Αριθ. οικ. 48416/2564 Έγκριση Εθνικής Στρατηγικής για την Υγεία και Ασφάλεια στην Εργασία για τα έτη 2016-2020

Αριθ. οικ. 48416/2564 Έγκριση Εθνικής Στρατηγικής για την Υγεία και Ασφάλεια στην Εργασία για τα έτη 2016-2020

Αριθ. οικ. 48416/2564

(ΦΕΚ Β' 3757/25-10-2017)

Η ΥΠΟΥΡΓΟΣ
ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ

Έχοντας υπόψη:

1. Την ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική Επιτροπή και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των περιφερειών «σχετικά με το στρατηγικό πλαίσιο της ΕΕ για την υγεία και την ασφάλεια στην εργασία κατά την περίοδο 2014-2020» [COM(2014) 332 final/06.06.2014].

2. Τις διατάξεις του άρθρου 90 του κώδικα που κυρώθηκε με το π.δ. 63/2005 «Κώδικας νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα Κυβερνητικά όργανα» (ΦΕΚ Α΄ 98).

3. Τις διατάξεις του άρθρου 15 του π.δ. 113/2014 «Οργανισμός Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας (ΦΕΚ Α΄ 180/29.08.2014).

4. Το π.δ. 125/2016 «Διορισμός Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών» (ΦΕΚ Α΄ 210).

5. Τη διαβούλευση στο πλαίσιο του Συμβουλίου Υγείας και Ασφάλειας των Εργαζομένων (Πρακτικό 07/2017).

6. Το γεγονός ότι από την απόφαση αυτή δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού,

αποφασίζουμε:

Εγκρίνεται η Εθνική Στρατηγική για την Υγεία και Ασφάλεια στην Εργασία για τα έτη 2016-2020, ως ακολούθως:

ΕΘΝΙΚΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΓΕΙΑ ΚΑΙ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΣΤΗΝ ΕΡΓΑΣΙΑ 2016 2020

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ
1. Η σπουδαιότητα της υγείας και ασφάλειας στην εργασία (ΥΑΕ)
2. Τι είναι η ασφάλεια και υγεία στην εργασία
3. Βασικές έννοιες ΥΑΕ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1: Η ΥΦΙΣΤΑΜΕΝΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΥΑΕ
1.1 Η ευρωπαϊκή διάσταση της ΥΑΕ - Βασικές αρχές
1.2 Το ευρωπαϊκό θεσμικό πλαίσιο
1.3 Οι υφιστάμενες δομές για την ΥΑΕ σε εθνικό επίπεδο
1.4 Η σημερινή εθνική κατάσταση: Παθογένειες-Προκλήσεις
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2: ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ
2.1 Γενικά
2.2 Όραμα
2.3 Στρατηγικοί στόχοι
2.4 Αξονες προτεραιοτήτων
2.5 Χρηματοδότηση
2.6 Παρακολούθηση και αξιολόγηση
2.7 Δημοσιοποίηση

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

1. Η σπουδαιότητα της Υγείας και Ασφάλειας στην Εργασία

Η Υγεία και Ασφάλεια στην Εργασία (ΥΑΕ) είναι ο διεπιστημονικός τομέας που στοχεύει στην προστασία της ασφάλειας, της υγείας και της ευεξίας/ευημερίας των ανθρώπων στο εργασιακό τους περιβάλλον, μέσω της βελτίωσης των συνθηκών εργασίας και της μείωσης των εργατικών ατυχημάτων και των επαγγελματικών ασθενειών.

Η επίτευξη ενός ασφαλούς και υγιούς περιβάλλοντος εργασίας αποτελεί βασικό χαρακτηριστικό κοινωνικοοικονομικής ευημερίας και προόδου σε μια σύγχρονη και ευνομούμενη κοινωνία, ενώ παράλληλα συμβάλλει καθοριστικά στην προώθηση της οικονομικής ανάπτυξης και της απασχόλησης, μέσω της διασφάλισης της ποιότητας και της παραγωγικότητας στην εργασία.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (ILO), κάθε χρόνο 2.340.000 θάνατοι εργαζομένων οφείλονται σε επαγγελματικές ασθένειες και εργατικά ατυχήματα, ενώ σε 160 εκατομμύρια υπολογίζονται οι μη θανατηφόρες επαγγελματικές ασθένειες και σε 270 εκατομμύρια τα εργατικά ατυχήματα. Στην Ευρωπαϊκή Ένωση των 28, καταγράφονται 2,5 εκατομμύρια ατυχήματα που προκάλεσαν απουσία τουλάχιστον 4 ημερών από την εργασία και 3.515 θανατηφόρα ατυχήματα σε ετήσια βάση, σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία της Eurostat (2012).

Εκτιμάται ακόμα ότι κάθε χρόνο περίπου 160.000 εργαζόμενοι χάνουν τη ζωή τους λόγω επαγγελματικών ασθενειών και περισσότεροι από 4.000 εργαζόμενοι λόγω εργατικών ατυχημάτων, ενώ πάνω από τρία εκατομμύρια εργαζόμενοι παθαίνουν κάποιο σοβαρό ατύχημα κατά την εργασία τους (στοιχεία του Ευρωπαϊκού Οργανισμού για την Ασφάλεια και Υγεία στην Εργασία, EU-OSHA και της Γενικής Διεύθυνσης Απασχόλησης, Κοινωνικών Υποθέσεων και Κοινωνικής Ένταξης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής).

Το κόστος για τους εργαζόμενους, τις επιχειρήσεις και την κοινωνία είναι τεράστιο λόγω της μη πρόληψης των κινδύνων, της επικράτησης ανασφαλών συνθηκών και της πρόκλησης δυσάρεστων συμβάντων (όπως είναι τα εργατικά ατυχήματα και οι επαγγελματικές ασθένειες) στους εργασιακούς χώρους, σε ό,τι αφορά δε στις απώλειες της ανθρώπινης ζωής και στον ανθρώπινο πόνο για τους παθόντες και τις οικογένειες τους πραγματικά ανυπολόγιστο.

Πολύ σημαντικό ωστόσο είναι και το αντίστοιχο οικονομικό κόστος, αφού σύμφωνα με υπολογισμούς της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας, το συνολικό κόστος των εργατικών ατυχημάτων και των επαγγελματικών ασθενειών ανέρχεται κατά μέσο όρο στο 4% του ΑΕΠ, ενώ σύμφωνα με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό EU-OSHA, το κόστος αυτό κυμαίνεται μεταξύ 2.6% και 3.8% του ΑΕΠ. Αν και οι σχετικές εκτιμήσεις μπορεί να διαφέρουν λόγω διαφορετικών μεθοδολογιών, με βάση την προαναφερθείσα προσέγγιση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού EU-OSHA, τα εργατικά ατυχήματα και οι επαγγελματικές ασθένειες εκτιμάται ότι σε ετήσια βάση κοστίζουν στην οικονομία της ΕΕ τουλάχιστον 490 δις. ευρώ.

Το σημαντικότατο αυτό οικονομικό κόστος που σχετίζεται με την έλλειψη μέτρων προστασίας και πρόληψης στον τομέα της υγείας και ασφάλειας στην εργασία εμποδίζει την οικονομική ανάπτυξη και επηρεάζει την παραγωγικότητα και την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων.
Μεγάλο μέρος αυτού του δυσβάσταχτου κόστους μετακυλίεται τελικά στην κοινωνία, αφού επιβαρύνει τα συστήματα κοινωνικής ασφάλισης και τα συστήματα περίθαλψης και υγείας και συνολικά τον κρατικό προϋπολογισμό και τους φορολογούμενους πολίτες.

Εξάλλου, υπό το καθεστώς της οικονομικής κρίσης, γίνεται όλο και περισσότερο αντιληπτό σήμερα ότι η εξασφάλιση ικανοποιητικών συνθηκών ασφάλειας και υγείας στην εργασία, συμβάλλει καθοριστικά στην ποιότητα ζωής, στην εργασιακή ειρήνη και κατ’ επέκταση στην παραγωγικότητα, την ανταγωνιστικότητα και τις συνολικές επιδόσεις των επιχειρήσεων.

Σύμφωνα με το κεντρικό σύνθημα των εκστρατειών του Ευρωπαϊκού Οργανισμού EU-OSHA, «... η αποτελεσματική διαχείριση της υγείας και της ασφάλειας στους χώρους εργασίας είναι επωφελής τόσο για τους εργαζόμενους όσο και για τις επιχειρήσεις αλλά και για την κοινωνία στο σύνολό της».

2. Τι είναι η "Υγεία και Ασφάλεια στην Εργασία"

Η Υγεία και Ασφάλεια στην Εργασία (ΥΑΕ) ή διαφορετικά η "Επαγγελματική Υγεία και Ασφάλεια" είναι ο διεπιστημονικός τομέας ο οποίος ασχολείται με την προστασία της ανθρώπινης ζωής στο εργασιακό περιβάλλον, μέσω της πρόληψης των επαγγελματικών κινδύνων που υπάρχουν σε κάθε εργασιακή δραστηριότητα και κάθε χώρο εργασίας και οι οποίοι ευθύνονται για την πρόκληση εργατικών ατυχημάτων και επαγγελματικών ασθενειών.

