγκες των φορέων. Συγκεκριμένα εντός ενός μηνός από τη δημοσίευση του νόμου, οι ενδιαφερόμενοι υποβάλλουν αίτηση εκδήλωσης ενδιαφέροντος αναφορικά με τη μετάταξή τους σε φορείς του Δημοσίου, έτσι ώστε η
Διοίκηση να γνωρίζει τον αριθμό των ατόμων που επιθυμούν τη μετάταξη τους. Ακολουθεί διερεύνηση των αναγκών των φορέων του Δημοσίου και βάσει αυτών ανακοινώνονται οι φορείς ανάγκες των οποίων μπορούν να καλύψουν οι μετατασσόμενοι. Εντός ενός μηνός μετά την ανακοίνωση των ως άνω φορέων, οι ενδιαφερόμενοι υποβάλλουν εκ νέου αίτηση στη Γενική Διεύθυνση Ανθρώπινου Δυναμικού του Υπουργείου Διοικητικής Ανασυγκρότησης. Η μετάταξη ολοκληρώνεται με κοινή απόφαση του Υπουργού Διοικητικής Ανασυγκρότησης, του αρμόδιου για τον αντίστοιχο φορέα Υπουργού και του Υπουργού Εθνικής Άμυνας που εποπτεύει την «Ηλεκτρομηχανική Κύμης Ε.Π.Ε.» . Με απόφαση του Υπουργού Διοικητικής Ανασυγκρότησης καθορίζεται η διαδικασία μετάταξης και κάθε άλλο θέμα σχετικό με την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου αυτού.

Άρθρο 41

Η προτεινόμενη στοχευμένη τροποποίηση του οργανισμού του Εθνικού Τυπογραφείου, έχει επείγοντα χαρακτήρα, προκειμένου να αρθούν οι τεράστιες δυσλειτουργίες που υφίστανται σήμερα στον Οργανισμό.
Η σημερινή οργανωτική δομή, παρά τις τροποποιήσεις της, απηχεί τις αντιλήψεις περί οργάνωσης περασμένων δεκαετιών και ως εκ τούτου δεν ανταποκρίνεται στις σύγχρονες απαιτήσεις.
Ειδικότερα χαρακτηρίζεται από πληθωρισμό υπηρεσιακών μονάδων, έλλειψη πρόβλεψης σύγχρονων ειδικοτήτων για τη στελέχωσή του Εθνικού Τυπογραφείου και αδικαιολόγητη περιχαράκωση των θέσεων προϊσταμένων σε ορισμένους μόνο κλάδους.
Η πρόβλεψη πολυάριθμων υπηρεσιακών μονάδων, έντεκα (11) Διευθύνσεων και εξήντα πέντε (65) Τμημάτων, αποτελεί αιτία σοβαρών δυσλειτουργιών, όπως πολυδιάσπαση του αντικειμένου και ιδίως της παραγωγικής διαδικασίας, σύγχυση και επικάλυψη αρμοδιοτήτων, διάχυση της ευθύνης, ανομοιογένεια στις υιοθετούμενες λύσεις για το ίδιο πρόβλημα, υψηλά κόστη λειτουργίας κ,λπ. Τα φαινόμενα αυτά παρατηρούνται ιδίως στην περίπτωση των συγχωνευόμενων με την προτεινόμενη ρύθμιση Διευθύνσεων.
Η Δ/νση Προεκτύπωσης, προήλθε από την διάσπαση της Δ/νσης Φωτοστοιχειοθεσίας, γεγονός που απεδείχθη ότι κατακερματίζει τη διαδικασία παραγωγής του ΦΕΚ με συνέπεια καθυστερήσεις, διάχυση ευθύνης, αδυναμία επίλυσης προβλημάτων της διαδικασίας παραγωγής του ΦΕΚ με ενιαίο τρόπο, κ.λπ. Για το λόγο αυτό επιδιώκεται η συγχώνευσή της. Τα φαινόμενα αυτά παρατηρούνται σε πολύ έντονο βαθμό και με τη λειτουργία Διευθύνσεων με όμοιο ακριβώς αντικείμενο στην πρωινή και την απογευματινή βάρδια όπως οι Διευθύνσεις Β' και Θ' Φωτοστοιχειοθεσίας και Γ' και Ι' Εκτυπώσεων-Βιβλιοδεσίας.
Με τις προτεινόμενες ρυθμίσεις δεν επιβαρύνεται, αντίθετα ελαφρύνεται ο κρατικός προϋπολογισμός, δεδομένου ότι καταργούνται τέσσερις (4) θέσεις ευθύνης προϊσταμένων Διευθύνσεων και έντεκα (11) προϊσταμένων Τμημάτων. Επίσης σε αντιστάθμισμα για τις τρεις (3) συνιστώμενες θέσεις καταργούνται τέσσερις (4) κενές.


ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ
«Ενιαίο Σύστημα Κινητικότητας στη Δημόσια Διοίκηση και την Τοπική Αυτοδιοίκηση, υποχρεώσεις των προσώπων που διορίζονται στις θέσεις των άρθρων 6 και 8 του ν. 4369/2016, ασυμβίβαστα και πρόληψη των περιπτώσεων σύγκρουσης συμφερόντων και λοιπές διατάξεις».

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α
ΕΝΙΑΙΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΚΙΝΗΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΣΤΗ ΔΗΜΟΣΙΑ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΤΟΠΙΚΗ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ

Άρθρο 1
Σκοπός


Αντικείμενο του παρόντος κεφαλαίου είναι η καθιέρωση Ενιαίου Συστήματος Κινητικότητας (ΕΣΚ) για τους πολιτικούς διοικητικούς υπαλλήλους, μόνιμους και με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, από μία δημόσια υπηρεσία σε άλλη με μετάταξη ή απόσπαση. Σκοπός του ΕΣΚ είναι αφενός η βέλτιστη αξιοποίηση και η ορθολογική κατανομή του ανθρώπινου δυναμικού στις δημόσιες υπηρεσίες, αφετέρου η διευκόλυνση των υπαλλήλων να ενισχύσουν τις επαγγελματικές δεξιότητές τους, να αποκτήσουν εμπειρία σε θέσεις διαφόρων υπηρεσιών και να προωθήσουν την επαγγελματική σταδιοδρομία τους.

Άρθρο 2
Γενικές Αρχές


1. Το ΕΣΚ διέπεται από τις αρχές της ισότητας, της διαφάνειας και της αξιοκρατίας.
2. Η κινητικότητα έχει εθελούσιο χαρακτήρα για τον υπάλληλο και διενεργείται με βάση την αρχή της δημοσιότητας.
3. Η μετακίνηση από μία δημόσια υπηρεσία σε άλλη διενεργείται ως
μετάταξη οε κενή οργανική θέση κλάδου/ειδικότητας της ίδιας ή ανώτερης κατηγορίας/εκπαιδευτικής βαθμίδας, για την οποία ο υπάλληλος έχει τα απαιτούμενα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα.
4. Κατ' εξαίρεση, εφόσον συντρέχουν αποδεδειγμένες σοβαρές και επείγουσες υπηρεσιακές ανάγκες, η μετακίνηση διενεργείται ως απόσπαση για χρονικό διάστημα έως ένα (1) έτος, με δυνατότητα παράτασης έως τρεις (3) μήνες με πρωτοβουλία της υπηρεσίας και συναίνεση του υπαλλήλου, για την άσκηση καθηκόντων κλάδου, για τον οποίο ο υπάλληλος έχει τα απαιτούμενα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα, χωρίς να απαιτείται η ύπαρξη κενής οργανικής θέσης. Η διάρκεια της απόσπασης του ειδικού επιστημονικού προσωπικού στις συνταγματικά κατοχυρωμένες Ανεξάρτητες Αρχές και στο Εθνικό Κέντρο Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης είναι έως δύο (2) έτη με δυνατότητα παράτασης έως ένα (1) έτος. Αν εκκρεμεί αίτημα μετάταξης του αποσπασμένου υπαλλήλου στον ίδιο φορέα, η απόσπαση παρατείνεται μέχρι τη δημοσίευση της πράξης μετάταξης και πάντως όχι πέραν των τριών (3) μηνών από τη λήξη της απόσπασης.
5. Στο πλαίσιο εφαρμογής του ΕΣΚ, οι προκηρυσσόμενες θέσεις καλύπτονται με ενιαίο τρόπο, ανεξαρτήτως εάν οι υπάλληλοι είναι μόνιμοι ή απασχολούμενοι με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου. Σε κάθε περίπτωση η μετάταξη διενεργείται με την ίδια σχέση εργασίας. Οι μετατασσόμενοι διατηρούν το ίδιο ασφαλιστικό και συνταξιοδοτικό καθεστώς, καθώς και τυχόν προσωπική διαφορά στις αποδοχές τους.

Άρθρο 3
Έκταση εφαρμογής


1. Στο ΕΣΚ υπάγονται οι πολιτικοί διοικητικοί υπάλληλοι, μόνιμοι και με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, που υπηρετούν σε υπηρεσίες, κεντρικές και περιφερειακές, του Δημοσίου, των Ανεξάρτητων Αρχών, των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης (ΟΤΑ) α' και β' βαθμού και των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου (ν.π.δ.δ.), καθώς και των νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου (ν.π.ι.δ.), εφόσον ανήκουν στη Γενική Κυβέρνηση όπως εκάστοτε οριοθετείται από την Ελληνική Στατιστική Αρχή στο Μητρώο Φορέων Γενικής Κυβέρνησης. Επίσης, στο πεδίο εφαρμογής του ΕΣΚ υπάγονται οι απόφοιτοι της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης (ΕΣΔΔΑ), ανεξαρτήτως του φορέα στον οποίο ανήκει η οργανική τους θέση.
2. Οι Ανεξάρτητες Αρχές συμμετέχουν στο ΕΣΚ με την προκήρυξη κενών θέσεων διοικητικού και ειδικού επιστημονικού προσωπικού, διατηρώντας τις διαδικασίες επιλογής που προβλέπουν οι οικείες διατάξεις και εφόσον δεν υπάρχουν, τις διαδικασίες επιλογής που προβλέπονται για την πρόσληψη.
3. Διατάξεις που ρυθμίζουν θέματα μετάταξης και απόσπασης των υπαλλήλων του Υπουργείου Εξωτερικών παραμένουν σε ισχύ. Ειδικά όσον αφορά τη μετάταξη υπαλλήλων του Υπουργείου Εξωτερικών σε φορείς της παραγράφου 1 εφαρμόζονται οι διατάξεις του παρόντος, τηρουμένης της προϋπόθεσης της σύμφωνης γνώμης του οικείου Υπηρεσιακού Συμβουλίου του Υπουργείου Εξωτερικών της παραγράφου 4 του άρθρου 8 του ν. 3566/2007 (Α' 117).
4. Από τις διατάξεις του παρόντος εξαιρούνται οι δικαστικοί υπάλληλοι, οι υπάλληλοι των Καταστημάτων Κράτησης και του Ιδρύματος Αγωγής Αρρένων Βόλου και οι υπάλληλοι όλων των κλάδων των νοσηλευτικών ιδρυμάτων του ΕΣΥ και του ΕΚΑΒ, εκτός από τους διοικητικούς υπαλλήλους και τους υπάλληλους ειδικότητας Σχολικών Φυλάκων, οι οποίοι μετά τη θέση τους σε διαθεσιμότητα μεταφέρθηκαν σε θέσεις Βοηθητικού Υγειονομικού Προσωπικού σε νοσοκομεία.
5. Υπάλληλοι που μετατάχθηκαν σε Καταστήματα Κράτησης από θέσεις κλάδου Δημοτικής Αστυνομίας, οι οποίες καταργήθηκαν κατ' εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 81 ν. 4172/2013 (ΑΊ67), συμμετέχουν στο ΕΣΚ , με αφετηρία το δεύτερο κύκλο κινητικότητας του έτους 2018, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 6 παρ. 3.
6. Ειδικό επιστημονικό προσωπικό δύναται να μεταταγεί ή να αποσπαστεί σε φορείς της παραγράφου 1 μόνο μέσω του ΕΣΚ. Οι εκπαιδευτικοί πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης δύναται να μεταταγούν ή να αποσπαστούν σε φορείς της παραγράφου 1 μόνο μέσω του ΕΣΚ, τηρουμένων των ισχυουσών διατάξεων για την αποδέσμευσή τους από την άσκηση εκπαιδευτικών καθηκόντων.