Ο κύριος στόχος της ΥΑΕ είναι η προαγωγή και διατήρηση των υψηλότερων κατά το δυνατόν επιπέδων υγείας και ασφάλειας στην εργασία, δημιουργώντας έτσι τις συνθήκες για την αποφυγή ή τη μείωση της εμφάνισης των εργατικών ατυχημάτων, των επαγγελματικών ασθενειών και των άλλων προβλημάτων υγείας που σχετίζονται με την εργασία.

Η επίτευξη αυτού του στόχου που αναπαριστά την επιθυμητή -ασφαλήκατάσταση των συνθηκών εργασίας, προϋποθέτει ότι οι εργοδότες πρέπει πρώτα να αξιολογήσουν τους κινδύνους για την ΥΑΕ στους χώρους εργασίας ευθύνης τους και στη συνέχεια να αποφασίσουν για το αν απαιτείται να ληφθούν κάποια μέτρα πρόληψης και προστασίας και αν ναι, ποια θα είναι τα μέτρα που θα εφαρμοστούν.

Σύμφωνα με τη Διεθνή Οργάνωση Εργασίας, η ΥΑΕ συμπεριλαμβάνει την κοινωνική, ψυχική και σωματική ευεξία/ευημερία των εργαζομένων, αντιμετωπίζοντας το «άτομο ως ενιαίο σύνολο». Ως εκ τούτου η ΥΑΕ δεν συμβάλλει μόνο στη μείωση των εργατικών ατυχημάτων και των επαγγελματικών ασθενειών, αλλά διερευνώντας τις αιτίες τους (υπαρκτοί παράγοντες κινδύνου, ή αλλιώς πηγές κινδύνου, στο εργασιακό περιβάλλον) συμβάλλει και στον προσδιορισμό και στην εφαρμογή των κατάλληλων μέτρων πρόληψης και προστασίας. Για την επίτευξη αυτού του στόχου, είναι απαραίτητο να αλληλοεπιδρά με άλλους επιστημονικούς τομείς, όπως η ιατρική της εργασίας, η δημόσια υγεία, η βιομηχανική μηχανική, η εργονομία, η χημεία, η ψυχολογία κ.α..

3. Βασικές έννοιες της ΥΑΕ

Ορισμένες βασικές έννοιες σε θέματα ΥΑΕ είναι οι ακόλουθες.

• Πηγή κινδύνου (ή παράγοντας κινδύνου): είναι η κατάσταση ή η ενέργεια με πιθανότητα πρόκλησης βλάβης από την άποψη του ανθρώπινου τραυματισμού ή της ασθένειας, ή ένας συνδυασμός αυτών, δηλαδή οτιδήποτε υπάρχει στο χώρο εργασίας που έχει τη δυνατότητα να προκαλέσει τραυματισμό ή βλάβη στην υγεία των εργαζομένων (αντίστοιχα, εργατικό ατύχημα ή επαγγελματική ασθένεια).

• Κίνδυνος: είναι ο συνδυασμός της πιθανότητας εμφάνισης μιας επικίνδυνης εκδήλωσης (ή της έκθεσης σε έναν παράγοντα κινδύνου) και της σοβαρότητας του τραυματισμού ή της βλάβης στην υγεία των εργαζομένων που μπορεί να προκληθεί εξαιτίας αυτής της εκδήλωσης ή της έκθεσης.

• Εκτίμηση Κινδύνου: είναι η διαδικασία αξιολόγησης των κινδύνων για την υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων στους χώρους εργασίας. Πρόκειται για μια συστηματική εξέταση/μελέτη όλων των πτυχών της εργασίας που εξετάζει:

τι θα μπορούσε να προκαλέσει τραυματισμό ή βλάβη και σε ποιους,

αν οι κίνδυνοι μπορούν να εξαλειφθούν και, αν όχι,

ποια είναι τα μέτρα πρόληψης και προστασίας που θα πρέπει να ληφθούν για τον έλεγχο των κινδύνων.

• Ασφάλεια: Είναι η κατάσταση όπου νιώθουμε «ασφαλείς», δηλαδή πλήρως απαλλαγμένοι από την απειλή κάποιου κινδύνου που μπορεί να προκαλέσει τραυματισμό ή κάποια βλάβη στην υγεία, (κάτι που στην πράξη είναι αδύνατο να επιτευχθεί). Ως εκ τούτου, η ασφάλεια πρέπει να θεωρηθεί ως μια αξιολογική κρίση σχετικά με το επίπεδο του κινδύνου τραυματισμού ή βλάβης που θεωρείται ότι είναι αποδεκτό.

• Υγεία (σε σχέση με την εργασία): «Η κατάσταση της πλήρους σωματικής, ψυχικής και κοινωνικής ευεξίας και όχι μόνο η απουσία ασθένειας ή αναπηρίας» (Καταστατικό ΠΟΥ, 1946).

• Επαγγελματική ασθένεια: Η επαγγελματική ασθένεια ορίζεται με δύο διαφορετικούς τρόπους:

Σύμφωνα με τον ορισμό που δίνει η επιστήμη της ιατρικής, επαγγελματική ασθένεια είναι η νόσος που σχετίζεται με το είδος των κινδύνων στους οποίους εκτέθηκε ο πάσχων λόγω της εργασίας του. Είναι κάθε νόσος που αποδεδειγμένα, στη βάση ιατρικών κριτηρίων, μπορεί να αποδοθεί στο είδος της εργασίας και τους κινδύνους στους οποίους λόγω της εργασίας έχει εκτεθεί ο εργαζόμενος.
Ο δεύτερος ορισμός βασίζεται στην ασφαλιστική πραγματικότητα που ισχύει στην κάθε χώρα. Δηλαδή, επαγγελματική ασθένεια είναι η νόσος που αναγνωρίζεται ως τέτοια από το ισχύον ασφαλιστικό σύστημα, με τους όρους και τους περιορισμούς που κάθε φορά αυτό θέτει.

• Εργατικό ατύχημα: Ακριβής ορισμός του εργατικού ατυχήματος δεν υπάρχει στην ελληνική νομοθεσία για την ΥΑΕ.

Γενικά, στη νομολογία, ως εργατικό ατύχημα χαρακτηρίζεται ο θάνατος ή η ανικανότητα του ασφαλισμένου για εργασία που προκλήθηκε από ένα βίαιο περιστατικό που έγινε κατά την εκτέλεση της εργασίας ή εξαιτίας αυτής (και κατά τη μετάβαση του εργαζόμενου στον τόπο της εργασίας ή κατά την επιστροφή στο σπίτι του). Επίσης, σύμφωνα με την ασφαλιστική νομοθεσία και συγκεκριμένα με την εγκύκλιο Αρ. 45/24.6.2010 του ΙΚΑ ως εργατικό ατύχημα ορίζεται: «Ο θάνατος ή η ανικανότητα του εργαζόμενου για εργασία που προκλήθηκε από ένα βίαιο περιστατικό που έγινε κατά την εκτέλεση της εργασίας ή εξαιτίας αυτής».

• Πρόληψη: όλα τα βήματα ή τα μέτρα που λαμβάνονται ή σχεδιάζεται να εφαρμοστούν σε όλα τα στάδια της εργασίας εντός της επιχείρησης, για την εξάλειψη ή τη μείωση των επαγγελματικών κινδύνων.

Όσον αφορά το πεδίο εφαρμογής, οι έννοιες της ΥΑΕ ισχύουν για κάθε κλάδο οικονομικής δραστηριότητας, από τις κατασκευές, τη γεωργία, τη μεταποίηση, την εξόρυξη και την αλιεία ως το εμπόριο, τα γραφεία, τις υπηρεσίες ή την υγειονομική περίθαλψη, συμπεριλαμβάνοντας τις υπεργολαβικές εργασίες. Περαιτέρω, για τους σκοπούς της ΥΑΕ, εκτός από την περίοδο της αμιγώς εργασιακής δραστηριότητας, η καθημερινή μετακίνηση προς και από τον τόπο εργασίας θεωρείται επίσης ως τμήμα της καθημερινής εργασίας. Ως εκ τούτου η
«ασφαλής μετακίνηση» συνιστά έναν ακόμα τομέα που καλύπτει η ΥΑΕ.

Σημειώνεται ότι το ισχύον στη χώρα μας θεσμικό πλαίσιο για την προστασία της υγείας και ασφάλειας των εργαζομένων, το μεγαλύτερο μέρος του οποίου σε ό,τι αφορά στις γενικές προβλέψεις της νομοθεσίας περιλαμβάνεται στον Κώδικα Νόμων για την υγεία και ασφάλεια στην εργασία (ΚΝΥΑΕ) που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 3850/2010 (84 Α΄), εφαρμόζεται σε όλες τις επιχειρήσεις, εγκαταστάσεις, εκμεταλλεύσεις και εργασίες του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα (καθώς και τα Ν.Π.Δ.Δ. και τους Ο.Τ.Α.) και ισχύει για κάθε εργαζόμενο που απασχολείται από τον εργοδότη με οποιαδήποτε σχέση εργασίας.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
Η ΥΦΙΣΤΑΜΕΝΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΥΑΕ

1.1 Η ευρωπαϊκή διάσταση της ΥΑΕΒασικές αρχές

• Γενικά στοιχεία

Οι εργοδότες έχουν την υποχρέωση να διασφαλίζουν την υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων τους ως προς όλες τις πτυχές της εργασίας ("αρχή ευθύνης του εργοδότη") μέσω της πρόληψης της έκθεσης τους σε επαγγελματικούς κινδύνους, με στόχο την αποφυγή της εμφάνισης εργατικών ατυχημάτων και ασθενειών που έχουν μεγάλο κόστος και σοβαρές άμεσες και έμμεσες επιπτώσεις στη ζωή των εργαζομένων, στις επιχειρήσεις και ευρύτερα στην οικονομία και την κοινωνία.

Περαιτέρω, οι εργοδότες έχουν την ηθική και νομική ευθύνη να διασφαλίσουν όχι μόνο τους εργαζομένους τους, αλλά και τους εργαζόμενους υπεργολάβων τους που εργάζονται στις εγκαταστάσεις τους ή οποιοδήποτε άλλο τρίτο πρόσωπο, για παράδειγμα ένα άτομο που επισκέπτεται τις εγκαταστάσεις τους, παραμένουν ασφαλείς ανά πάσα στιγμή.

Για την επίτευξη αυτών των στόχων οι εργοδότες πρέπει να εφαρμόσουν τα προβλεπόμενα μέτρα ασφάλειας και υγείας με βάση την εκτίμηση των επαγγελματικών κινδύνων στους χώρους ευθύνης τους και λαμβάνοντας υπόψη τις προβλέψεις και τις απαιτήσεις της ισχύουσας νομοθεσίας για την ΥΑΕ. Εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η υποχρέωση αυτή ορίστηκε από την οδηγία του Συμβουλίου της 12ης Ιουνίου 1989 σχετικά με την εφαρμογή μέτρων για την προαγωγή της βελτίωσης της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων κατά την εργασία (οδηγία-πλαίσιο 89/391/ΕΟΚ).

Η επίτευξη του στόχου αυτού απαιτεί επίσης τη δέσμευση των εργαζομένων ως προς τις βασικές αρχές της επαγγελματικής ασφάλειας και υγείας.

• Κοινοτική Νομοθεσία για την ΥΑΕ

Η ευρεία ποικιλία των κοινοτικών μέτρων στον τομέα της ΥΑΕ έχουν εκδοθεί βάσει του άρθρου 153 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο παρέχει, στην ΕΕ την εξουσία να εκδίδει οδηγίες στον τομέα της ασφάλειας και της υγείας στην εργασία. Με τις ευρωπαϊκές οδηγίες ορίζονται ελάχιστες απαιτήσεις και οι θεμελιώδεις αρχές, όπως η αρχή της πρόληψης και της αξιολόγησης των κινδύνων, καθώς και οι ευθύνες των εργοδοτών και των εργαζομένων. Μια σειρά ευρωπαϊκών κατευθυντήριων γραμμών έχει ως στόχο να διευκολύνει την εφαρμογή των ευρωπαϊκών οδηγιών, καθώς και τα ευρωπαϊκά πρότυπα που θεσπίζονται από ευρωπαϊκούς οργανισμούς τυποποίησης.

Οι ευρωπαϊκές οδηγίες είναι νομικά δεσμευτικές και πρέπει να μεταφερθούν στην εθνική νομοθεσία από τα κράτη μέλη. Τα κράτη μέλη είναι όπως ελεύθερα να υιοθετήσουν αυστηρότερους κανόνες για την προστασία των εργαζομένων κατά τη μεταφορά των οδηγιών της ΕΕ στο εθνικό δίκαιο. Ως εκ τούτου, οι νομοθετικές απαιτήσεις στον τομέα της ασφάλειας και της υγείας στην εργασία μπορεί να διαφέρουν μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ.

Η οδηγία πλαίσιο για την Ασφάλεια και την Υγεία στην Εργασία (οδηγία 89/391 ΕΟΚ), που εγκρίθηκε το 1989 ήταν ένα σημαντικό ορόσημο στη βελτίωση της ασφάλειας και της υγείας στην εργασία, αφού εγγυάται τις ελάχιστες προδιαγραφές ασφάλειας και υγείας σε όλη την Ευρώπη. Επιπλέον, σημειώνεται ότι η οδηγία πλαίσιο εφαρμόζεται σε όλους τους τομείς δραστηριότητας, τόσο του δημόσιου όσο και του ιδιωτικού τομέα.

Ορισμένες διατάξεις της οδηγίας πλαισίου επέφεραν σημαντικές καινοτομίες όπως, μεταξύ άλλων, τις ακόλουθες:

εισάγεται ο όρος «εργασιακό περιβάλλον» σε συμφωνία με τη σύμβαση αριθ. 155 της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (ΔΟΕ), ο οποίος σκιαγραφεί μια σύγχρονη προσέγγιση που λαμβάνει υπόψη της την τεχνική ασφάλεια καθώς και τη γενική πρόληψη των προβλημάτων υγείας,
η οδηγία υποχρεώνει τους εργοδότες να λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα πρόληψης με γνώμονα τη βελτίωση της ασφάλειας και της υγείας κατά την εργασία, στόχος της οδηγίας είναι η διασφάλιση ισότιμου επιπέδου ασφάλειας και υγείας προς όφελος όλων των εργαζομένων (μόνες εξαιρέσεις οι οικιακοί βοηθοί και ορισμένες δημόσιες και στρατιωτικές υπηρεσίες),

η οδηγία υποχρεώνει τους εργοδότες να λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα πρόληψης με γνώμονα τη βελτίωση της ασφάλειας και της υγείας κατά την εργασία,

η οδηγία εισάγει ως κύριο στοιχείο την αρχή της εκτίμησης των κινδύνων και καθορίζει τα βασικά της στοιχεία (π.χ. εντοπισμό κινδύνων, συμμετοχή εργαζομένων, θέσπιση κατάλληλων μέτρων με προτεραιότητα την εξάλειψη των κινδύνων στην πηγή, τεκμηρίωση και περιοδική επανεκτίμηση των κινδύνων στους χώρους εργασίας).

Η νέα υποχρέωση περί εφαρμογής προληπτικών μέτρων υπογραμμίζει ρητώς τη σημασία των νέων μορφών διαχείρισης της ασφάλειας και της υγείας στο πλαίσιο των γενικότερων διαδικασιών διαχείρισης.

Εκτός από την οδηγία πλαίσιο, μια σειρά από επιμέρους ευρωπαϊκές οδηγίες, γνωστές ως ειδικές οδηγίες, εκδόθηκαν στη συνέχεια, οι οποίες επικεντρώνονται σε συγκεκριμένες πτυχές της ασφάλειας και της υγείας στην εργασία. Παρ’ όλα αυτά, η οδηγία πλαίσιο εξακολουθεί να ισχύει για όλους τους τομείς που καλύπτονται από τις επιμέρους οδηγίες. Όπου οι επιμέρους οδηγίες περιέχουν αυστηρότερες και ειδικές διατάξεις, οι ειδικές αυτές διατάξεις υπερισχύουν.

Οι ειδικές οδηγίες προσαρμόζουν τις αρχές της οδηγίας πλαισίου για: ειδικά καθήκοντα (π.χ. χειρωνακτική διακίνηση φορτίων), ιδιαίτερους κινδύνους κατά την εργασία (π.χ. έκθεση σε επικίνδυνες ουσίες ή φυσικούς παράγοντες), συγκεκριμένους εργασιακούς χώρους και τομείς (π.χ. προσωρινά εργοτάξια, εξορυκτικές βιομηχανίες, αλιευτικά σκάφη), συγκεκριμένες ομάδες εργαζομένων (π.χ. έγκυες γυναίκες, νέους εργαζόμενους, οι εργαζόμενοι με σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου), ορισμένες πτυχές που σχετίζονται με την εργασία (π.χ. οργάνωση του χρόνου εργασίας), ή επιμέρους οδηγίες που καθορίζουν τον τρόπο αξιολόγησης των κινδύνων αυτών και, σε ορισμένες περιπτώσεις, καθορίζουν και οριακές τιμές για συγκεκριμένες ουσίες ή παράγοντες.

Η οδηγία πλαίσιο, με ευρύ πεδίο εφαρμογής, καθώς και οι περαιτέρω ειδικές οδηγίες για την ΥΑΕ οι οποίες προέκυψαν από αυτή και επικεντρώνονται σε συγκεκριμένες πτυχές της ασφάλειας και της υγείας στην εργασία, είναι οι βασικές αρχές της ευρωπαϊκής νομοθεσίας για την υγεία και την ασφάλεια.