Αρθρο 4
Προϋποθέσεις συμμετοχής


1. Προϋπόθεση για τη συμμετοχή των φορέων ως υπηρεσιών υποδοχής στο ΕΣΚ είναι η σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις προηγούμενη έκδοση Οργανισμών κατόπιν αξιολόγησης των δομών τους και η αντίστοιχη κατάρτιση περιγραμμάτων θέσεων εργασίας, καθώς και η καταχώριση των ως άνω στοιχείων εκ μέρους των φορέων στο ψηφιακό Οργανόγραμμα του άρθρου 16.
2. Προϋποθέσεις για τη συμμετοχή των υπαλλήλων στο ΕΣΚ είναι:
α) η συμπλήρωση διετίας από το διορισμό ή, εφόσον ο διορισμός έγινε με μοριοδότηση λόγω εντοπιότητας, η συμπλήρωση του προβλεπόμενου χρόνου παραμονής. Αν η υποχρέωση παραμονής αφορά νομό, νησί ή παραμεθόριο περιοχή (άρθρ. 17 παρ.8 περίπτωση ιδ' ν. 2190/1994) είναι δυνατή η συμμετοχή του υπαλλήλου σε διαδικασίες επιλογής για μετάταξη ή απόσπαση σε υπηρεσίες εντός των ορίων της περιοχής όπου υφίσταται η δέσμευση. Ειδικά στην περίπτωση της συνυπηρέτησης συζύγων, σύμφωνα με το άρθρο 11, επιτρέπεται η μετάταξη ή η απόσπαση σε υπηρεσία άλλης περιοχής του άρθρου 8, εφόσον ο υπάλληλος έχει συμπληρώσει το ήμισυ του υποχρεωτικού χρόνου παραμονής.
β) η συμπλήρωση διετίας: αα) από προηγούμενη μετάταξη για τη διενέργεια νέας μετάταξης ή απόσπασης και ββ) από προηγούμενη απόσπαση για τη διενέργεια νέας απόσπασης. Από την υποχρέωση συμπλήρωσης διετίας από προηγούμενη μετάταξη ή απόσπαση εξαιρούνται όσοι αποσπώνται ή μετατάσσονται σε υπηρεσία απομακρυσμένης-παραμεθόριας περιοχής και ορεινού-νησιωτικού ΟΤΑ α' βαθμού, σύμφωνα με το άρθρο 8, καθώς και όσοι μετατάσσονται αμοιβαία και όσοι αποσπώνται για συνυπηρέτηση.
3. Δικαίωμα συμμετοχής σε διαδικασίες επιλογής για προκηρυσσόμενες θέσεις μέσω του ΕΣΚ έχουν επίσης: α) οι υπάλληλοι του οικείου φορέα, εφόσον έχουν τα απαιτούμενα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα β) οι υπάλληλοι που έχουν μεταταχθεί πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος σε υπηρεσίες απομακρυσμένα)ν-παραμεθόριων περιοχών με δέσμευση δεκαετούς παραμονής και έχουν συμπληρώσει τουλάχιστον επτά (7) έτη υποχρεωτικής παραμονής. Ειδικά οι υπάλληλοι που έχουν συμπληρώσει τουλάχιστον πέντε (5) έτη υποχρεωτικής παραμονής έχουν δικαίωμα συμμετοχής για τις διαδικασίες επιλογής σε θέσεις εντός της απομακρυσμένης- παραμεθορίου περιοχής.
4. Για τη διενέργεια μετάταξης ή απόσπασης το ποσοστό κάλυψης των θέσεων στο φορέα προέλευσης του κλάδου στον οποίο ανήκει ο υπάλληλος, κατά την καταληκτική ημερομηνία υποβολής των αιτήσεων για τη διαδικασία επιλογής, πρέπει να ανέρχεται σε ποσοστό τουλάχιστον πενήντα τοις εκατό (50%) ή εξηνταπέντε τοις εκατό (65%) στους ΟΤΑ α' βαθμού που έχουν πληθυσμό μικρότερο από ενενήντα χιλιάδες (90.000) κατοίκους. Επίσης, πρέπει ο αιτών υπάλληλος να μην είναι ο μοναδικός που υπηρετεί στον οικείο κλάδο, εκτός αν στο οργανόγραμμα του φορέα προβλέπεται μόνο μία θέση του εν λόγω κλάδου. Ειδικά για τη μετάταξη υπαλλήλου από ΟΤΑ α' βαθμού απαιτείται επιπλέον η γνώμη του αρμόδιου για το διορισμό οργάνου.

Άρθρο 5
Κεντρική Επιτροπή Κινητικότητας

1. Στο Υπουργείο Διοικητικής Ανασυγκρότησης συνιστάται Κεντρική Επιτροπή Κινητικότητας, η οποία συντονίζει και επιβλέπει την εφαρμογή του ΕΣΚ λαμβάνοντας υπόψη το ψηφιακό Οργανόγραμμα του άρθρου 16, αξιολογεί τα αιτήματα των φορέων για την αναγκαιότητα διενέργειας αποσπάσεων λόγω σοβαρών και επειγουσών υπηρεσιακών αναγκών, γνωμοδοτεί για την κατανομή των αιτούμενων υπαλλήλων για συνυπηρέτηση και για αιτήματα υπαλλήλων για απόσπαση ή μετάταξη για ιδιαίτερα σοβαρούς λόγους υγείας, ανακατανέμει το προσωπικό σε υπηρεσίες του Δημοσίου μετά από αναδιάρθρωση υπηρεσιών, συγχώνευση φορέων ή μεταβολή του ιδιοκτησιακού καθεστώτος των φορέων και γνωμοδοτεί για ζητήματα σχετικά με την πολιτική κινητικότητας και τη στελέχωση του Δημοσίου εν γένει. Η Επιτροπή είναι επταμελής και αποτελείται από τους εξής:
α) έναν (1) Αντιπρόεδρο του ΑΣΕΠ ως πρόεδρο που υποδεικνύεται από τον Πρόεδρο του ΑΣΕΠ με τον αναπληρωτή του,
β) ένα (1) μέλος του ΑΣΕΠ που υποδεικνύεται από τον Πρόεδρο του ΑΣΕΠ με τον αναπληρωτή του,
γ) έναν (1) νομικό σύμβουλο του ΝΣΚ που ορίζεται από τον πρόεδρο του ΝΣΚ με τον αναπληρωτή του,
δ) τον Διοικητικό Γραμματέα του Υπουργείου Διοικητικής Ανασυγκρότησης, με αναπληρωτή του έναν Προϊστάμενο Γενικής Διεύθυνσης,
ε) τον Διοικητικό Γραμματέα του Υπουργείου Εσωτερικών με αναπληρωτή του έναν Προϊστάμενο Γενικής Διεύθυνσης,
στ) τον Προϊστάμενο της Γενικής Διεύθυνσης Διοίκησης Ανθρώπινου Δυναμικού του Υπουργείου Διοικητικής Ανασυγκρότησης, με αναπληρωτή του τον Προϊστάμενο της Διεύθυνσης Διαχείρισης Ανθρώπινου Δυναμικού,
ζ) τον Προϊστάμενο της Γενικής Διεύθυνσης Αποκέντρωσης και Τοπικής Αυτοδιοίκησης του Υπουργείου Εσωτερικών, με αναπληρωτή του τον Προϊστάμενο της Διεύθυνσης Προσωπικού Τοπικής Αυτοδιοίκησης.
Στην Κεντρική Επιτροπή Κινητικότητας συμμετέχουν ως παρατηρητές, ' χωρίς δικαίωμα ψήφου, ένας (1) εκπρόσωπος της Α.Δ.Ε.ΔΥ και ένας (1) εκπρόσωπος της Κ.ΕΔ.Ε.
Τα μέλη της Κεντρικής Επιτροπής Κινητικότητας ορίζονται για θητεία τριών (3) ετών με απόφαση του Υπουργού Διοικητικής Ανασυγκρότησης, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Η Κεντρική Επιτροπή Κινητικότητας συνεπικουρείται στο έργο της από τη Γενική Διεύθυνση Διοίκησης Ανθρώπινου Δυναμικού και υποστηρίζεται από γραμματεία, της οποίας η οργάνωση, η στελέχωση και κάθε άλλο αναγκαίο για τη λειτουργία της θέμα καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Διοικητικής Ανασυγκρότησης.

Άρθρο 6
Διαδικασία διενέργειας προγράμματος κινητικότητας


1. Το πρόγραμμα κινητικότητας διενεργείται σε τρεις κύκλους κατ' έτος και αφορά στην κάλυψη κενών θέσεων με μετάταξη και στην προσωρινή κάλυψη θέσεων με απόσπαση. Το τελευταίο δεκαπενθήμερο κάθε έτους οι Υπουργοί για τις υπηρεσίες των Υπουργείων των οποίων προΐστανται και για τα εποπτευόμενα νομικά πρόσωπα, οι Συντονιστές Αποκεντρωμένων Διοικήσεων για τις υπηρεσίες τους και για τους ΟΤΑ α' και β' βαθμού της χωρικής αρμοδιότητάς τους, καθώς και οι επικεφαλής των Ανεξάρτητων Αρχών αποστέλλουν στην Κεντρική Επιτροπή Κινητικότητας τα αιτήματά τους για κάλυψη θέσεων με μετάταξη ή απόσπαση, συνοδευόμενα από έκθεση αναφορικά με το υπηρετούν προσωπικό, τις εκτιμώμενες αποχωρήσεις λόγω συνταξιοδότησης και τις τυχόν τρέχουσες διαδικασίες προσλήψεων. Το αίτημα για κάθε θέση περιλαμβάνει το περίγραμμα της θέσης εργασίας, καθώς επίσης και τυχόν πρόσθετα απαιτούμενα τυπικά ή ουσιαστικά προσόντα που απαιτούνται κατά περίπτωση. Ειδικότερα τα αιτήματα για απόσπαση οφείλουν να είναι αιτιολογημένα, όσον αφορά το σοβαρό και επείγοντα χαρακτήρα των υπηρεσιακών αναγκών, καθώς και την αναγκαιότητα προσωρινής κάλυψης της θέσης.
2. Τα αιτήματα αξιολογούνται από την Κεντρική Επιτροπή Κινητικότητας και εισάγονται σε ενιαία βάση δεδομένων (Πίνακας) για τις προσφερόμενες-διαθέσιμες θέσεις στο Δημόσιο. Ο Πίνακας για τον πρώτο κύκλο κινητικότητας δημοσιοποιείται την 1ι Φεβρουαρίου κάθε έτους με την ανάρτησή του σε ηλεκτρονική εφαρμογή που δημιουργείται για το σκοπό αυτόν στην ιστοσελίδα του Υπουργείου Διοικητικής Ανασυγκρότησης.
3. Οι υπάλληλοι που διαθέτουν τα απαιτούμενα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα για την προς κάλυψη θέση υποβάλλουν ηλεκτρονικά, εντός δεκαπέντε (15) ημερών, αίτηση στην υπηρεσία υποδοχής, η οποία
αξιολογεί τις υποβαλλόμενες αιτήσεις μέχρι τις 31 Μαρτίου, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 7. Η μετάταξη ή απόσπαση ολοκληρώνεται με την έκδοση απόφασης από το αρμόδιο για διορισμό όργανο της υπηρεσίας υποδοχής, ύστερα από σύμφωνη γνώμη του αρμόδιου συλλογικού οργάνου της παραγράφου 1 του άρθρου 7, μέχρι τις 15 Μαΐου, και κοινοποιείται στον ενδιαφερόμενο και την υπηρεσία προέλευσής του. Αντίστοιχες διαδικασίες ακολουθούνται και για τον δεύτερο και τρίτο κύκλο κινητικότητας, με αποστολή αιτημάτων το τελευταίο δεκαπενθήμερο του Απριλίου και του Αυγούστου αντίστοιχα, ανάρτηση στην ηλεκτρονική εφαρμογή της ιστοσελίδας του Υπουργείου Διοικητικής Ανασυγκρότησης την 1*1 Ιουνίου και την 1*ι Οκτωβρίου αντίστοιχα, υποβολή αιτήσεων των υποψηφίων στην υπηρεσία υποδοχής μέχρι τις 15 Ιουνίου και τις 15 Οκτωβρίου αντίστοιχα, αξιολόγηση των υποψηφίων από την υπηρεσία υποδοχής μέχρι τις 31 Ιουλίου και τις 30 Νοεμβρίου αντίστοιχα και έκδοση της απόφασης μετάταξης ή απόσπασης μέχρι τις 15 Σεπτεμβρίου του ίδιου έτους και τις 15 Ιανουαρίου του επόμενου έτους αντίστοιχα.