• Πρόληψη: έννοια-κλειδί στη διαχείριση της ΥΑΕ

Η πρόληψη είναι ο ακρογωνιαίος λίθος στην ευρωπαϊκή προσέγγιση για τη διαχείριση των θεμάτων ΥΑΕ. Η έννοια της πρόληψης αποκτά όλο και περισσότερο αυξημένη σημασία, δεδομένου ότι οι συνθήκες εργασίας σε επιχειρήσεις και οργανισμούς αλλάζουν δραστικά εξαιτίας σειράς παραγόντων όπως είναι η παγκοσμιοποίηση, η μερική απασχόληση, η προσωρινή εργασία, η υπεργολαβία, η γήρανση του εργατικού δυναμικού κ.α.). Στην πραγματικότητα, η πρόληψη των εργατικών ατυχημάτων και των επαγγελματικών ασθενειών πρέπει να είναι ο κύριος στόχος κάθε συστήματος διαχείρισης της ΥΑΕ για τη μείωση του αριθμού και την εξάλειψη των εργατικών και των επαγγελματικών ασθενειών.

Τι ωστόσο σημαίνει πρόληψη στην πράξη; Οι γενικές αρχές πρόληψης ορίζονται στο άρθρο 6 της οδηγίας πλαίσιο και η κατανόησή τους από τους εργοδότες, τους εργαζόμενους και τους εκπροσώπους τους είναι ζωτικής σημασίας για τον αποτελεσματικό έλεγχο ή την εξάλειψη των κινδύνων που σχετίζονται με την εργασία.

Οι γενικές αρχές πρόληψης των επαγγελματικών κινδύνων είναι οι ακόλουθες: αποφυγή των κινδύνων, εκτίμηση των κινδύνων που δεν μπορούν να αποφευχθούν, καταπολέμηση των κινδύνων στην πηγή τους, προσαρμογή της εργασίας στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του εκάστοτε εργαζομένου, παρακολούθηση της εξέλιξης της τεχνικής προόδου, αντικατάσταση του επικίνδυνου από το μη επικίνδυνο, ή το λιγότερο επικίνδυνο, ανάπτυξη συνεκτικής ολοκληρωμένης πολιτικής πρόληψης, προτεραιότητα στη λήψη μέτρων ομαδικής προστασίας σε σχέση με τα μέτρα ατομικής προστασίας και παροχή των κατάλληλων οδηγιών στους εργαζομένους.

Περαιτέρω, οι γενικές αρχές, για την πρόληψη των μη ασφαλών συνθηκών εργασίας που καθορίζει η οδηγία πλαίσιο τροποποιούνται συνεχώς στην ΕΕ και αναπτύσσονται περαιτέρω σε άλλα έγγραφα, όπως είναι για παράδειγμα η «Διακήρυξη του Λουξεμβούργου για την Προαγωγή της Υγείας στους χώρους εργασίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση», όπου καθορίζονται ορισμένες αρχές οι οποίες αποσκοπούν στην πρόληψη των προβλημάτων υγείας στο εργασιακό περιβάλλον (συμπεριλαμβανομένων των ασθενειών που σχετίζονται με την εργασία, των ατυχημάτων, των τραυματισμών, των επαγγελματικών ασθενειών ή του άγχους και των άλλων ψυχοκοινωνικών κινδύνων στην εργασία) και στην ενίσχυση της δυναμικής προαγωγής της υγείας και της ευημερίας του εργατικού δυναμικού.

Λαμβάνοντας υπόψη τις προαναφερθείσες αρχές και την ανάγκη να επικεντρωθούν στην πρόληψη των εργατικών ατυχημάτων και των επαγγελματικών ασθενειών, οι επιχειρήσεις καλούνται να ενσωματώσουν και να εφαρμόζουν ένα σύστημα διαχείρισης ΥΑΕ στην καθημερινή τους λειτουργία, σε συνδυασμό με τυχόν υφιστάμενα συστήματα διασφάλισης της ποιότητας ή προστασίας του περιβάλλοντος. Ένα τέτοιο σύστημα έχει ως στόχο να αναπτύξει και να εφαρμόσει πολιτικές ΥΑΕ μέσα στην επιχείρηση για την αποτελεσματική διαχείριση των επαγγελματικών κινδύνων.

• Αξιολόγηση των επαγγελματικών κινδύνων

Η αξιολόγηση των κινδύνων στην εργασία αποτελεί τη βάση για την εφαρμογή των κατάλληλων μέτρων πρόληψης και προστασίας. Σύμφωνα με την οδηγία πλαίσιο 89/391 ΕΟΚ, η εκτίμηση κινδύνου είναι η αφετηρία και το πρώτο κρίσιμο βήμα της διαδικασίας διαχείρισης των κινδύνων για την ΥΑΕ.

Υπάρχουν διάφορες μέθοδοι για τη διενέργεια της αξιολόγησης των επαγγελματικών κινδύνων, που κυμαίνονται από απλές ως σύνθετες μεθόδους και από τη συμμετοχή μεμονωμένων ειδικών και εμπειρογνωμόνων ως τη μεθοδολογία που βασίζεται στη συμμετοχική προσέγγιση όλων των εμπλεκόμενων. Η συνήθης διαδικασία περιλαμβάνει την αξιολόγηση, την ιεράρχηση και την ταξινόμηση των κινδύνων, ξεκινώντας από την εκπόνηση μιας σχετικής μελέτης (Μελέτη Εκτίμησης του Επαγγελματικού Κινδύνου).

Οι ανασφαλείς συνθήκες εργασίας οφείλονται είτε σε παράγοντες κινδύνου που σχετίζονται με τον εξοπλισμό εργασίας, τις κτιριακές δομές και τις εγκαταστάσεις είτε σε παράγοντες κινδύνου (φυσικοί, χημικοί/καρκινογόνα, βιολογικοί) που σχετίζονται με το περιβάλλον εργασίας. Ο πρώτος τύπος παραγόντων κινδύνου σχετίζεται κυρίως με το θέμα της «Ασφάλειας στην Εργασία», τομέας που στοχεύει στην πρόληψη των εργατικών ατυχημάτων. Ο δεύτερος τύπος παραγόντων κινδύνου σχετίζεται κυρίως με την «Υγεία στην Εργασία», τομέας που στοχεύει στην πρόληψη των επαγγελματικών ασθενειών και των λοιπών βλαβών στην υγεία που οφείλονται στην εργασία.

Μια άλλη ομάδα παραγόντων κινδύνου με σταθερά καταγραφόμενη τα τελευταία χρόνια αύξηση της παρουσίας και των επιπτώσεων τους είναι οι ψυχοκοινωνικοί παράγοντες (άγχος στην εργασία, βία, εκφοβισμός, παρενόχληση κ.α.) που σχετίζονται κυρίως με το υφιστάμενο ψυχοκοινωνικό περιβάλλον εργασίας.

Υπάρχουν και άλλα θέματα ΥΑΕ, που δεν σχετίζονται με κανέναν από τους προαναφερθέντες τύπους παραγόντων κινδύνου και μπορεί να αφορούν για παράδειγμα την κοινωνική προστασία ορισμένων ομάδων ευάλωτων εργαζομένων, τους κανονισμούς όσον αφορά στον χρόνο εργασίας, κ.ά. Ως εκ τούτου, τα αποτελέσματα της αξιολόγησης των κινδύνων στην εργασία χρησιμοποιούνται για τη λήψη απόφασης σχετικά με την ανάγκη εφαρμογής μέτρων ελέγχου της υγείας και ασφάλειας και βοηθούν στο να καθοριστεί το είδος των μέτρων που μπορεί να είναι περισσότερο αποτελεσματικά, για το συγκεκριμένο πλαίσιο εργασίας.

Από την άποψη δε της περιοδικότητας, είναι σκόπιμο να εκτελούνται εκτιμήσεις κινδύνου σε τακτά χρονικά διαστήματα και κάθε φορά που μια αλλαγή εισάγεται στο χώρο εργασίας, για παράδειγμα, λόγω της εισαγωγής νέων υλικών, ή εργαλείων, ή εξοπλισμού ή παραγωγικών διαδικασιών κ.λπ.

• Μέτρα ελέγχου και πρόληψης

Όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, η αξιολόγηση των κινδύνων όσον αφορά την ασφάλεια και την υγεία στην εργασία εκτελείται για να αποφασιστεί αν απαιτείται να αναληφθούν κάποιες ενέργειες και αν ναι, τι είδους μέτρα θα πρέπει να εφαρμοστούν στο εργασιακό περιβάλλον. Τα εν λόγω μέτρα ελέγχου των συνθηκών ΥΑΕ θα πρέπει να βασίζονται σε επικαιροποιημένες τεχνικές ή και οργανωτικές γνώσεις καθώς και σε δοκιμασμένες στην πράξη, επιτυχείς καλές πρακτικές. Η εφαρμογή των μέτρων ελέγχου πρέπει να γίνεται με την ακόλουθη σειρά: 1ο. Μέτρα πρόληψης, 2ο. Μέτρα προστασίας και 3ο. Μέτρα μετριασμού των επιπτώσεων. Μια σύντομη περιγραφή αυτών των τύπων των μέτρων ελέγχου παρουσιάζεται στη συνέχεια.

Τα μέτρα πρόληψης στοχεύουν στη μείωση της πιθανότητας εμφάνισης εργατικού ατυχήματος ή επαγγελματικής ασθένειας. Τα μέτρα πρόληψης είναι δύο τύπων:

τεχνικά μέτρα: σχεδιασμένα να λειτουργούν άμεσα στην πηγή του κινδύνου, προκειμένου να πετύχουν την απομάκρυνση του, τη μείωση του ή την αντικατάστασή του,

οργανωτικά/διοικητικά μέτρα: αποσκοπούν στην αλλαγή των συμπεριφορών και ατομικών στάσεων ζωής καθώς και στην προαγωγή νοοτροπίας ασφάλειας.

Κατά την επιλογή των μέτρων προστασίας πρέπει να εξεταστεί κατά προτεραιότητα η εφαρμογή συλλογικών μέτρων και εάν αυτό δεν είναι εφικτό ή αποτελεσματικό, να επιλέγεται η εφαρμογή μεμονωμένων, ατομικών μέσων προστασίας. Κατά συνέπεια, τα μέτρα προστασίας περιλαμβάνουν:

συλλογικά μέτρα: σχεδιασμένα για να περικλείουν ή να απομονώνουν τον κίνδυνο, για παράδειγμα μέσω της χρήσης των φυσικών εμποδίων, οργανωτικά ή διοικητικά μέτρα για να μειωθεί η διάρκεια της έκθεσης (εναλλαγή εργασίας, το χρονοδιάγραμμα της εργασίας, σήμανση ασφάλειας κ.α.),

ατομικά μέτρα: οποιαδήποτε επαρκή μέσα ατομικής προστασίας που αποσκοπούν στην προστασία των εργαζομένων από τους κινδύνους για την ασφάλεια και την υγεία τους.

Τα μέτρα μετριασμού των επιπτώσεων έχουν ως στόχο να μειώσουν τη σοβαρότητα των τυχόν ζημιών στις εγκαταστάσεις, των βλαβών στους εργαζόμενους και το κοινό. Σχετικά παραδείγματα αποτελούν: το σχέδιο έκτακτης ανάγκης, το σχέδιο εκκένωσης/διαφυγής, τα συστήματα προειδοποίησης (συναγερμοί, φώτα που αναβοσβήνουν), οι ασκήσεις και οι δοκιμές των διαδικασιών έκτακτης ανάγκης, το σύστημα πυρόσβεσης κ.α.

• Η ευαισθητοποίηση και η διαβούλευση στους χώρους εργασίας

Εκτός του ότι είναι μια νομική απαίτηση της ΕΕ, η παροχή πληροφόρησης και εκπαίδευσης για τα θέματα ΥΑΕ στους εργαζόμενους και τους εκπροσώπους τους βρίσκεται στον πυρήνα κάθε προγράμματος διαχείρισης της ΥΑΕ στην επιχείρηση, συμβάλλοντας στη δημιουργία νοοτροπίας πρόληψης και στην αύξηση του επιπέδου ευαισθητοποίησης τους ώστε π.χ. οι εργαζόμενοι να είναι σε θέση αναγνωρίζουν ανασφαλείς καταστάσεις, κινδύνους ή συμπτώματα και ενδείξεις για την εκδήλωση τυχόν προβλημάτων υγείας λόγω της έκθεσης τους σε επικίνδυνους παράγοντες κινδύνου στην εργασία.

Τόσο η ευαισθητοποίηση των εργαζομένων όσο και η διαβούλευση των εργοδοτών και των διοικητικών στελεχών όλων των βαθμίδων με τους εργαζόμενους και τους εκπροσώπους τους σε θέματα ΥΑΕ, εκτός από το γεγονός ότι συνιστούν έμπρακτη απόδειξη της ισχυρής δέσμευσης της διοίκησης στη διαχείριση των θεμάτων ΥΑΕ, συμβάλλουν αναμφισβήτητα σε ένα καλύτερο περιβάλλον ασφάλειας και υγείας.

Οι εργοδότες πρέπει να διαβουλεύονται με τους εργαζόμενους ή/και τους εκπροσώπους τους και να τους επιτρέπουν να λάβουν μέρος σε συζητήσεις για όλα τα θέματα που αφορούν την ΥΑΕ στην εργασία, διαμορφώνοντας το κατάλληλο κλίμα εμπιστοσύνης και ανοιχτού διαλόγου μέσα στην επιχείρηση. Η διαβούλευση με τους εργαζόμενους και τους εκπροσώπους τους όσον αφορά στην ΥΑΕ πρέπει να γίνεται αντιληπτή ως κατευθυντήρια αρχή αποτελεσματικής διαχείρισης και να αποτελέσει αναπόσπαστο μέρος της καθημερινής λειτουργίας της επιχείρησης.

Οι εργοδότες και η διοίκηση καλούνται όχι μόνο να ζητούν τη γνώμη των εργαζομένων αλλά και να συμπράττουν ενεργά μαζί τους και να τους ενθαρρύνουν να συμμετέχουν ουσιαστικά στο πλαίσιο της διαβούλευσης στη διαδικασία λήψης αποφάσεων, με δεδομένο ότι οι εργαζόμενοι γνωρίζουν τους βασικούς κινδύνους που αντιμετωπίζουν στην εργασία τους σε καθημερινή βάση και μπορούν συχνά να βρίσκουν απλές τεχνικά, περισσότερο οικονομικές και αποδοτικότερες λύσεις π.χ. για θέματα που μπορεί να αφορούν την προσαρμογή της εργασίας στον άνθρωπο, ειδικότερα σε ό, τι αφορά τη διαμόρφωση των θέσεων εργασίας, την επιλογή του εξοπλισμού εργασίας ή των μεθόδων εργασίας και παραγωγής, την οργάνωση της εργασίας κ.α.

• Συμμετοχή των εργαζομένων

Η νομοθεσία για την ΥΑΕ αναφέρει ότι οι εργαζόμενοι πρέπει να διαβουλεύονται με τους εργοδότες και να συμμετέχουν στη διαχείριση των θεμάτων ΥΑΕ.

Ο εργοδότης, έχει την υποχρέωση να παρέχει στους εκπροσώπους των εργαζομένων που έχουν ειδικά καθήκοντα στον τομέα της ΥΑΕ επαρκή χρόνο και τα μέσα που είναι αναγκαία για την εκτέλεση των καθηκόντων τους. Οι εργαζόμενοι και οι εκπρόσωποί τους για τα θέματα ΥΑΕ έχουν το δικαίωμα:

• να προτείνουν νέα μέτρα ΥΑΕ και να εκφράσουν την άποψη τους για τα υφιστάμενα μέτρα,

• να ερευνούν καταγγελίες των εργαζομένων για θέματα ΥΑΕ,

• να ζητείται η γνώμη τους σχετικά με τη λειτουργία των δομών για την ΥΑΕ στην επιχείρηση (τεχνικό ασφάλειας, ιατρό εργασίας, εσωτερική ή εξωτερική υπηρεσία προστασίας και πρόληψης),

• να γνωμοδοτούν σχετικά με το σχεδιασμό και την οργάνωση της εκπαίδευσης τους σε θέματα ΥΑΕ,

• να απευθύνονται στην αρμόδια ελεγκτική αρχή για την ΥΑΕ, εάν κρίνουν ότι τα μέτρα και τα μέσα που χρησιμοποιούνται από τον εργοδότη για την ΥΑΕ είναι ανεπαρκή,

• να υποβάλλουν τις δικές τους παρατηρήσεις κατά τη διάρκεια των επισκέψεων ελέγχου από την αρμόδια αρχή.

Η εθνική νομοθεσία ΥΑΕ κάθε κράτους μέλους προβλέπει γενικά περισσότερες λεπτομέρειες σχετικά με την οργάνωση της εκπροσώπησης των εργαζομένων σε θέματα ΥΑΕ. Σε πολλές χώρες οι επιχειρήσεις ανάλογα με το μέγεθός τους -όσον αφορά τον αριθμό των εργαζομένων πρέπει να οργανώσουν επιτροπές ΥΑΕ με μια ισορροπημένη συμμετοχή των εργαζομένων και των εκπροσώπων του εργοδότη στη σύνθεσή τους. Ένα ελάχιστο επίπεδο εκπαίδευσης απαιτείται επίσης για τα μέλη των επιτροπών ΥΑΕ.

Για τις επιχειρήσεις που βρίσκονται κάτω από το όριο όσον αφορά τον αριθμό των εργαζομένων, απαιτεί αντί της οργάνωσης επιτροπής ΥΑΕ, την εκλογή εκπροσώπου για τα θέματα ΥΑΕ κατόπιν σχετικής διαβούλευσης και συμφωνίας των εργαζομένων ή την άμεση διαβούλευση και συμμετοχή των εργαζομένων.