Άρθρο 7
Διαδικασία αξιολόγησης υποψηφίων από την υπηρεσία υποδοχής και έκδοση απόφασης


1. Η αξιολόγηση των υποψηφίων για κάλυψη θέσης με μετάταξη ή απόσπαση γίνεται από την υπηρεσία υποδοχής και συγκεκριμένα από τριμελές όργανο που αποτελείται από τον προϊστάμενο της Γενικής Διεύθυνσης και τον προϊστάμενο της Διεύθυνσης, στις οποίες ανήκει η εκάστοτε προκηρυσσόμενη θέση, και από τον προϊστάμενο της αρμόδιας για θέματα προσωπικού Διεύθυνσης της υπηρεσίας υποδοχής. Αν η προς κάλυψη θέση ανήκει στην αρμόδια για θέματα προσωπικού Διεύθυνση, στο τριμελές όργανο αξιολόγησης μετέχει ο αναπληρωτής του προϊσταμένου της Διεύθυνσης. Προκειμένου για τους ΟΤΑ α' βαθμού, το τριμελές όργανο αποτελείται από: α) τον προϊστάμενο της αρμόδιας για θέματα προσωπικού Γενικής Διεύθυνσης και ελλείψει αυτού τον προϊστάμενο της αρμόδιας για θέματα προσωπικού Διεύθυνσης, β) τον προϊστάμενο της Διεύθυνσης στην οποία ανήκει η εκάστοτε προκηρυσσόμενη θέση και γ) τον προϊστάμενο του Τμήματος, στο οποίο ανήκει η προκηρυσσόμενη θέση. Αν στο τριμελές όργανο αξιολόγησης μετέχει ο προϊστάμενος της αρμόδιας για θέματα προσωπικού Διεύθυνσης λόγω έλλειψης του προϊσταμένου της αρμόδιας για θέματα προσωπικού Γενικής Διεύθυνσης και η προς κάλυψη θέση ανήκει στην αρμόδια για θέματα προσωπικού Διεύθυνση, τότε μετέχει ο αναπληρωτής του προϊσταμένου της Διεύθυνσης. Στην περίπτωση των ν.π.ι.δ. το οικείο διοικητικό συμβούλιο ορίζει τριμελές όργανο αρμόδιο για την αξιολόγηση των
υποψηφίων. Ειδικά για τα ν.π.ι.δ. των ΟΤΑ α' βαθμού, το τριμελές όργανο αποτελείται από τον προϊστάμενο της αρμόδιας για θέματα προσωπικού Γενικής Διεύθυνσης και ελλείψει αυτού, τον προϊστάμενο της αρμόδιας για θέματα προσωπικού Διεύθυνσης, τον προϊστάμενο της Διεύθυνσης στην οποία ανήκει η εκάστοτε προκηρυσσόμενη θέση, και από τον προϊστάμενο του αρμόδιου τομέα στον οποίο ανήκει η προκηρυσσόμενη θέση.
2. Στο τριμελές όργανο της παραγράφου 1 παρίσταται με συμβουλευτικό ρόλο ο προϊστάμενος του Τμήματος στο οποίο ανήκει η εκάστοτε προκηρυσσόμενη θέση και δύναται να συμμετέχει ως παρατηρητής εκπρόσωπος του οικείου συλλόγου εργαζομένων.
3. Για την αξιολόγηση των υποψηφίων λαμβάνεται υπόψη η συνάφεια των τυπικών και ουσιαστικών προσόντων τους με την προκηρυσσόμενη θέση, οι εκθέσεις αξιολόγησης, η εμπειρία στην άσκηση αντίστοιχων καθηκόντων και κάθε στοιχείο από το προσωπικό μητρώο του υπαλλήλου που καταδεικνύει την καταλληλότητα για τη συγκεκριμένη θέση. Για την πληρέστερη αξιολόγηση των υποψηφίων για τις προκηρυσσόμενες θέσεις κλάδων/ειδικοτήτων ΠΕ και ΤΕ κατηγοριών διενεργείται συνέντευξη μεταξύ των τριών (3) επικρατέστερων. Συνέντευξη δύναται να διενεργείται και για θέσεις κλάδων/ ειδικοτήτων ΔΕ και ΥΕ κατηγοριών. Το πρακτικό επιλογής είναι ειδικά αιτιολογημένο, περιλαμβάνει συγκριτική αξιολόγηση των υποψηφίων και εισήγηση για τον υποψήφιο που πληροί τα απαιτούμενα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα για την προκηρυσσόμενη θέση, καθώς και καθορισμό τουλάχιστον τριών (3) επιλαχόντων, εφόσον υπάρχουν.
4. Μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας αξιολόγησης η υπηρεσία υποδοχής ενημερώνει εντός τριών (3) ημερών τον επιλεγέντα υπάλληλο καθώς και την υπηρεσία προέλευσής του. Η πράξη μετάταξης ή απόσπασης εκδίδεται από το αρμόδιο προς διορισμό όργανο της υπηρεσίας υποδοχής εντός των οριζόμενων στην παράγραφο 3 του άρθρου 6 προθεσμιών και κοινοποιείται αμέσως στην υπηρεσία προέλευσης του υπαλλήλου, καθώς και στον ίδιο, ο οποίος υποχρεούται να αναλάβει υπηρεσία στη νέα του θέση το αργότερο εντός ενός (1) μηνός από την ως άνω κοινοποίηση. Σε περίπτωση απόσπασης ή μετάταξης υπαλλήλου από ΚΕΠ η προθεσμία ανάληψης υπηρεσίας είναι δύο (2) μήνες από την κοινοποίηση, διάστημα εντός του οποίου ο οικείος δήμαρχος μεριμνά για την κάλυψη της κενωθείσας θέσης, προκειμένου να μην μειωθεί ο αριθμός των υπηρετούντων υπαλλήλων.

Άρθρο 8
Μετάταξη - απόσπαση σε υπηρεσίες απομακρυσμένων-παραμεθόριων και ορεινών-νησιωτικών ΟΤΑ α' βαθμού


1. Η μετάταξη ή απόσπαση υπαλλήλων σε υπηρεσίες απομακρυσμένων- παραμεθόριων περιοχών όπως ορίζονται στις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις, καθώς και ορεινών και νησιωτικών ΟΤΑ α' βαθμού βάσει των διατάξεων των άρθρων 1 παράγραφος 2, 204 και 209 παράγραφος 1 του ν. 3852/2010 (Α' 87), διενεργείται μέσω του ΕΣΚ.
2. Η διάρκεια της απόσπασης ορίζεται έως ένα (1) έτος με δυνατότητα παράτασης για ένα (1) ακόμη έτος. Οι μετατασσόμενοι δεσμεύονται να παραμείνουν στην υπηρεσία υποδοχής για δύο (2) έτη, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην περίπτωση β παράγραφος 2 του άρθρου 4.
3. Για τους υπαλλήλους που μετατάσσονται σε υπηρεσίες της παραγράφου 1 και παραμένουν για τρία (3) τουλάχιστον έτη, ο απαιτούμενος χρόνος για τη βαθμολογική προαγωγή μειώνεται κατά δύο (2) έτη. Αντίστοιχα, για τους υπαλλήλους που αποσπώνται και παραμένουν για δύο (2) τουλάχιστον έτη συνεχώς, ο απαιτούμενος χρόνος για τη βαθμολογική προαγωγή τους μειώνεται κατά ένα (1) έτος. Ο μέγιστος χρόνος απόσπασης ή μετάταξης που δύναται να συνυπολογιστεί για τη βαθμολογική προώθηση του υπαλλήλου στη διάρκεια της συνολικής υπηρεσίας του είναι έξι (6) έτη.
4. Υπάλληλοι που έχουν αποσπαστεί για δύο έτη συνεχώς σε υπηρεσία της παραγράφου 1 δύναται κατά τη λήξη της απόσπασης να μεταταγούν κατά προτεραιότητα κατόπιν αίτησής τους σε κενή θέση κλάδου της ίδιας υπηρεσίας, μετά από γνώμη του οικείου συλλογικού οργάνου της παραγράφου 1 του άρθρου 7, εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις της παραγράφου 4 του άρθρου 4 για την υπηρεσία προέλευσης.

Άρθρο 9 Ενδοϋπουργική κινητικότητα

1. Επιτρέπεται η απόσπαση υπαλλήλων μόνιμων και ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου από μία αρχή σε άλλη που ανήκει στο ίδιο Υπουργείο ή εποπτεύεται από αυτό, ιδίως από την κεντρική υπηρεσία σε Γενική ή Ειδική Γραμματεία και σε νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου και ιδιωτικού δικαίου, αντιστρόφως και μεταξύ τους. Η απόσπαση διενεργείται με απόφαση του οικείου Υπουργού, κατόπιν ανακοίνωσης- πρόσκλησης που δύναται να απευθύνεται σε έναν ή περισσότερους φορείς, με ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος κεφαλαίου για το ΕΣΚ.
2. Αν δεν υπάρχει εκδήλωση ενδιαφέροντος για την κάλυψη θέσης ορισμένου κλάδου που προκηρύσσεται βάσει της παραγράφου 1 και συντρέχουν αποδεδειγμένοι λόγοι σοβαρών και επειγουσών υπηρεσιακών αναγκών, επιτρέπεται η απόσπαση υπαλλήλου, μετά από σύμφωνη γνώμη του υπηρεσιακού συμβουλίου του φορέα προέλευσης. Η διάρκεια της απόσπασης είναι μέχρι ένα (1) έτος, εφόσον διενεργείται εντός του ίδιου νομού με την υπηρεσία στην οποία ανήκει η οργανική θέση του υπαλλήλου, και μέχρι έξι (6) μήνες αν διενεργείται σε άλλο νομό από αυτόν της οργανικής θέσης του υπαλλήλου.

Άρθρο 10 Αμοιβαία Μετάταξη

1. Επιτρέπεται, ύστερα από αίτηση, η αμοιβαία μετάταξη υπαλλήλων της παραγράφου 1 του άρθρου 3 με την προϋπόθεση να ανήκουν στην ίδια κατηγορία/ εκπαιδευτική βαθμίδα και να κατέχουν τα τυπικά προσόντα του κλάδου/ειδικότητας στον οποίο μετατάσσονται. Η ανωτέρω μετάταξη διενεργείται, κατόπιν αίτησης των ενδιαφερομένων υπαλλήλων και μετά από γνώμη των συλλογικών οργάνων της παραγράφου 1 του άρθρου 7 των φορέων προέλευσης και υποδοχής, με απόφαση των αρμόδιων προς διορισμό οργάνων των φορέων προέλευσης και υποδοχής, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
2. Ο υπάλληλος που επιθυμεί να μεταταγεί σε άλλη υπηρεσία με τη διαδικασία του παρόντος άρθρου, υποβάλλει αίτηση στην Κεντρική Επιτροπή Κινητικότητας, η οποία δημοσιοποιεί το αίτημα του υπαλλήλου, με ανάρτηση στην ηλεκτρονική εφαρμογή για την κινητικότητα του Υπουργείου Διοικητικής Ανασυγκρότησης. Οι ενδιαφερόμενοι που πληρούν τις προϋποθέσεις για την πλήρωση της συγκεκριμένης θέσης υποβάλλουν ηλεκτρονική αίτηση προς τον φορέα του υπαλλήλου που ζήτησε αρχικά την αμοιβαία μετάταξη.
3. Η διαδικασία γνωστοποίησης των αιτημάτων αμοιβαίας μετάταξης, τα δικαιολογητικά που πρέπει να συνοδεύουν τις αιτήσεις των υπαλλήλων και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια που αφορά στη διαδικασία εφαρμογής του παρόντος άρθρου καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Διοικητικής Ανασυγκρότησης.

Άρθρο 11 Συνυπηρέτηση

1. Επιτρέπεται, ύστερα από αίτηση, η απόσπαση για συνυπηρέτηση στην περιοχή που υπηρετεί σύζυγος ή συμβιών κατά την έννοια του
άρθρου 1 του ν. 4356/2015 ( Α' 181) δημόσιος υπάλληλος δημόσιας υπηρεσίας, ν.π.δ.δ., ΟΤΑ α' και β' βαθμού και ν.π.ι.δ. ή λειτουργός, κατά προτεραιότητα εκτός νομού Αττικής. Οι αιτήσεις υποβάλλονται στην Κεντρική Επιτροπή Κινητικότητας, η οποία γνωμοδοτεί για την κατανομή των αιτούμενων υπαλλήλων σε θέσεις αντίστοιχες των τυπικών και ουσιαστικών προσόντων τους, λαμβάνοντας υπόψη τις υπηρεσιακές ανάγκες των φορέων ανά περιοχή. Οι εν λόγω υπηρεσιακές ανάγκες προκύπτουν από τα αιτήματα που αποστέλλουν οι φορείς στο πλαίσιο του ΕΣΚ. Η απόσπαση ολοκληρώνεται με την έκδοση απόφασης των οικείων Υπουργών ή, προκειμένου για απόσπαση μεταξύ ΟΤΑ, με την έκδοση απόφασης από τα αρμόδια για το διορισμό όργανα.
2. Η χρονική διάρκεια της απόσπασης δεν δύναται να υπερβαίνει τα δύο (2) έτη, μετά το πέρας των οποίων απαιτείται η επανεξέταση από την Κεντρική Επιτροπή Κινητικότητας του αιτήματος του υπαλλήλου για εκ νέου απόσπαση έως δύο (2) έτη, στην ίδια ή σε άλλη υπηρεσία της ίδιας περιοχής, συνεκτιμώντας τις υπηρεσιακές ανάγκες.
3. Ειδικές διατάξεις περί συνυπηρέτησης διατηρούνται σε ισχύ.