Μελέτες δείχνουν ότι η εκπροσώπηση των εργαζομένων είναι πιο κοινή στις μεγαλύτερες επιχειρήσεις ή τους οργανισμούς, καθώς και σε επιχειρήσεις όπου η υπάρχει ισχυρή δέσμευση της διοίκησης για την ΥΑΕ ή ισχυρή νοοτροπία ασφάλειας. Έχει επίσης αναγνωριστεί η σπουδαιότητα της συμμετοχής των εργαζομένων μεγαλύτερης ηλικίας στη διαβούλευση καθώς και ότι η ολοκληρωμένη και συστηματική εκπαίδευση και ενημέρωση προσδίδουν περισσότερη εμπιστοσύνη στα μέλη ΥΑΕ ή στους εκπροσώπους των εργαζομένων για τα θέματα ΥΑΕ.

Η δέσμευση των εργαζομένων και η ενεργή συμμετοχή τους μπορεί να επιφέρουν σημαντικές βελτιώσεις σε θέματα ΥΑΕ, καθώς μελέτες δείχνουν θετικές επιπτώσεις όπως: 49% λιγότερα συμβάντα, 16% περισσότερη κερδοφορία, 18% περισσότερη παραγωγικότητα, 25-45% μείωση του κύκλου εργασιών, 37% λιγότερο απουσίες, 60% λιγότερα προβλήματα στην ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών ή των παραγόμενων προϊόντων κ.α. Εκτός από τη διαβούλευση σε επίπεδο επιχείρησης, τα κράτη μέλη έχουν τομεακή εκπροσώπηση και εθνική εκπροσώπηση στις τριμερείς δομές των κοινωνικών εταίρων, όπου συμμετέχουν τα συνδικάτα, οι οργανώσεις των εργοδοτών και οι αρμόδιες για την ΥΑΕ κρατικές αρχές, στο πλαίσιο του «κοινωνικού διαλόγου για την ΥΑΕ», με κύριο αντικείμενο κυρίως τη συμφωνία για σημαντικές πτυχές και θέματα κανονιστικού ή στρατηγικού χαρακτήρα για την ΥΑΕ, όπου απαιτείται συντονισμός και συνεργεία όλων των εμπλεκομένων φορέων.

• Κοινωνικός διάλογος για την ΥΑΕ

Η σημασία του ευρωπαϊκού κοινωνικού διαλόγου στον τομέα της ΥΑΕ και η θετική επίδρασή του στις συνθήκες εργασίας στην Ευρώπη αναγνωρίζεται από όλους τους εμπλεκόμενους φορείς. Είναι πέραν πάσης αμφιβολίας ότι οι κοινωνικοί εταίροι, τόσο οι εργοδότες όσο και οι εργαζόμενοι, αντιλαμβάνονται μια προστιθέμενη αξία στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού κοινωνικού διαλόγου. Κυρίως επειδή ο ευρωπαϊκός κοινωνικός διάλογος δίνει τη δυνατότητα στους κοινωνικούς εταίρους να εκφράσουν τη γνώμη τους σχετικά με όλες τις νομοθετικές προτάσεις σε επίπεδο ΕΕ, γεγονός που με τη σειρά του ενισχύει τη νομιμότητα των αποτελεσμάτων της πολιτικής.

Οι συμφωνίες πλαίσιο των ευρωπαίων κοινωνικών εταίρων σε συγκεκριμένα θέματα ΥΑΕ (π.χ. για το εργασιακό άγχος ή την παρενόχληση στην εργασία) είναι η πιο σημαντική συμβολή του κοινωνικού διαλόγου σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Παρ’ όλα αυτά, δεν είναι πάντα δυνατό να προσδιοριστεί η ακριβής συμβολή του κοινωνικού διαλόγου στη βελτίωση των συνθηκών εργασίας. Για παράδειγμα, η αξιολόγηση των συμφωνιώνπλαίσιο των κοινωνικών εταίρων για την τηλεργασία και το εργασιακό άγχος, έδειξε ότι η εφαρμογή και οι ουσιαστικές επιπτώσεις τους ήταν στην πράξη αποσπασματικές, κυρίως λόγω του νομικά μη δεσμευτικού χαρακτήρα τους.

Η πρόκληση της εφαρμογής των πρωτοβουλιών/ συμφωνιών μέσω του κοινωνικού διαλόγου επιτείνεται από την ποικιλομορφία των εθνικών συστημάτων εργασιακών σχέσεων και αδύναμες δομές του κοινωνικού διαλόγου και των ικανοτήτων, ιδίως στα νέα κράτη μέλη.

1.2 Το νέο ευρωπαϊκό θεσμικό πλαίσιο

• Στρατηγικό Πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) νια την Υγεία και την Ασφάλεια στην Εργασία (ΥΑΕ) 2014 2020. Τον Ιούνιο του 2014 ανακοινώθηκε από την Επιτροπή η νέα Κοινοτική Στρατηγική για την AYE 2014-2020 υπό τη μορφή Στρατηγικού Πλαισίου κατόπιν μακράς περιόδου διαβούλευσης και αναμονής. Επισημαίνεται ότι η προηγούμενη Στρατηγική αφορούσε την περίοδο 2007-2012. Παρά τις όποιες αδυναμίες ή ελλείψεις που κατά κοινή ομολογία παρουσιάζει το Στρατηγικό Πλαίσιο, θέτει εύστοχα τρεις νέες προκλήσεις:

1η πρόκληση: Βελτίωση των επιδόσεων των κρατών μελών όσον αφορά την εφαρμογή, ιδίως μέσω της βελτίωσης της δυνατότητας των πολύ μικρών και μικρών επιχειρήσεων να εφαρμόζουν αποτελεσματικά και αποδοτικά μέτρα πρόληψης του κινδύνου,

2η πρόκληση: Βελτίωση της πρόληψης των ασθενειών που συνδέονται με την εργασία μέσω της αντιμετώπισης των υφιστάμενων, των νέων και των αναδυόμενων κινδύνων,

3η πρόκληση: Αντιμετώπιση της δημογραφικής αλλαγής.

Παράλληλα θέτει τους εξής επτά (7) στρατηγικούς στόχους:

1. Περαιτέρω παγίωση των εθνικών στρατηγικών.

2. Διευκόλυνση της συμμόρφωσης με τις διατάξεις της νομοθεσίας για την AYE, ιδίως από τις πολύ μικρές και τις μικρές επιχειρήσεις.

3. Καλύτερη επιβολή της νομοθεσίας για την AYE από τα κράτη μέλη.

4. Απλούστευση της ισχύουσας νομοθεσίας.

5. Αντιμετώπιση της γήρανσης του εργατικού δυναμικού, αναδυόμενοι νέοι κίνδυνοι, πρόληψη επαγγελματικών και συνδεόμενων με την εργασία ασθενειών.

6. Βελτίωση της συλλογής στατιστικών στοιχείων και ανάπτυξη της βάσης πληροφοριών.

7. Βελτίωση του συντονισμού των προσπαθειών σε επίπεδο ΕΕ και διεθνές επίπεδο στον τομέα της AYE και συνεργασία με διεθνείς οργανισμούς.

Μετά τη δημοσίευση της Ανακοίνωσης του Πλαισίου [(COM(2014) 332 final)] ακολούθησαν όπως προβλέπεται η γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (ΕΟΚΕ) (SOC/512/11-12-2014), η γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών (ECOS-V-061/ 11-13/2/2015), τα Συμπεράσματα του Συμβουλίου της ΕΕ κατά την Προεδρία της Λετονίας (SOC/98/27-2-2015) και η Αναφορά του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (2015/ 2107(ΙΝΙ)/29-5-2015). Σε πολλά σημεία αυτών των κειμένων γίνεται κριτική του Πλαισίου και επισημαίνεται το γεγονός ότι δεν περιέχονται σαφή μέτρα και ποσοτικοί ή ποιοτικοί στόχοι όπως στην προηγούμενη Στρατηγική. Ωστόσο, αναμένεται με ενδιαφέρον η ενδιάμεση αξιολόγηση που θα πραγματοποιηθεί στο τέλος του 2016, καθώς και οι ενδεχόμενες τροποποιήσεις του (π.χ. προσθήκη ποσοτικών στόχων).

• Αξιολόγηση Οδηγιών-Αναμόρφωση θεσμικού πλαισίου ΕΕ-Τάσεις.

Η διαδικασία αξιολόγησης του κοινοτικού κεκτημένου (24 Οδηγίες ελαχίστων προδιαγραφών για την υγεία και ασφάλεια στην εργασία), η οποία ανάλογα με τα ευρήματα πιθανά να οδηγήσει σε αναμόρφωση θεσμικού πλαισίου που διέπει την ΥΑΕ για όλα τα κράτη-μέλη της ΕΕ, ξεκίνησε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή το 2013 και αναμένεται να ολοκληρωθεί στις αρχές του 2017. Επίσης, αναμένεται να εντοπιστούν βέλτιστες πρακτικές και να διαχυθούν μέσω της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στο σύνολο των κρατών μελών για την απλούστευση της σχετικής εθνικής νομοθεσίας.

Με τη διαδικασία της αξιολόγησης θα εκτιμηθούν η σχετικότητα, η αποτελεσματικότητα και η συνάφεια της νομοθεσίας, όπως επίσης και το διοικητικό βάρος που προκαλεί. Η όλη διαδικασία εντάσσεται στο πλαίσιο της «άσκησης» REFIT (COM (2012) 746) της Ευρ. Επιτροπής η οποία αποτελεί μέρος του προγράμματος SMART Regulation Programme που στοχεύει στην διασφάλιση της καταλληλότητας και της αποτελεσματικότητας του κοινοτικού θεσμικού πλαισίου. To REFIT αποσκοπεί στο να εντοπίσει περιττά διοικητικά βάρη, ανακολουθίες, κενά και αναποτελεσματικές διατάξεις στα νομικά κείμενα της Ε.Ε., ώστε να υπάρξει βελτίωσή τους.

Κατά την εξέλιξη αυτής της «άσκησης» έχει ήδη διαφανεί ότι το ισχύον θεσμικό πλαίσιο της ΥΑΕ σε ευρωπαϊκό επίπεδο είναι σε γενικές γραμμές επαρκές και σωστά δομημένο ώστε να βρίσκει εφαρμογή και να οδηγεί στην επίτευξη των στόχων δηλ. μείωση των εργατικών ατυχημάτων και των επαγγελματικών ασθενειών και βελτίωση των συνθηκών εργασίας. Ωστόσο αναγνωρίζεται η ανάγκη της διαχείρισης νέων προκλήσεων είτε ως προς το είδος των κινδύνων (π.χ. ψυχοκοινωνικοί, νανοτεχνολογία), είτε ως προς τις ομάδες εργαζομένων (π.χ. μεγάλης ηλικίας εργαζόμενοι, μετανάστες), είτε ως προς τις μεταβολές των εργασιακών σχέσεων, την ελαστικοποίηση της απασχόλησης και τη μετεξέλιξη βασικών εννοιών όπως αυτή του εργοδότη, του τόπου εργασίας, του χρόνου εργασίας κ.λπ.

Η χώρα μας, στηρίζοντας τη θέση υπέρ μιας επικαιροποιημένης και σύγχρονης νομοθεσίας που εξασφαλίζει το ίδιο υψηλό επίπεδο προστασίας για όλους τους εργαζόμενους, συμμετείχε στην διαδικασία συντάσσοντας εκθέσεις εφαρμογής των 24 Οδηγιών και παρακολουθεί μέσω του αρμόδιου οργάνου (Συμβουλευτική Επιτροπή για την Ασφάλεια και Υγεία στην Εργασία) την εξέλιξη αυτής της διαδικασίας που πιθανότατα θα οδηγήσει σε τροποποιήσεις και της εθνικής νομοθεσίας για την ΥΑΕ.

1.3 Οι υφιστάμενες δομές για την ΥΑΕ σε εθνικό επίπεδο

Στις υφιστάμενες δομές που συνιστούν σήμερα διακριτά τμήματα της σε εθνικό επίπεδο διαχείρισης των θεμάτων ΥΑΕ περιλαμβάνονται η εθνική νομοθεσία, οι αρμόδιες εθνικές αρχές, οι ελεγκτικοί μηχανισμοί, τα εθνικά τριμερή όργανα, οι αρμόδιες δομές για την πληροφόρηση και την ευαισθητοποίηση, την εκπαίδευση και κατάρτιση, την έρευνα, τη συλλογή και στατιστική επεξεργασία στοιχείων και δεδομένων, ή τη δικτύωση και την ανάπτυξη συνεργασιών.

Οι δομές αυτές έχουν θεσπισθεί προοδευτικά, με κύρια αφετηρία τη δεκαετία του '80 και η λειτουργία τους, αν και καλύπτει μεγάλο διάστημα σε βάθος χρόνου, χαρακτηρίζεται από σημαντικές ελλείψεις σε ανθρώπινους και υλικούς πόρους, οργανωτικές και διοικητικές αδυναμίες, αποσπασματικότητα και ατολμία στη διαχείριση των θεμάτων ΥΑΕ καθώς και έλλειψη του απαραίτητου συντονισμού και συνέργειας τόσο μεταξύ τους όσο και με άλλες δομές που είτε λειτουργούν στο χώρο της εργασίας είτε καλύπτουν άλλους τομείς πέραν αυτής.

Οι αρμόδιες εθνικές αρχές για την ΥΑΕ (συμπεριλαμβανομένων των αρχών για τον έλεγχο εφαρμογής της σχετικής εθνικής νομοθεσίας) τελούν υπό την εποπτεία του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης καιΚοινωνικής Αλληλεγγύης, το οποίο έχει και την ευθύνη έναντι των οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας για τη συμμόρφωση προς το κοινοτικό και διεθνές δίκαιο και προς την Κοινοτική Στρατηγική για την ΥΑΕ.

Η αρμόδια επιτελική διοικητική δομή ΥΑΕ του Υπουργείου Εργασίας για την ανάπτυξη της νομοθεσίας και τον συντονισμό των πολιτικών ΥΑΕ στη χώρα μας αναμορφώθηκε σε μεγάλο βαθμό με την έκδοση του π.δ. 113/ 2014 (180 Α΄) «Οργανισμός Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας».

Συγκεκριμένα, στη νέα οργανωτική φυσιογνωμία του Υπουργείου Εργασίας (σε ισχύ μετά τον Οκτώβριο 2014), η πρώην Γενική Διεύθυνση Συνθηκών και Υγιεινής της Εργασίας υποβαθμίζεται διοικητικά και λειτουργεί πλέον ως Διεύθυνση Ασφάλειας και Υγείας στην Εργασία (ΔΑΥΕ, Δ3) με ταυτόχρονη συρρίκνωση των οργανωτικών δομών της, του ανθρώπινου δυναμικού της όσο και των προβλεπόμενων μόνιμων θέσεων εργασίας της και κυρίως με διαγραφή και απώλεια της συντριπτικής πλειοψηφίας των προηγούμενων πολυεπίπεδων και ευρύτατης κλίμακας αρμοδιοτήτων της, οι οποίες καταργήθηκαν κατά τη σύνταξη του νέου οργανισμού λειτουργίας του Υπουργείου Εργασίας.
Το γεγονός αυτό εντείνει τις προκλήσεις για τη διατήρηση ενός ικανοποιητικού βαθμού αποτελεσματικότητας και ευελιξίας στην ανάπτυξη των πολιτικών για την ΥΑΕ και διαχείρισης των θεμάτων ΥΑΕ σε εθνικό επίπεδο, ενώ παράλληλα δεν πρέπει να αγνοείται η σημειολογική διάσταση του αρνητικού μηνύματος που εκπέμπει η απόφαση αυτή προς τον κόσμο της εργασίας, όσον αφορά το επίπεδο των συνθηκών εργασίας και το επίπεδο προστασίας της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων. Η ΔΑΥΕ ως αρμόδια επιτελική υπηρεσία ΥΑΕ αναπτύσσει δράσεις σε νομοθετικό, οργανωτικό, ενημερωτικό, εκπαιδευτικό και ερευνητικό επίπεδο, με σκοπό τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας στους χώρους εργασίας, την προστασία της υγείας και της ασφάλειας των εργαζομένων, και την προαγωγή παιδείας και νοοτροπίας πρόληψης των κινδύνων στο εργασιακό περιβάλλον για τη μείωση των εργατικών ατυχημάτων, των ασθενειών που σχετίζονται με την εργασία και των επαγγελματικών ασθενειών.

Οι αρμοδιότητες της Δ.Α.Υ.Ε. ασκούνται από τα εξής 6 Τμήματα της Διεύθυνσης: α) Τμήμα Συνθηκών Εργασίας β) Τμήμα Προαγωγής της Υγείας, Βλαπτικών Παραγόντων, Ασφάλειας και Εργονομίας γ) Τμήμα Εθνικού Εστιακού Πόλου Πληροφόρησης και Τεκμηρίωσης δ) Τμήμα Ατυχημάτων Μεγάλης Έκτασης ε) Τμήμα Επιμόρφωσης και Παρακολούθησης Πολιτικών AYE

στ) Τμήμα Ατόμων με Αναπηρία.

Για την επίτευξη των στόχων της συνεργάζεται στενά με την Κεντρική και τις Περιφερειακές Υπηρεσίες της Επιθεώρησης Ασφάλειας και Υγείας στην Εργασία του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας (ΣΕΠΕ) και τους κοινωνικούς εταίρους.