Αρθρο 12 Απόσπαση

Το άρθρο 68 του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων ν.π.δ.δ. (εφεξής «Υπαλληλικού Κώδικα»), ο οποίος κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 3528/2007 (Α'26), αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 68 Απόσπαση
1. Η απόσπαση, ήτοι η απομάκρυνση του υπαλλήλου για ορισμένο χρονικό διάστημα από την υπηρεσία στην οποία ανήκει η οργανική θέση που κατέχει και η ανάθεση σ'αυτόν καθηκόντων σε άλλη υπηρεσία, διενεργείται για την κάλυψη επειγουσών υπηρεσιακών αναγκών προσωρινού χαρακτήρα, και αφορά την άσκηση καθηκόντων κλάδου για τον οποίο ο υπάλληλος διαθέτει τα απαιτούμενα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα. Ο χρόνος της απόσπασης λογίζεται για κάθε συνέπεια ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας στη θέση την οποία ανήκει οργανικά.
2. Επιτρέπεται η απόσπαση υπαλλήλων δημοσίων υπηρεσιών κάθε μορφής ή νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου σε υπηρεσία άλλου Υπουργείου ή σε νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου ή σε ΟΤΑ α' και β' βαθμού ή σε ν.π.ι.δ., σύμφωνα με τις προβλεπόμενες διαδικασίες σιο ΕΣΚ.
3. Επιτρέπεται η απόσπαση υπαλλήλου από μια αρχή σε άλλη του ίδιου Υπουργείου ή σε νομικό πρόσωπο δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου που εποπτεύεται από τον οικείο Υπουργό, αντιστρόφως και μεταξύ αυτών, σύμφωνα με τις προβλεπόμενες διαδικασίες στο πλαίσιο της ενδοϋπουργικής κινητικότητας.
4. Η απόφαση απόσπασης εκδίδεται εντός τριών (3) μηνών από την καταληκτική ημερομηνία υποβολής των σχετικών αιτήσεων.
5. Η διάρκεια των ανωτέρω αποσπάσεων δεν μπορεί να υπερβαίνει το ένα (1) έτος συνολικά. Με πρωτοβουλία της υπηρεσίας υποδοχής και συναίνεση του υπαλλήλου είναι δυνατή η παράτασή της για τρεις (3) μήνες. Κατ' εξαίρεση η απόσπαση σε υπηρεσία απομακρυσμένης -παραμεθόριας περιοχής δύναται να παραταθεί κατά ένα (1) έτος.
6. Η απόσπαση παύει αυτοδικαίως, όταν λήξει το χρονικό όριο της παραγράφου 5. Ο υπάλληλος με τη λήξη της απόσπασης επανέρχεται υποχρεωτικά στη θέση του χωρίς άλλη διατύπωση. Αν εκκρεμεί αίτημα μετάταξης του αποσπασμένου υπαλλήλου στον ίδιο φορέα, η απόσπαση παρατείνεται μέχρι τη δημοσίευση της πράξης μετάταξης και πάντως όχι πέραν των τριών (3) μηνών από τη λήξη της απόσπασης.
7. Οι αποδοχές του αποσπασμένου υπαλλήλου καταβάλλονται από την υπηρεσία υποδοχής.
8. Απαγορεύεται η απόσπαση υπαλλήλου, με γενικές ή ειδικές διατάξεις, πριν παρέλθει διετία από το διορισμό του.
9. Απαγορεύεται η απόσπαση υπαλλήλου που έχει επιλεγεί ως προϊστάμενος οργανικής μονάδας, εάν προηγουμένως δεν έχει γίνει δεκτή αίτηση απαλλαγής του από τα εν λόγω καθήκοντα. Αν ο αποσπασμένος υπάλληλος επιλεγεί ως προϊστάμενος οργανικής μονάδας, παύει αυτοδικαίως η απόσπαση από την τοποθέτησή του ως προϊσταμένου.
10. Η απόσπαση μπορεί να παύει οποτεδήποτε πριν από τη λήξη του χρονικού ορίου της παραγράφου 5 για λόγους αναγόμενους στην υπηρεσία.
11. Δεν επιτρέπεται απόσπαση υπαλλήλου πριν παρέλθει διετία από τη λήξη της προηγούμενης απόσπασης, με εξαίρεση την απόσπαση για συνυπηρέτηση συζύγων και την απόσπαση σε υπηρεσία απομακρυσμένης-παραμεθόριας περιοχής.
12. Διατηρούνται σε ισχύ μόνο οι ειδικές διατάξεις που προβλέπεται ρητά ότι εξαιρούνται από το ΕΣΚ.

Άρθρο 13 Μετάταξη σε άλλη υπηρεσία

Το άρθρο 71 του Υπαλληλικού Κώδικα, αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 71
Μετάταξη σε άλλη υπηρεσία
1. Η μετάταξη σε άλλη δημόσια υπηρεσία, ήτοι η μετακίνηση του υπαλλήλου από την υπηρεσία στην οποία ανήκει η οργανική θέση του σε κενή οργανική θέση άλλης υπηρεσίας, σε κλάδο της ίδιας ή ανώτερης κατηγορίας, για την οποία έχει τα απαιτούμενα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα, διενεργείται για την κάλυψη πάγιων αναγκών σύμφωνα με τις προβλεπόμενες διαδικασίες στο ΕΣΚ.
2. Ο υπάλληλος μετατάσσεται με το βαθμό και το μισθολογικό κλιμάκιο που κατέχει. Σε περίπτωση μετάταξης σε κλάδο ανώτερης κατηγορίας, ο χρόνος υπηρεσίας που έχει διανυθεί στο βαθμό με τον οποίο μετατάσσεται ο υπάλληλος, θεωρείται ότι έχει διανυθεί στο βαθμό της θέσης στην οποία μετατάσσεται, εφόσον έχει διανυθεί με τον τίτλο σπουδών που απαιτείται για τον κλάδο αυτόν.
3. Δεν επιτρέπεται η μετάταξη πριν παρέλθει διετία: α) από το διορισμό β) από προηγούμενη μετάταξη, με εξαίρεση την αμοιβαία μετάταξη, και τη μετάταξη σε υπηρεσία απομακρυσμένης-παραμεθόριας περιοχής.
4. Υπάλληλος που είχε τον απαιτούμενο για διορισμό σε ανώτερη κατηγορία τίτλο σπουδών κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης διορισμού του δεν επιτρέπεται να μεταταγεί σε θέση κλάδου ανώτερης κατηγορίας άλλης υπηρεσίας, πριν από τη συμπλήρωση οκταετίας από το διορισμό του.
5. Η μετάταξη διενεργείται με απόφαση του αρμόδιου προς διορισμό οργάνου της υπηρεσίας υποδοχής, που εκδίδεται εντός τριών (3) μηνών από την καταληκτική ημερομηνία υποβολής των σχετικών αιτήσεων.
6. Η πράξη μετάταξης δημοσιεύεται σε περίληψη στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
7. Θέσεις για τις οποίες εκδόθηκε προκήρυξη πλήρωσής τους με διορισμό δεν καλύπτονται με μετάταξη».

Άρθρο 14 Μετάταξη εντός του ίδιου φορέα

Το άρθρο 73 του Υπαλληλικού Κώδικα, αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 73
Διαδικασία μετατάξεων εντός του ίδιου φορέα
1. Δεν επιτρέπεται μετάταξη υπαλλήλου πριν παρέλθει διετία από το διορισμό του.
2. Οι αιτήσεις μετατάξεων των άρθρων 69 και 70 υποβάλλονται στην αρμόδια υπηρεσία προσωπικού κατά τους μήνες Μάρτιο και Οκτώβριο κάθε έτους και συνεξετάζονται από το αρμόδιο συλλογικό όργανο.
3. Οι αιτήσεις μετάταξης εισάγονται στο υπηρεσιακό συμβούλιο και εντός δύο (2) μηνών από την καταληκτική ημερομηνία υποβολής τους, διατυπώνεται γνώμη για την αποδοχή ή την απόρριψή τους, αφού συνεκτιμηθούν τόσο η καταλληλότητα του υποψηφίου για την άσκηση των καθηκόντων του κλάδου στον οποίο ζητεί να μεταταγεί, όσο και οι ανάγκες της υπηρεσίας. Σε περίπτωση υποβολής περισσότερων αιτήσεων για μετάταξη στην ίδια θέση, το αρμόδιο όργανο λαμβάνει υπόψη την απόδοση των υπαλλήλων, το χρόνο συνολικής υπηρεσίας στο βαθμό και τον κλάδο, καθώς και τα λοιπά στοιχεία του προσωπικού τους μητρώου.
4. Η μετάταξη διενεργείται με απόφαση του αρμόδιου Υπουργού ή του μονομελούς οργάνου διοίκησης του ν.π.δ.δ. και αν δεν υπάρχει, του Διοικητικού Συμβουλίου αυτού, μετά από γνώμη του αρμόδιου συλλογικού οργάνου. Προκειμένου για μετάταξη υπαλλήλων εντός της ίδιας Αποκεντρωμένης Διοίκησης, αυτή διενεργείται με απόφαση του Συντονιστή της Αποκεντρωμένης Διοίκησης.
5. Η πράξη μετάταξης δημοσιεύεται σε περίληψη στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
6. Θέσεις για τις οποίες εκδόθηκε προκήρυξη πλήρωσης τους με διορισμό δεν καλύπτονται με μετάταξη».

Άρθρο 15
Κάλυψη δαπάνης μισθοδοσίας υπαλλήλων εποπτευόμενων φορέων


1. Κατά τη διάρκεια εκτέλεσης του προϋπολογισμού, τα υπουργεία και οι Αποκεντρωμένες Διοικήσεις δύναται να μεταφέρουν σε ειδικούς κωδικούς αριθμούς εξόδων του προϋπολογισμού τους, μέρος των πιστώσεών τους που έχουν προβλεφθεί για πάσης φύσεως μεταβιβάσεις, προκειμένου να καλυφθεί η δαπάνη μισθοδοσίας υπαλλήλων των εποπτευόμενων φορέων τους που αποσπώνται ή μετατάσσονται σε άλλους φορείς.
2. Η διαδικασία της παρ. 1 αφορά αποκλειστικά και μόνο την κάλυψη της δαπάνης μισθοδοσίας υπαλλήλων που προέρχονται από φορείς εντός Γενικής Κυβέρνησης, η μισθοδοσία των οποίων δεν βαρύνει άμεσα τον τακτικό προϋπολογισμό, στο πλαίσιο των ανώτατων ορίων δαπανών που έχουν περιληφθεί στο εκάστοτε ισχύον Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής. Η έννοια της Γενικής Κυβέρνησης οριοθετείται εκάστοτε από την Ελληνική Στατιστική Αρχή στο Μητρώο Φορέων Γενικής Κυβέρνησης.
3. Η παρ. 1 του άρθρου 29 του ν.4223/2013 (Α' 287) καταργείται.

Άρθρο 16
Ψηφιακό Οργανόγραμμα της Δημόσιας Διοίκησης και Τοπικής Αυτοδιοίκησης


1. Δημιουργείται σε βάση δεδομένων Οργανόγραμμα της Δημόσιας Διοίκησης και Τοπικής Αυτοδιοίκησης, στο οποίο αποτυπώνονται η διάρθρωση και η στελέχωση όλων των φορέων του Δημοσίου, που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 3. Το Οργανόγραμμα περιλαμβάνει όλες τις οργανικές μονάδες των ως άνω φορέων, τους υπηρετούντες σε κάθε οργανική μονάδα υπαλλήλους και τα αντίστοιχα περιγράμματα θέσεων εργασίας. Κάθε οργανική μονάδα συναρτάται με την ιεραρχικά ανώτερή της και κάθε υπάλληλος με τη μονάδα στην οποία υπηρετεί.
2. Το Οργανόγραμμα τηρείται σε κεντρικό ιστότοπο και την ευθύνη της διαχείρισης της υπολογιστικής υποδομής του ψηφιακού Οργανογράμματος έχει το Υπουργείο Διοικητικής Ανασυγκρότησης σε συνεργασία με το Υπουργείο Οικονομικών, ενώ την ευθύνη της καταχώρισης σε αυτό των στοιχείων του κάθε φορέα έχουν οι αντίστοιχες Διευθύνσεις Διοικητικού μέσω πιστοποιημένης πρόσβασης.
3. Στο Οργανόγραμμα καταχωρίζονται αμελλητί οι αλλαγές στη δομή των φορέων και στην κατανομή των υπηρετούντων υπαλλήλων.
4. Με απόφαση του Υπουργού Διοικητικής Ανασυγκρότησης, που εκδίδεται εντός ενός (1) μηνός από την έναρξη ισχύος του παρόντος, ρυθμίζεται κάθε σχετικό θέμα εφαρμογής του παρόντος άρθρου.

Αρθρο 17
Σύντμηση οκταετίας για τη μετάταξη διοριστέων του ΑΣΕΠ μετά την 1.1.2009


Για τους περιλαμβανομένους σε πίνακες διοριστέων του ΑΣΕΠ ή των φορέων του άρθρου 14 του ν. 2190/1994 που εκδόθηκαν μετά την 1.1.2009, ανεξαρτήτως τυχόν μεταβολής του φορέα διορισμού, το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί από τη λήξη της προθεσμίας των τεσσάρων (4) μηνών που προβλέπεται στο άρθρο 15 του Υπαλληλικού Κώδικα και στο άρθρο 22 του Κώδικα Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων ο οποίος κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν.3584/2007 (ΑΊ43), έως την κατάρτιση της υπαλληλικής σχέσης, συνυπολογίζεται στο οριζόμενο στην παράγραφο 2 του άρθρου 70 του Υπαλληλικού Κώδικα και στην παράγραφο 2 του άρθρου 76 του Κώδικα Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων (διάστημα της οκταετίας). Τα ως άνω ισχύουν ανάλογα και για τους περιλαμβανομένους σε πίνακες διοριστέων του ΑΣΕΠ ή των φορέων του άρθρου 14 του ν.2190/1994 που εκδόθηκαν μετά την 1.1.2009, σε φορείς για τους οποίους προβλέπονται αντίστοιχες ρυθμίσεις.

Άρθρο 18 Μεταβατικές διατάξεις

1. Εκκρεμείς κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου μετατάξεις, για τις οποίες είτε έχει εκδοθεί εγκριτική απόφαση σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 68 του ν. 4002/2011( Α' 180) είτε έχει εκδοθεί ανακοίνωση-πρόσκληση, δύναται να ολοκληρωθούν μέχρι τις 30.6.2017, σύμφωνα με τις ισχύουσες, μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος, διατάξεις.
2. Αποσπάσεις εξακολουθούν να διενεργούνται σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις μέχρι τις 15.4.2017, έναρξη εφαρμογής του ΕΣΚ. Οι κατά τα ανωτέρω διενεργούμενες αποσπάσεις, λήγουν αυτοδικαίως ένα (1) έτος μετά την έναρξη εφαρμογής του ΕΣΚ, στις 15.4.2018.
3. Τακτικοί υπάλληλοι δημοσίων υπηρεσιών, ν.π.δ.δ. και ΟΤΑ α' και β' βαθμού και ν.π.ι.δ. που ανήκουν στη Γενική Κυβέρνηση, οι οποίοι κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος είναι αποσπασμένοι με γενικές ή ειδικές διατάξεις, σε άλλες δημόσιες υπηρεσίες, ν.π.δ.δ. και ΟΤΑ α' και β' βαθμού, επιτρέπεται να μεταταγούν με αίτησή τους στην υπηρεσία που είναι αποσπασμένοι, μετά από γνώμη του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου. Η μετάταξη διενεργείται σε κενή θέση κλάδου της ίδιας ή ανώτερης κατηγορίας, και αν δεν υπάρχει με μεταφορά της θέσης που κατέχει ο υπάλληλος, με την ίδια σχέση εργασίας και διατήρηση της τυχόν προσωπικής διαφοράς στις αποδοχές. Η αίτηση υποβάλλεται σε αποκλειστική προθεσμία ενός (1) μηνός από την έναρξη ισχύος του παρόντος και η μετάταξη γίνεται με απόφαση των οικείων Υπουργών, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 1 του άρθρου 68 του ν. 4002/2011 ( Α' 180). Σε περίπτωση που η απόσπαση του υπαλλήλου λήγει πριν από τη δημοσίευση της πράξης μετάταξης, η απόσπαση παρατείνεται μέχρι την έκδοση της πράξης μετάταξης και πάντως όχι πέραν της 30*1? .6.2017. Όσοι υπάλληλοι δεν υποβάλλουν αίτηση ή δεν επιλεγούν προς μετάταξη επιστρέφουν στην υπηρεσία στην οποία ανήκει η οργανική θέση τους μέχρι τις 15.4.2017, έναρξη εφαρμογής του ΕΣΚ.
4. Τακτικοί υπάλληλοι δημοσίων υπηρεσιών, ν.π.δ.δ. και ΟΤΑ α' και β' βαθμού και ν.π.ι.δ. που ανήκουν στη Γενική Κυβέρνηση και αποσπώνται σε άλλες δημόσιες υπηρεσίες, ν.π.δ.δ. και ΟΤΑ α' και β' βαθμού, κατόπιν ανακοίνωσης-πρόσκλησης που έχει εκδοθεί πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος, δύναται να μεταταχθούν μέχρι τις 30.6.2017 στην υπηρεσία που είναι αποσπασμένοι, με αίτηση που υποβάλλουν μέχρι τις 30.4.2017, με τη διαδικασία, τους όρους και τις προϋποθέσεις που ορίζονται στην παράγραφο 3.

Άρθρο 19 Τελικές-Καταργούμενες διατάξεις

1. Κάθε γενική ή ειδική διάταξη για τη διενέργεια απόσπασης ή μετάταξης που αντίκειται στις διαδικασίες, τους όρους και τις προϋποθέσεις που θέτει το ΕΣΚ καταργείται, με την επιφύλαξη του άρθρου 18, με εξαίρεση τις εξής ειδικές διατάξεις για τις αποσπάσεις:
α) σε πολιτικά γραφεία (π.δ. 63/2005), σε γραφεία αιρετών σε ΟΤΑ α' και β' βαθμού, σε γραφεία βουλευτών, σε κόμματα, στην Προεδρία της Δημοκρατίας,
β) στη Γενική Γραμματεία του Πρωθυπουργού, στη Γενική Γραμματεία της Κυβέρνησης και στη Γενική Γραμματεία Συντονισμού,
γ) στο γραφείο του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης και στα Ελεγκτικά σώματα της Διοίκησης, για θέσεις επιθεωρητών - ελεγκτών,
δ) σε Ειδικές Υπηρεσίες και Κοινές Γραμματείες των ΕΠ Ευρωπαϊκής Εδαφικής Συνεργασίας του ν. 4314/2014 ( Α'265 ) και στη ΜΟΔ Α.Ε., καθώς και σε υπηρεσίες συντονισμού, εφαρμογής ή διαχείρισης άλλων' συγχρηματοδοτούμενων ενωσιακών και διεθνών προγραμμάτων,
ε) σε φορείς της EE, στη ΜΕΑ και σε διεθνείς οργανισμούς,
στ) στην ΕΣΔΔΑ, για όσο χρόνο διαρκεί ο χρόνος φοίτησης των υπαλλήλων,
η) στην Κεντρική Ένωση Δήμων Ελλάδος (Κ.Ε.Δ.Ε.), την Ένωση Περιφερειών Ελλάδος (ΕΝ.Π.Ε.), την Ελληνική Εταιρεία Τοπικής Ανάπτυξης και Αυτοδιοίκησης (Ε.Ε.Τ. Α. Α), και τις Περιφερειακές Ενώσεις Δήμων (Π.ΕΔ.),
θ) στα Περιφερειακά Ταμεία Ανάπτυξης.
2. Οι διατάξεις του άρθρου 37 του ν. 4314/2014 ( Α'265 ), οι διατάξεις για αποσπάσεις και μετατάξεις του ν. 4375/2016 (Α' 51), οι διατάξεις των άρθρων 93 παράγραφος 7 και 182 παράγραφος 10 του ν. 3852/2010 (Α'87), οι διατάξεις για αποσπάσεις και μετατάξεις του ειδικού ένστολου προσωπικού δημοτικής αστυνομίας, καθώς και οι διατάξεις του άρθρου 7 του ν. 1069/1980 (Α' 191) διατηρούνται σε ισχύ.
3. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου καταργούνται η παράγραφος 1 του άρθρου 68 του ν. 4002/2011( Α' 180), η παράγραφος 5 του άρθρου 35 του ν. 4024/2011 (Α' 226), η παράγραφος 16 του άρθρου ένατου του ν. 4057/2012 ( Α'54), το άρθρο 6 του ν. 3613/2007 ( Α' 263), η παράγραφος 10 του άρθρου 2 του ν. 3051/2002 (Α' 220), όπως προστέθηκε με την παράγραφο 4 του άρθρου 284 του ν. 3852/2010 (Α' 87), τα άρθρα 72, 74 και 75 του Υπαλληλικού Κώδικα , τα άρθρα 73, 74, 78, 79,181,182,184 του Κώδικα Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων, τα άρθρα 246, 247 του ν. 3852/2010, το άρθρο 58 του ν. 3979/2011 (Α' 138).

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β
ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΠΟΥ ΔΙΟΡΙΖΟΝΤΑΙ ΣΤΙΣ ΘΕΣΕΙΣ ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ 6 ΚΑΙ 8 ΤΟΥ ν. 4369/2016, ΑΣΥΜΒΙΒΑΣΤΑ ΚΑΙ ΠΡΟΛΗΨΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΩΝ ΣΥΓΚΡΟΥΣΗΣ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΩΝ.

Άρθρο 20 Υποχρεώσεις


1. Τα πρόσωπα που διορίζονται στις θέσεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 6 και της παραγράφου 1 του άρθρου 8 του ν. 4369/2016 (Α'33) οφείλουν να ασκούν τα καθήκοντά τους με ακεραιότητα, αντικειμενικότητα, αμεροληψία, διαφάνεια και κοινωνική υπευθυνότητα, να ενεργούν αποκλειστικά υπέρ του δημοσίου συμφέροντος και να σέβονται και να τηρούν τους κανόνες εχεμύθειας και εμπιστευτικότητας για θέματα, για τα οποία έλαβαν γνώση κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.
2. Προς διασφάλιση των ανωτέρω υποχρεώσεων προβλέπονται ασυμβίβαστα και μέτρα πρόληψης περιπτώσεων σύγκρουσης συμφερόντων, κατά τα οριζόμενα στα άρθρα 21-23 του παρόντος, συμπληρωματικώς δε εφαρμόζεται κάθε ειδική διάταξη που αφορά σε ασυμβίβαστα και περιορισμούς σχετικά με την κατοχή των θέσεων αυτών.

Άρθρο 21 Ασυμβίβαστα άσκησης καθηκόντων

1. Κατά τη διάρκεια της θητείας των προσώπων που διορίζονται σε θέσεις κατά τα οριζόμενα στις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 6, στα εδάφια πρώτο και δεύτερο της περίπτωσης α) και στα εδάφια πρώτο και δεύτερο της περίπτωσης β) της παραγράφου 1 του άρθρου 8 του ν. 4369/2016 αναστέλλεται η άσκηση εκ μέρους τους οποιουδήποτε δημοσίου λειτουργήματος, όπως και η άσκηση καθηκόντων σε οποιαδήποτε θέση στο Δημόσιο ή σε νομικά πρόσωπα του δημόσιου τομέα. Αναστέλλεται επίσης η εκ μέρους τους άσκηση του δικηγορικού λειτουργήματος.
2. Τα πρόσωπα που διορίζονται στις θέσεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 6 και της παραγράφου 1 του άρθρου 8 του ν. 4369/2016 απαγορεύεται, κατά τη διάρκεια της θητείας τους, να ασκούν οποιουδήποτε είδους επαγγελματική δραστηριότητα στον ιδιωτικό τομέα όμοια ή παρεμφερή με τη δραστηριότητα του φορέα στον οποίο επιλέγονται ή να συμμετέχουν με οποιονδήποτε τρόπο στο κεφάλαιο ή στην διοίκηση νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου της ημεδαπής ή της αλλοδαπής με όμοια ή παρεμφερή δραστηριότητα με εκείνη του φορέα στον οποίο επιλέγονται. Απαγορεύεται επίσης να κατέχουν παράλληλα άλλες θέσεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 6 και της παραγράφου 1 του άρθρου 8 του ν. 4369/2016 ή θέση προϊσταμένου οποιασδήποτε οργανικής μονάδας στο Δημόσιο ή σε νομικά πρόσωπα του δημοσίου τομέα.
3. Δεν διορίζονται στις θέσεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 6 και της παραγράφου 1 του άρθρου 8 του ν. 4369/2016 πρόσωπα, των οποίων οι σύζυγοι ή οι συμβιούντες κατά την έννοια του άρθρου 1 του ν. 4356/2015 (ΑΊ81) ή τα τέκνα αυτών συμμετέχουν με οποιονδήποτε τρόπο στο κεφάλαιο ή στην διοίκηση ή απασχολούνται σε θέση ευθύνης σε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου της ημεδαπής ή της αλλοδαπής με όμοια ή παρεμφερή δραστηριότητα με εκείνη του φορέα στον οποίο επιλέγονται.
4. Τα ως άνω πρόσωπα δηλώνουν υπευθύνως ήδη με την υποβολή της υποψηφιότητάς τους ότι:
α) δεν ασκούν οποιαδήποτε επαγγελματική δραστηριότητα στον ιδιωτικό τομέα, όμοια ή παρεμφερή με τη δραστηριότητα του φορέα στον οποίο ανήκει η προκηρυσσόμενη θέση ή, εφόσον ασκούν τέτοια επαγγελματική δραστηριότητα κατά τον χρόνο υποβολής υποψηφιότητας, ότι θα τη διακόψουν, εφόσον επιλεγούν για τη θέση αυτή, προσκομίζοντας τα σχετικά δικαιολογητικά κατά το χρόνο ανάληψης των καθηκόντων τους.
β) δεν συμμετέχουν οι ίδιοι, οι σύζυγοι ή οι συμβιούντες κατά την έννοια του άρθρου 1 του ν. 4356/2015 (ΑΊ81) ή τα τέκνα αυτών με οποιονδήποτε τρόπο στο κεφάλαιο ή στην διοίκηση νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου της ημεδαπής ή της αλλοδαπής με όμοια ή παρεμφερή δραστηριότητα με εκείνη του φορέα στον οποίο ανήκει η προκηρυσσόμενη θέση ή, εφόσον συμμετέχουν κατά τον χρόνο υποβολής υποψηφιότητας, ότι θα παύσουν να συμμετέχουν, εφόσον επιλεγούν για τη θέση αυτή, προσκομίζοντας τα σχετικά δικαιολογητικά μεταβίβασης, απαλλαγής ή παραίτησής τους κατά τον χρόνο ανάληψης των καθηκόντων τους.
γ) δεν απασχολούνται οι σύζυγοι ή οι συμβιούντες κατά την έννοια του άρθρου 1 του ν. 4356/2015 και τα τέκνα αυτών σε θέση ευθύνης σε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου της ημεδαπής ή της αλλοδαπής, με όμοια ή παρεμφερή δραστηριότητα με εκείνη του φορέα στον οποίο ανήκει η προκηρυσσόμενη θέση ή, εφόσον απασχολούνται κατά τον χρόνο υποβολής υποψηφιότητας, ότι θα παύσουν να απασχολούνται, εφόσον επιλεγούν για τη θέση αυτή, προσκομίζοντας τα σχετικά δικαιολογητικά διακοπής ή παραίτησης κατά τον χρόνο ανάληψης των καθηκόντων τους.
δ) δεν κατέχουν άλλες θέσεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 6 και της παραγράφου 1 του άρθρου 8 του ν. 4369/2016 ή θέση προϊσταμένου οποιασδήποτε οργανικής μονάδας στο Δημόσιο ή σε νομικό πρόσωπο του δημοσίου τομέα ή, εφόσον κατέχουν κατά τον χρόνο υποβολής υποψηφιότητας, ότι θα παραιτηθούν, εφόσον επιλεγούν για τις θέσεις της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, προσκομίζοντας τα σχετικά δικαιολογητικά παραίτησης κατά το χρόνο ανάληψης των καθηκόντων τους.
5. Η διαπίστωση των ασυμβιβάστων των παραγράφων 1 έως 3 οποιαδήποτε στιγμή κατά τη διάρκεια της θητείας των ως άνω προσώπων, συνεπάγεται την αυτοδίκαιη έκπτωση αυτών από τη θέση τους με την έκδοση διαπιστωτικής πράξης του αρμόδιου Υπουργού ή του Υπουργού που εποπτεύει το φορέα.

Άρθρο 22
Σύγκρουση συμφερόντων κατά την άσκηση των καθηκόντων


1. Σύγκρουση συμφερόντων για τα πρόσωπα που διορίζονται σας θέσεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 6 και της παραγράφου 1 του άρθρου 8 του ν. 4369/2016 συνιστά οποιαδήποτε κατάσταση, κατά την οποία υφίσταται ιδιωτικό συμφέρον ικανό να επηρεάσει την αμερόληπτη και αντικειμενική εκτέλεση των καθηκόντων τους. Ως ιδιωτικό συμφέρον νοείται κάθε πλεονέκτημα για τους ίδιους, τους συζύγους ή τους συμβιούντες κατά την έννοια του άρθρου 1 του ν. 4356/2015, τους συγγενείς εξ αίματος ή εξ αγχιστείας, κατ' ευθείαν μεν γραμμή απεριορίστως εκ πλαγίου δε έως και τέταρτου βαθμού καθώς και για πρόσωπα, φυσικά ή νομικά, στενά συνδεόμενα με αυτούς.
2. Κατά την άσκηση των καθηκόντων για τη διαχείριση συγκεκριμένων υποθέσεων συντρέχει σύγκρουση συμφερόντων, ιδίως όταν υπάρχει προηγούμενη σχέση του προσώπου που έχει διοριστεί σε θέση των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 6 και της παραγράφου 1 του άρθρου 8 του ν. 4369/2016 με φυσικά ή νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου της ημεδαπής ή της αλλοδαπής που εμπλέκονται ή σχετίζονται με αρμοδιότητες του φορέα. Προηγούμενη σχέση υφίσταται σε κάθε περίπτωση:
α) όταν τα πρόσωπα αυτά κατά την τελευταία τριετία πριν από την έναρξη της θητείας τους είχαν επαγγελματική δραστηριότητα, η οποία συνίστατο στην παροχή οποιασδήποτε υπηρεσίας, εργασίας ή έργου, είτε από τα ίδια είτε από νομικό πρόσωπο, στου οποίου το κεφάλαιο ή τη διοίκηση αυτά συμμετείχαν, προς τρίτο φυσικό ή νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου της ημεδαπής ή της αλλοδαπής με όμοια ή παρεμφερή δραστηριότητα με εκείνη του φορέα, σε θέση του οποίου έχουν επιλεγεί, ή προς τον ίδιο τον φορέα ή σε βάρος αυτού, β) όταν τα πρόσωπα αυτά συμμετείχαν κατά την τελευταία τριετία στο κεφάλαιο ή στη διοίκηση νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου της ημεδαπής ή της αλλοδαπής με όμοια ή παρεμφερή δραστηριότητα με εκείνη του φορέα, σε θέση του οποίου έχουν επιλεγεί,
γ) αν την ανωτέρω επαγγελματική δραστηριότητα ή συμμετοχή στο κεφάλαιο ή στη διοίκηση των νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου της ημεδαπής ή της αλλοδαπής είχαν ο σύζυγος ή ο συμβιών με τα πρόσωπα αυτά κατά την έννοια του άρθρου 1 του ν. 4356/2015 ή τα τέκνα τους κατά την τελευταία τριετία πριν από το διορισμό στη θέση των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 6 και της παραγράφου 1 του άρθρου 8 του ν. 4369/2016.
3. Τα πρόσωπα που διορίζονται στις θέσεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 6 και της παραγράφου 1 του άρθρου 8 του ν.4369/2016 υποχρεούνται να απέχουν από τη διαχείριση συγκεκριμένων υποθέσεων δηλώνοντας κώλυμα, εφόσον συντρέχει περίπτωση σύγκρουσης συμφερόντων κατά τα οριζόμενα στις παραγράφους 1 και 2.
4. Αν διαπιστωθεί με οποιονδήποτε τρόπο παράβαση των υποχρεώσεων του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται οι διατάξεις της παραγράφου 5 του προηγούμενου άρθρου και οι περιπτώσεις β) και γ) της παραγράφου 3 του άρθρου 23 και εκδίδονται οι σχετικές υπουργικές αποφάσεις. Οι ως άνω υπουργικές αποφάσεις αναρτώνται στην ιστοσελίδα του Α.Σ.Ε.Π., πλέον των υποχρεώσεων δημοσιότητας βάσει των διατάξεων του ν. 3861/2010 (Α'112).

Άρθρο 23
Υποχρεώσεις των προσώπων μετά τη λήξη των καθηκόντων τους


1. Τα πρόσωπα που διορίζονται στις θέσεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 6 και της παραγράφου 1 του άρθρου 8 του ν. 4369/2016 οφείλουν να απέχουν για δύο (2) έτη μετά τη λήξη της θητείας τους από κάθε ιδιωτική δραστηριότητα σχετιζόμενη με τα καθήκοντα που άσκησαν, εφόσον αυτή μπορεί να δημιουργήσει κατάσταση σύγκρουσης συμφερόντων, κατά την έννοια του άρθρου 22, ιδίως: α) μέσω της παροχής εκ μέρους τους υπηρεσιών - με έμμισθη εντολή ή με οποιαδήποτε έννομη σχέση - σε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου της ημεδαπής ή της αλλοδαπής, οι οποίες σχετίζονται με ζητήματα που διαχειρίστηκαν τα ίδια ή με αποφάσεις που έχουν ληφθεί κατά τη διάρκεια της θητείας τους, ή β) μέσω της συμμετοχής τους στο κεφάλαιο ή στην διοίκηση των ως άνω νομικών προσώπων, εξαιρουμένων των περιπτώσεων απόκτησης μετοχών, εταιρικών μεριδίων ή άλλων δικαιωμάτων μέσω κληρονομικού δικαιώματος. Στα πρόσωπα αυτά δεν επιτρέπεται για τρία (3) έτη μετά τη λήξη της θητείας τους να αναλαμβάνουν την υπεράσπιση ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο την επιμέλεια υποθέσεων του φορέα ή την προσφυγή ενώπιον των δικαστηρίων κατά του φορέα αυτού.
2. Τα πρόσωπα που διορίζονται και οι σύζυγοι ή οι συμβιούντες με αυτά κατά την έννοια του άρθρου 1 του ν. 4356/2015 καθώς και τα τέκνα τους υποβάλλουν επί τρία (3) έτη από τον χρόνο λήξης των καθηκόντων τους δήλωση οικονομικών συμφερόντων του άρθρου 229 του ν. 4281/2014 (Α'160). Ειδικά όσοι διορίστηκαν υποβάλλουν επιπλέον ειδική υπεύθυνη δήλωση για αποχή από την άσκηση των δραστηριοτήτων της προηγούμενης παραγράφου στην αρμόδια Μονάδα Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης της Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και της Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας και Ελέγχου Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 3 του ν. 3213/2003 (Α 309).
3. Αν ύστερα από σχετικό έλεγχο διαπιστωθεί από την ως άνω αρμόδια Μονάδα Ελέγχου η παράβαση των οριζομένων στην παράγραφο 1, αποστέλλεται το σχετικό πόρισμα στον Υπουργό Οικονομικών με κοινοποίηση στον Γενικό Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης, στον Υπουργό Διοικητικής Ανασυγκρότησης και στον καθ' ύλην αρμόδιο Υπουργό και επιβάλλονται, πέραν των άλλων προβλεπόμενων διοικητικών κυρώσεων, τα εξής:
α) πρόστιμο ίσο με το διπλάσιο των συνολικών αποδοχών και αποζημιώσεων που έλαβε το πρόσωπο αυτό κατά τη διάρκεια της θητείας του, το οποίο επιβάλλεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, βεβαιώνεται δε και εισπράττεται ως δημόσιο έσοδο κατά τις διατάξεις του ΚΕΛΕ,
β) απαγόρευση διορισμού, με απόφαση του Υπουργού Διοικητικής Ανασυγκρότησης, στις θέσεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 6 και της παραγράφου 1 του άρθρου 8 του ν. 4369/2016 για περίοδο δέκα (10) ετών από τη διαπίστωση της παράβασης ή ισοβίως, αν για οποιονδήποτε λόγο δεν καταβληθεί το πρόστιμο που βεβαιώθηκε σύμφωνα με την περίπτωση α),
γ) διαγραφή από το Εθνικό Μητρώο Επιτελικών Στελεχών Δημόσιας Διοίκησης, σύμφωνα με τα οριζόμενα στα άρθρα 3 και 5 του ν. 4369/2016.
Οι ως άνω υπουργικές αποφάσεις αναρτώνται στην ιστοσελίδα του Α.Σ.Ε.Π., πλέον των υποχρεώσεων δημοσιότητας βάσει των διατάξεων του ν. 3861/2010.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ
ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 24
Ηλεκτρονική διαδικασία έκδοσης και διακίνησης διοικητικών πράξεων και εγγράφων στο Δημόσιο Τομέα


Το άρθρο 12 του ν. 3979/2011 (ΑΊ38) αντικαθίσταται ως εξής:
« 1. Με την επιφύλαξη ειδικών διατάξεων όλες οι διαδικασίες για την έκδοση διοικητικών πράξεων και λοιπών εγγράφων από τους φορείς του δημοσίου, όπως η σύνταξη, η προώθηση για υπογραφή, η θέση υπογραφής, η χρέωση προς ενέργεια εισερχομένων εγγράφων, η εσωτερική διακίνηση, καθώς και η αρχειοθέτησή τους πραγματοποιούνται αποκλειστικά μέσω Τεχνολογιών Πληροφορικής και Επικοινωνιών (Τ.Π.Ε.), με χρήση προηγμένης ψηφιακής υπογραφής και χρονοσήμανσης.
Με κοινή απόφαση του Υπουργού Διοικητικής Ανασυγκρότησης και του οικείου Υπουργού δύναται να οριστούν εξαιρέσεις από την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου. Κάθε φορέας του δημόσιου τομέα μεριμνά για την προσαρμογή των επιχειρησιακών διαδικασιών του προς το σκοπό της βέλτιστης εφαρμογής της ηλεκτρονικής διαχείρισης εγγράφων.
2. Με την επιφύλαξη ειδικών διατάξεων, η διακίνηση, διαβίβαση, κοινοποίηση και ανακοίνωση διοικητικών πράξεων και εγγράφων κάθε είδους μεταξύ φορέων του δημόσιου τομέα πραγματοποιείται αποκλειστικά με χρήση Τ.Π.Ε.
3. Με την επιφύλαξη ειδικών διατάξεων, η διακίνηση, διαβίβαση, κοινοποίηση και ανακοίνωση διοικητικών πράξεων και εγγράφων κάθε είδους μεταξύ φορέων του δημόσιου τομέα και τρίτων, φυσικών και νομικών προσώπων, επιτρέπεται να πραγματοποιείται με χρήση Τ.Π.Ε.
4. Από τις διατάξεις των παραγράφων 2 και 3 εξαιρούνται ως προς τη διακίνηση, διαβίβαση, κοινοποίηση και ανακοίνωση τα έγγραφα για τα οποία προβλέπεται από το νόμο απαγόρευση χορήγησης αντιγράφων. Αν η επιδιωκόμενη από τρίτο, φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή απευθυνόμενη σε τρίτο, φυσικό ή νομικό πρόσωπο, πράξη αφορά έγγραφα, τα οποία περιλαμβάνονται στο προηγούμενο εδάφιο, ο φορέας του δημόσιου τομέα υποχρεούται να ενημερώνει εγκαίρως και με τον προσφορότερο κάθε φορά τρόπο τον ενδιαφερόμενο.
5. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Διοικητικής Ανασυγκρότησης και του Υπουργού Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης ορίζονται τα πρότυπα και οι ελάχιστες προδιαγραφές μορφής και αναγκαίων στοιχείων των ηλεκτρονικών εγγράφων που εκδίδουν οι φορείς του δημόσιου τομέα, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα.
6. α) To Υπουργείο Διοικητικής Ανασυγκρότησης και το Υπουργείο' Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης μεριμνούν για τη λειτουργία κεντρικού Συστήματος Ηλεκτρονικής Διαχείρισης Εγγράφων (Σ.Η.Δ.Ε.), το οποίο παρέχεται ως υπηρεσία σε όλους τους φορείς του Δημοσίου. Κάθε φορέας μεριμνά για την ένταξη του στο κεντρικό Σ.Η.Δ.Ε., καθώς και για την απόκτηση προηγμένης ψηφιακής υπογραφής από την Αρχή Πιστοποίησης Ελληνικού Δημοσίου (Α.Π.Ε.Δ.).
β) Όσοι φορείς διαθέτουν ήδη Σ.Η.Δ.Ε. δύναται να συνεχίσουν τη λειτουργία του για περιορισμένο χρονικό διάστημα, έως ότου ολοκληρώσουν τη μετάβασή του στο κεντρικό Σ.Η.Δ.Ε. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Διοικητικής Ανασυγκρότησης και του Υπουργού Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης, καθορίζονται τα κοινά πρότυπα διασύνδεσης και διαλειτουργικότητας των Σ.Η.Δ.Ε., οι διαδικασίες, καθώς και τα σχέδια μετάβασης στο κεντρικό σύστημα.
7. Το Υπουργείο Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης είναι αρμόδιο για τη διατύπωση των σχετικών προτύπων και το συντονισμό της εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος άρθρου. Η Γενική Διεύθυνση Μεταρρυθμιστικής Πολιτικής και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης του Υπουργείου Διοικητικής Ανασυγκρότησης είναι αρμόδια για την υποστήριξη των φορέων του δημοσίου τομέα.
8. Η ισχύς του παρόντος άρθρου αρχίζει για το σύνολο των Υπουργείων από την 1η Ιουλίου 2017. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Διοικητικής Ανασυγκρότησης και του καθ' ύλην αρμόδιου Υπουργού η έναρξη ισχύος δύναται να παραταθεί σε εξαιρετικές και ειδικά αιτιολογημένες περιπτώσεις έως την 1η Ιανουαρίου 2018. Η ημερομηνία έναρξης ισχύος για τους υπόλοιπους φορείς του δημοσίου, όπως τα ν,π.δ.δ., τις ανεξάρτητες και ρυθμιστικές αρχές, το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους και τους ΟΤΑ α' και β' βαθμού, καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Διοικητικής Ανασυγκρότησης και σε κάθε περίπτωση όχι αργότερα από τις 31 Δεκεμβρίου 2018.
9. Με την παρέλευση των ανωτέρω ημερομηνιών κάθε πράξη και κάθε απόφαση που εκδίδονται κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος άρθρου δεν εκτελούνται.
10. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Διοικητικής Ανασυγκρότησης και του Υπουργού Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης ρυθμίζονται τεχνικά θέματα και λεπτομέρειες για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου.»

Αρθρο 25
Ανακατανομή ποσοστών ειδικών κατηγοριών στο σύστημα προσλήψεων του ν.2190/1994


1. Η παράγραφος 6 του άρθρου 14 του ν. 2190/1994 (Α' 28) αντικαθίσταται ως εξής:
«6.α) Ποσοστό 2% των προκηρυσσόμενων θέσεων τακτικού προσωπικού και προσωπικού με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, των κατηγοριών ΠΕ, ΤΕ, ΔΕ και ΥΕ για υπηρεσίες και νομικά πρόσωπα της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου και της παραγράφου 3 του άρθρου 1 του ν. 2527/1997 (Α' 206) στους νομούς των Περιφερειών Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης, Δυτικής Μακεδονίας και Κεντρικής Μακεδονίας, πλην του νομού Θεσσαλονίκης, καλύπτονται από παλιννοστούντες Ποντίους ομογενείς και από το σύνολο των ομογενών που αποκτούν την ελληνική ιθαγένεια σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.2790/2000 (Α'24) , εφόσον υπάρχουν και δηλώσουν ότι θα υπηρετήσουν στις περιοχές αυτές τουλάχιστον επί μια δεκαετία.
β) Ποσοστό δεκαπέντε τοις εκατό (15%) των προκηρυσσόμενων θέσεων τακτικού προσωπικού και προσωπικού με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου των κατηγοριών ΠΕ, ΤΕ και ΔΕ κατά Περιφερειακή Ενότητα, φορέα και κλάδο ή ειδικότητα καλύπτονται από πολύτεκνους και τέκνα πολυτέκνων και περαιτέρω ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%) από γονείς με τρία τέκνα και τέκνα αυτών. Για την περίπτωση αυτή εφαρμόζονται τα οριζόμενα στην παράγραφο 9 του άρθρου 67 του ν.4316/2014 (Α'270).
γ) Ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%) των προκηρυσσόμενων θέσεων τακτικού προσωπικού και προσωπικού με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, των κατηγοριών ΠΕ, ΤΕ, ΔΕ και ΥΕ κατά Περιφερειακή Ενότητα, φορέα και κλάδο ή ειδικότητα καλύπτονται από άτομα με αναπηρία, με ποσοστό αναπηρίας 50% τουλάχιστον, όπως διαπιστώνεται από τις υγειονομικές επιτροπές του ΚΕΠΑ.
δ) Ποσοστό πέντε τοις εκατό (5%) των προκηρυσσόμενων θέσεων τακτικού προσωπικού και προσωπικού με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, των κατηγοριών ΠΕ, ΤΕ, ΔΕ και ΥΕ κατά Περιφερειακή Ενότητα, φορέα και κλάδο ή ειδικότητα καλύπτονται από όσους έχουν τέκνο, αδελφό ή σύζυγο καθώς και από τέκνα ατόμων με αναπηρία με ποσοστό αναπηρίας 67% και άνω, εξαιτίας βαριών ψυχικών και σωματικών παθήσεων, όπως διαπιστώνεται από τις υγειονομικές επιτροπές του ΚΕΠΑ. Κατ' εξαίρεση όταν τα άτομα πάσχουν από νοητική στέρηση ή αυτισμό, για την παροχή της προστασίας απαιτείται ποσοστό αναπηρίας τουλάχιστον πενήντα τοις εκατό (50%). Η άσκηση του δικαιώματος προστασίας από ένα
δικαιούχο μιας οικογένειας (γονείς, τέκνα, συζύγους, αδελφούς) αποκλείει τους υπόλοιπους.
Ο υπολογισμός των ανωτέρω ποσοστών για μεν την εφαρμογή της περίπτωσης α) γίνεται στο σύνολο των θέσεων που προκηρύσσονται κάθε φορά στο σύνολο των περιοχών που ορίζονται σε αυτή, για δε την εφαρμογή των λοιπών περιπτώσεων γίνεται στο σύνολο των θέσεων κάθε προκήρυξης. Η κατανομή των θέσεων στους φορείς και για τις πέντε ομάδες: α) πολυτέκνων και τέκνων πολυτέκνων, β) γονέων με τρία τέκνα και τέκνων αυτών,
γ) παλιννοστούντων Ποντίων ομογενών και ομογενών του ν.2790/2000,
δ) ατόμων με αναπηρία με ποσοστό αναπηρίας τουλάχιστον 50% και
ε) ατόμων που έχουν τέκνο, αδελφό ή σύζυγο καθώς και των τέκνων ατόμων με αναπηρία με ποσοστό αναπηρίας 67% και άνω, θα γίνει σε πρώτη φάση με βάση τα ακριβή ποσοστά που αντιστοιχούν στο δεκαπέντε τοις εκατό (15%), δέκα τοις εκατό (10%), δύο τοις εκατό (2%), δέκα τοις εκατό (10%), πέντε τοις εκατό (5%) εκφρασμένα σε ακέραιο αριθμό.
Αν δεν καλυφθεί το σύνολο των διατιθέμενων θέσεων με την πρώτη κατανομή, οι υπολειπόμενες θέσεις θα διατεθούν στους φορείς σε δεύτερη φάση, προτασσόμενων εκείνων των φορέων στους οποίους η προστιθέμενη θέση δίνει τη μικρότερη αύξηση στο ποσοστό στο δεκαπέντε τοις εκατό (15%), δέκα τοις εκατό 10%), δύο τοις εκατό (2%), δέκα τοις εκατό (10%), πέντε τοις εκατό (5%) σε καθεμία από τις πέντε ομάδες αντίστοιχα.
Αν περισσότεροι φορείς έχουν το ίδιο αυξημένο ποσοστό, αλλά οι διαθέσιμες θέσεις είναι λιγότερες από τον αριθμό των φορέων αυτών, προτάσσονται οι φορείς με το μικρότερο πληθυσμό της έδρας».
2. Μετά την παράγραφο 7 του άρθρου 14 του ν. 2190/1994 (Α' 28), προστίθενται παράγραφοι 8, 9,10 και 11 ως εξής:
«8. Οι δημόσιες υπηρεσίες, τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου (ν.π.δ.δ.), οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.) α' και β' βαθμού και οι φορείς του δημόσιου τομέα που αναφέρονται στην παράγραφο 8 του άρθρου 2 του ν.2643/1998 (Α' 220) υποχρεούνται να προσλαμβάνουν:
α) στο 80% των κενών θέσεων τηλεφωνητών και υπαλλήλων παροχής πληροφοριών, τυφλούς πτυχιούχους των σχολών εκπαίδευσης τυφλών τηλεφωνητών που υπάγονται στην εποπτεία των Υπουργείων Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων και κάθε άλλης δημόσιας
αρχής·
β) ένα δικηγόρο με αναπηρία, με ποσοστό αναπηρίας 50% τουλάχιστον, εφόσον απασχολούν περισσότερους από πέντε (5) δικηγόρους.
Οι θέσεις των περιπτώσεων α) και β) προκηρύσσονται από το ΑΣΕΠ. Αν δεν καλυφθεί το σύνολο των διατιθεμένων θέσεων τηλεφωνητών και υπαλλήλων παροχής πληροφοριών από τους υποψήφιους τυφλούς πτυχιούχους των σχολών εκπαίδευσης τυφλών τηλεφωνητών, προκηρύσσονται εκ νέου οι ανωτέρω θέσεις και, αν δεν καλυφθούν και με τη δεύτερη προκήρυξη από τους υποψήφιους τυφλούς πτυχιούχους των σχολών εκπαίδευσης τυφλών τηλεφωνητών, καλύπτονται από τα πρόσωπα των περιπτώσεων γ) και δ) της παραγράφου 6 κατά σειρά προτεραιότητας, εφόσον διαθέτουν πτυχίο πληροφορικής αντίστοιχης βαθμίδας.
Αν δεν καλυφθεί το σύνολο των διατιθεμένων θέσεων δικηγόρων από τα πρόσωπα της περίπτωσης γ) καλύπτονται από τα πρόσωπα της περίπτωσης δ) της παραγράφου 6 αντίστοιχα.
9. Η συνολική βαθμολογία κατά τη συμμετοχή σε διαδικασίες πρόσληψης προσωπικού με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου βάσει προκηρύξεων σύμφωνα με τη διαδικασία και τα κριτήρια του άρθρου 21 του ν. 2190/1994 (Α1 28) προσαυξάνεται:
α) για τα πρόσωπα της περίπτωσης γ) της παραγράφου 6 ανάλογα με το ποσοστό αναπηρίας, το οποίο πολλαπλασιάζεται με το συντελεστή τρία (3).
β) για τα πρόσωπα της περίπτωσης δ) της παραγράφου 6 ανάλογα με το ποσοστό αναπηρίας, το οποίο πολλαπλασιάζεται με το συντελεστή δύο (2).
10. Τα απαιτούμενα δικαιολογητικά ορίζονται και κάθε άλλο θέμα σχετικό με την εφαρμογή των διατάξεων των παραγράφων 6 ,7 και 8 ρυθμίζεται με απόφαση του Υπουργού Διοικητικής Ανασυγκρότησης.
11. Η ισχύς του παρόντος άρθρου αρχίζει έναν (1) μήνα μετά τη δημοσίευση της προβλεπόμενης στην παράγραφο 10 υπουργικής απόφασης.»

Άρθρο 26
Έλεγχος γνησιότητας δικαιολογητικών


1. Η παράγραφος 20 του άρθρου 17 του ν. 2190/1994 (Α' 28), η οποία προστέθηκε με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 28 του ν. 4305/2014 (Α' 237), αντικαθίσταται ως εξής:
«20. Εντός προθεσμίας τριών (3) μηνών μετά τη δημοσίευση της πράξεως διορισμού ή προσλήψεως του προσωπικού που προσλαμβάνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου διενεργείται υποχρεωτικά αυτεπάγγελτος έλεγχος της γνησιότητας των δικαιολογητικών που έχει υποβάλει ο υποψήφιος και τα οποία είναι απαραίτητα για την πρόσληψη του ή επηρεάζουν οπωσδήποτε την κατάταξή του κατά τη διαδικασία πρόσληψης ή τη βαθμολογική και μισθολογική κατάταξή του μετά την πρόσληψη.»
2. Η παράγραφος 19 του άρθρου 18 του ν. 2190/1994, η οποία προστέθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 28 του ν. 4305/2014, αντικαθίσταται ως εξής:
«19. Εντός προθεσμίας τριών (3) μηνών μετά τη δημοσίευση της πράξεως διορισμού ή προσλήψεως του προσωπικού που προσλαμβάνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου διενεργείται υποχρεωτικά αυτεπάγγελτος έλεγχος της γνησιότητας των δικαιολογητικών που έχει υποβάλει ο υποψήφιος και τα οποία είναι απαραίτητα για την πρόσληψή του ή επηρεάζουν οπωσδήποτε την κατάταξή του κατά τη διαδικασία πρόσληψης ή τη βαθμολογική και μισθολογική κατάταξή του μετά την πρόσληψη.»
3. Η παράγραφος 9 του άρθρου 19 του ν. 2190/1994, η οποία προστέθηκε με την παράγραφο 3 του άρθρου 28 του ν. 4305/2014, αντικαθίσταται ως εξής:
«9. Εντός προθεσμίας τριών (3) μηνών μετά τη δημοσίευση της πράξεως διορισμού ή προσλήψεως του προσωπικού που προσλαμβάνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου διενεργείται υποχρεωτικά αυτεπάγγελτος έλεγχος της γνησιότητας των δικαιολογητικών που έχει υποβάλει ο υποψήφιος και τα οποία είναι απαραίτητα για την πρόσληψή του ή επηρεάζουν οπωσδήποτε την κατάταξή του κατά τη διαδικασία πρόσληψης ή τη βαθμολογική και μισθολογική κατάταξή του μετά την πρόσληψη.»
4. Η παράγραφος 4 του άρθρου 28 του ν. 4305/2014, αντικαθίσταται ως εξής:
«4. Εντός προθεσμίας τριών (3) μηνών μετά τη δημοσίευση της πράξεως διορισμού ή προσλήψεως μονίμου προσωπικού ή προσωπικού ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου ή προσωπικού με θητεία που ανανεώνεται ή με σχέση έμμισθης εντολής που διορίζεται ή προσλαμβάνεται με διαδικασία η οποία προβλέπεται σε διατάξεις πλην αυτών του ν. 2190/1994 (Α' 28) διενεργείται υποχρεωτικά αυτεπάγγελτος έλεγχος της γνησιότητας των δικαιολογητικών που έχει υποβάλει ο υποψήφιος και τα οποία είναι απαραίτητα για την πρόσληψή του ή επηρεάζουν οπωσδήποτε την κατάταξή του κατά τη διαδικασία πρόσληψης».
5. Η παράγραφος 9 του άρθρου 28 του ν. 4305/2014 (Α' 237) αντικαθίσταται ως εξής:
«9. Ο έλεγχος των δικαιολογητικών των αγροτικών ιατρών, ειδικευομένων ιατρών, εξειδικευομένων ιατρών, επικουρικών ιατρών, των ιατρών κλάδου ΕΣΥ, καθώς και του ιατρικού προσωπικού κλάδου ΠΕ Ιατρών - Οδοντιάτρων που εντάσσεται και κατατάσσεται στον κλάδο Ιατρών ΕΣΥ, πραγματοποιείται από τις υπηρεσίες της οικείας Δ.Υ.Πε. ή του οικείου νοσοκομείου του ΕΣΥ, κατά περίπτωση, εντός τριών (3) μηνών από την έκδοση της σχετικής πράξης διορισμού, πρόσληψης ή τοποθέτησης ή ένταξης και κατάταξης. Σε περίπτωση παραίτησης ή αυτοδίκαιης λύσης υπαλληλικής σχέσης ιατρού κλάδου ΕΣΥ και εφόσον δεν έχει ολοκληρωθεί ο έλεγχος των δικαιολογητικών κατά τα ανωτέρω, αυτεπάγγελτος έλεγχος γνησιότητας των δικαιολογητικών που έχουν ληφθεί υπ' όψιν για το διορισμό του γίνεται από την υπηρεσία προέλευσης του αιτούντος, πριν από την αποδοχή της παραίτησης από τον οικείο Υπουργό. Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες έχει ήδη λυθεί η υπαλληλική σχέση με την αποδοχή παραίτησης ή έχει παρέλθει δίμηνο από την υποβολή της αίτησης παραίτησης, οπότε γίνεται αυτοδικαίως αποδεκτή η παραίτηση, χωρίς να έχει προηγηθεί ή ολοκληρωθεί ο έλεγχος γνησιότητας δικαιολογητικών, ο έλεγχος γίνεται από τις υπηρεσίες της οικείας Δ.Υ.Πε. ή του οικείου νοσοκομείου, εντός τριών (3) μηνών από τη δημοσίευση της σχετικής πράξης. Οι σχετικές βεβαιώσεις αυτεπάγγελτου ελέγχου των ως άνω περιπτώσεων της παρούσας παραγράφου διαβιβάζονται άμεσα στην αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Υγείας».
6. Στο άρθρο 28 του ν. 4305/2014 προστίθενται παράγραφοι 10 και 11 ως εξής:
«10. Για τους υπηρετούντες κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος ο έλεγχος γνησιότητας που διενεργείται κατ' εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου ολοκληρώνεται αμελλητί και σε κάθε περίπτωση εντός αποκλειστικής προθεσμίας ενός έτους από την έναρξη ισχύος του παρόντος.
11. Η δαπάνη που προκαλείται κατά τον έλεγχο γνησιότητας των δικαιολογητικών επιβαρύνει το φορέα που τον διενεργεί».

Αρθρο 27
Διεύθυνση Αρχείων Δημόσιας Διοίκησης


Στο Υπουργείο Διοικητικής Ανασυγκρότησης συνιστάται Διεύθυνση Αρχείων Δημόσιας Διοίκησης που υπάγεται στη Γενική Διεύθυνση Μεταρρυθμιστικής Πολιτικής και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης. Η Διεύθυνση Αρχείων Δημόσιας Διοίκησης σε συνεργασία με τα Γενικά Αρχεία του Κράτους σχεδιάζει και διατυπώνει πλαίσιο πολιτικών για την ορθή τήρηση των υπηρεσιακών αρχείων της Δημόσιας Διοίκησης, την παρακολούθηση της εκτέλεσης των προεδρικών διαταγμάτων περί εκκαθαρίσεων των δημοσίων εγγράφων και την απρόσκοπτη κατάθεση των ανενεργών αρχείων των πάσης φύσης δημοσίων υπηρεσιών στα Γενικά Αρχεία του Κράτους. Με το προεδρικό διάταγμα του οργανισμού του Υπουργείου Διοικητικής Ανασυγκρότησης θα οριστεί η διάρθρωση της Διεύθυνσης.

Άρθρο 28
Αναγνώριση χρόνου υπηρεσίας για βαθμολογική και μισθολογική εξέλιξη


Με την επιφύλαξη της παραγράφου 2 του άρθρου 26 του ν. 4354/2015 (Α' 176), στους επιλαχόντες του πανελλήνιου γραπτού διαγωνισμού του ΑΣΕΠ έτους 1995, οι οποίοι διορίστηκαν κατ' εφαρμογή της παραγράφου 22 του άρθρου 20 του ν. 2738/1999 (Α' 180) σε κενές ή συνιστώμενες προσωποπαγείς θέσεις φορέων του άρθρου 14 του ν. 2190/1994, αναγνωρίζεται, για βαθμολογική και μισθολογική εξέλιξη, το χρονικό διάστημα από 1/1/1997 ή από την ημερομηνία που διορίστηκε στον ίδιο φορέα επιτυχών του ίδιου διαγωνισμού, έως την ημερομηνία διορισμού τους.

Άρθρο 29
Μη εκπλήρωση στρατιωτικών υποχρεώσεων ως κώλυμα διορισμού


Στην παράγραφο 1 του άρθρου 10 του Υπαλληλικού Κώδικα και στην παράγραφο 1 του άρθρου 11 του Κώδικα Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων προστίθεται τρίτο εδάφιο ως εξής: «Η μη εκπλήρωση στρατιωτικών υποχρεώσεων αποτελεί κώλυμα διορισμού, εφόσον αυτές δεν έχουν εκπληρωθεί κατά το χρόνο διορισμού του υπαλλήλου».

Άρθρο 30
Προκήρυξη για την πλήρωση θέσεων προϊσταμένων Γενικών Διευθύνσεων του ν.4369/2016


Η περίπτωση α) της παραγράφου 7 του άρθρου 86 του Υπαλληλικού Κώδικα όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 29 του ν. 4369/2016 (Α' 33), αντικαθίσταται ως εξής:
«7. α) Η προκήρυξη για την πλήρωση θέσεων προϊσταμένων Γενικών Διευθύνσεων διενεργείται με κοινή απόφαση του Υπουργού Διοικητικής Ανασυγκρότησης και του οικείου Υπουργού και προκειμένου για ν.π.δ.δ. του εποπτεύοντος Υπουργού. Με την ίδια απόφαση καθορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις συμμετοχής στη διαδικασία της επιλογής τηρουμένων των όρων των άρθρων 84 και 85».

Άρθρο 31 Άδεια ασθένειας τέκνων

1. Μετά την παράγραφο 7 του άρθρου 53 του Υπαλληλικού Κώδικα προστίθεται παράγραφος 8 ως εξής:
«8. Υπάλληλοι που έχουν ανήλικα τέκνα δικαιούνται άδεια με αποδοχές έως τέσσερις (4) εργάσιμες ημέρες για κάθε ημερολογιακό έτος σε περίπτωση ασθένειας των τέκνων τους. Για τους υπαλλήλους που είναι μονογονείς η ως άνω άδεια ανέρχεται σε έξι (6) εργάσιμες ημέρες για κάθε ημερολογιακό έτος.»
2. Μετά την παράγραφο 7 του άρθρου 60 του Κώδικα Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων προστίθεται παράγραφος 8 ως
εξής:
«8. Υπάλληλοι που έχουν ανήλικα τέκνα δικαιούνται άδεια με αποδοχές έως τέσσερις (4) εργάσιμες ημέρες για κάθε ημερολογιακό έτος σε περίπτωση ασθένειας των τέκνων τους. Για τους υπαλλήλους που είναι μονογονείς η ως άνω άδεια ανέρχεται σε έξι (6) εργάσιμες ημέρες για κάθε ημερολογιακό έτος.»

Άρθρο 32
Προθεσμία τριών μηνών από την έκδοση απόφασης κατανομής για την ολοκλήρωση διορισμού


Στο τέλος της παραγράφου 21 του άρθρου ένατου του ν. 4057/2012 (Α'54) προστίθενται εδάφια, ως εξής:
« Τα αρμόδια για το διορισμό ή πρόσληψη όργανα οφείλουν να προβούν στη δημοσίευση των ατομικών πράξεων διορισμού ή πρόσληψης εντός τριών (3) μηνών από τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως της απόφασης κατανομής. Η μη τήρηση της προθεσμίας του προηγούμενου εδαφίου συνιστά πειθαρχικό παράπτωμα κατά τα οριζόμενα στην περίπτωση β) της παραγράφου 1 του άρθρου 107 του Υπαλληλικού Κώδικα».

Άρθρο 33
Εισαγωγικές εξετάσεις σε σχολές της ΕΛ.ΑΣ.


Στην παράγραφο 23 του άρθρου 34 του ν. 4115/2013 (Α' 24) προστίθεται περίπτωση δ), ως εξής:
«δ) Οι επιτυχόντες των εξετάσεων εισαγωγής ιδιωτών στη Σχολή Αστυφυλάκων και στη Σχολή Αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας που πραγματοποιήθηκαν κατά το σχολικό έτος 2015-2016, καθώς και οι επιτυχόντες των ως άνω εξετάσεων που θα πραγματοποιηθούν κατά το σχολικό έτος 2016 - 2017, θα εγγραφούν σης οικείες σχολές κατά το ακαδημαϊκό έτος 2017 - 2018.»

Άρθρο 34
Μετάταξη προστατευόμενων από τον ν. 2643/1998 υπαλλήλων


Υπάλληλοι κατηγορίας ΔΕ, ειδικότητας εκπαιδευτικών - εμπειροτεχνιτών του Ο.Α.ΕΔ. που εξαιρέθηκαν από τη διαθεσιμότητα σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 90 του ν. 4172/2013 (Α' 167) και μετατάχθηκαν σε θέσεις κλάδου ΥΕ Βοηθητικού Προσωπικού, μετατάσσονται με απόφαση του οικείου οργάνου διοίκησης σε συνιστώμενες με την ως άνω απόφαση θέσεις της κατηγορίας και ειδικότητας που κατείχαν πριν από την έναρξη ισχύος του ν. 4172/2013.

Άρθρο 35 Έναρξη ισχύος πινάκων προακτέων

Στο άρθρο 28 του ν.