Σημαντικό ρόλο στην εφαρμογή της εθνικής πολιτικής και στρατηγικής στις επιχειρήσεις και πρωτεύοντα ρόλο στον έλεγχο συμμόρφωσης τους ως προς τις απαιτήσεις της εθνικής νομοθεσίας ΥΑΕ έχει η Επιθεώρηση Ασφάλειας και Υγείας στην Εργασία του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας (ΣΕΠΕ). Το ΣΕΠΕ ως ελεγκτικός μηχανισμός στον τομέα της ΥΑΕ έχει κύριο έργο τον έλεγχο εφαρμογής της εργατικής νομοθεσίας για την υγεία και ασφάλεια στην εργασία, την παροχή συμβουλών, ενημέρωσης και καθοδήγησης προς εργοδότες και εργαζόμενους για την τήρηση της νομοθεσίας και την επιβολή κυρώσεων στους παραβάτες. Παράλληλα, αναφέρει στην πολιτική ηγεσία ελλείψεις ή παραλείψεις της ισχύουσας νομοθεσίας, καθώς και τυχόν προβλήματα κατά την εφαρμογή της νομοθεσίας και εισηγείται προς τη ΔΑΥΕ την έκδοση σχετικών νομοθετικών ρυθμίσεων.

Στο πλαίσιο της αναδιάρθρωσης του Υπουργείου Εργασίας και όσον αφορά την Επιθεώρηση Ασφάλειας και Υγείας στην Εργασία του ΣΕΠΕ, συντελέστηκαν επίσης μεταβολές με σημαντικές επιπτώσεις στη λειτουργία των ελεγκτικών δομών για την ΥΑΕ πανελλαδικά. Συγκεκριμένα, πραγματοποιήθηκε συρρίκνωση της οργανωτικής δομής και κατάργηση αφενός μεν Περιφερειακών Υπηρεσιών αφετέρου δε υποστηρικτικών δομών για την ΥΑΕ στην Κεντρική Υπηρεσία του ΣΕΠΕ. Αυτό συνέβη παρά το γεγονός ότι υπάρχουν διαρκώς αυξανόμενες ανάγκες, π.χ. αν ληφθούν υπόψη στοιχεία όπως οι επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης στον κόσμο της εργασίας (συμπεριλαμβανομένης της διάστασης της ΥΑΕ),.ότι μεγάλα τμήματα του ενεργού πληθυσμού δεν καλύπτονται (π.χ. αυτοαπασχολούμενοι) ή ότι υπάρχουν επίσημα καταγεγραμμένες σχετικές υποδείξεις τόσο από ευρωπαϊκούς θεσμούς (Επιτροπή Ανώτερων Επιθεωρητών Εργασίας, SLIC) όσο και από το Διεθνές Γραφείο Εργασίας (ILO).

Ενδεικτικά αναφέρεται ότι με την πρόσφατη διοικητική αναδιάρθρωση οι περιφερειακές Διευθύνσεις AYE του ΣΕΠΕ μειώθηκαν από επτά σε πέντε για όλη την επικράτεια, ενώ αντίστοιχα τα περιφερειακά Τμήματα Επιθεώρησης AYE από 52 σε 40.

Γενικότερα, οι προαναφερθείσες συρρικνώσεις τόσο της επιτελικής υπηρεσίας σχεδιασμού και ανάπτυξης των εθνικών πολιτικών και της νομοθεσίας για την ΥΑΕ όσο και του ελεγκτικού μηχανισμού εφαρμογής της εθνικής νομοθεσίας δεν κινούνται προς τη σωστή κατεύθυνση, καθώς δεν συνάδουν και ακυρώνουν εν τέλει την πολλαπλώς εκπεφρασμένη βούληση της Πολιτείας για αναβάθμιση των σχετικών ζητημάτων.

Υπό αυτή την έννοια, η εξαρχής αποκατάσταση και ποιοτική αναβάθμιση τόσο μιας ολοκληρωμένης -και σε υψηλότερο επίπεδο στρατηγικής διοικητικής επιτελικής υπηρεσίας ΥΑΕ στο οργανόγραμμα του Υπουργείου Εργασίας όσο και των σχετικών δομών του ελεγκτικού μηχανισμού για την ΥΑΕ του Σ.ΕΠ.Ε. είναι σήμερα παρά ποτέ επιβεβλημένο να υλοποιηθούν άμεσα για λόγους ηθικής υποχρέωσης, συμμόρφωσης προς τις απαιτήσεις σε διεθνές, κοινοτικό και εθνικό επίπεδο, λειτουργικής αποτελεσματικότητας, αλλά και ισχυρού πολιτικού και κοινωνικού συμβολισμού όσον αφορά στην προστασία της ανθρώπινης ζωής στους χώρους εργασίας.

Ιδιαίτερα σημαντικός, είναι και ο ρόλος των κοινωνικών εταίρων (οργανώσεις και δομές) στη διαμόρφωση και υλοποίηση της εθνικής πολιτικής για τη βελτίωση των συνθηκών ΥΑΕ, πρωτίστως στο επίπεδο των κλάδων οικονομικής δραστηριότητας και των επιχειρήσεων που εκπροσωπούν.

Η διαβούλευση για τα θέματα ασφάλειας και υγείας διαρθρώνεται σε πολλαπλά επίπεδα, ξεκινώντας από το επίπεδο της επιχείρησης και καταλήγοντας σε εθνικό επίπεδο, συγκροτώντας κατ' αυτόν τον τρόπο ένα Εθνικό Σύστημα Κοινωνικού Διαλόγου για την Υγεία και ασφάλεια στην Εργασία με υψηλό βαθμό αντιπροσωπευτικότητας.

Τα κυριότερα συλλογικά όργανα διαβούλευσης που έχουν θεσμοθετηθεί και λειτουργούν είναι τα ακόλουθα:

• Σε επίπεδο στρατηγικού σχεδιασμού, προβλέπεται ότι κάθε κανονιστική ρύθμιση για θέματα υγείας και ασφάλειας ολοκληρώνεται μετά από διαβούλευση στα πλαίσια του Συμβουλίου Υγείας και Ασφάλειας των Εργαζομένων (ΣΥΑΕ), στο οποίο συμμετέχουν εκπρόσωποι της πολιτείας, των τριτοβάθμιων οργανώσεων των εργοδοτών και των εργαζομένων (τόσο του ιδιωτικού, όσο και του δημόσιου φορέα) και επιστημονικοί φορείς (Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδας, Πανελλήνιος Ιατρικός Σύλλογος, Ένωση Ελλήνων Χημικών).

• Σε επίπεδο ελέγχου εφαρμογής της νομοθεσίας έχει συσταθεί το Συμβούλιο Κοινωνικού Ελέγχου Επιθεώρησης Εργασίας (ΣΚΕΕΕ), όπου επίσης συμμετέχουν ως μέλη εκπρόσωποι των κυριοτέρων τριτοβάθμιων οργανώσεων των εργοδοτών και των εργαζομένων.

• Στο πλαίσιο παροχής υπηρεσιών προστασίας και πρόληψης λειτουργεί σε εθνικό επίπεδο Γνωμοδοτική Επιτροπή για τη χορήγηση βεβαίωσης συνδρομής νομίμων προϋποθέσεων σε Εξωτερικές Υπηρεσίες Προστασίας και Πρόληψης (ΕΞΥΠΠ), στην οποία συμμετέχουν εκπρόσωποι των κοινωνικών εταίρων και αρμοδίων επιστημονικών φορέων. Αρμοδιότητα της είναι η γνωμοδότηση για τη χορήγηση βεβαίωσης συνδρομής νομίμων προϋποθέσεων (αντικατέστησε την παρεχόμενη κατά το πρόσφατο παρελθόν "άδεια") που επιτρέπει τη λειτουργία στις υποψήφιες ΕΞΥΠΠ, εξασφαλίζοντας την αντικειμενικότητα της κρίσης, ως προς τη συμμόρφωση τους με τους θεσμοθετημένους όρους και προϋποθέσεις.

• Για τις εργασίες αφαίρεσης και κατεδάφισης αμιάντου ή υλικών που περιέχουν αμίαντο λειτουργεί σε εθνικό επίπεδο Γνωμοδοτική Επιτροπή με τη συμμετοχή εκπροσώπων των κοινωνικών εταίρων και των αρμοδίων επιστημονικών φορέων. Αρμοδιότητα της επιτροπής είναι η γνωμοδότηση για τη χορήγηση άδειας λειτουργίας στις επιχειρήσεις που θα αναλάβουν την εκτέλεση εργασιών με αμίαντο (ΕΑΚ) σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία.

• Στις δραστηριότητες υψηλού κινδύνου προβλέπονται επιπλέον όργανα διαβούλευσης. Ειδικότερα: (α) σε οικοδομές και τεχνικά έργα λειτουργούν τριμελείς μικτές επιτροπές ελέγχου με τη συμμετοχή εκπροσώπων των εργαζομένων και του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας, (β) στις ναυπηγοεπισκευαστικές εργασίες της Ζώνης Περάματος, Σαλαμίνας κ.λπ. λειτουργούν επίσης μικτές επιτροπές ελέγχου με επί πλέον συμμετοχή εκπροσώπων της αρμόδιας Λιμενικής Αρχής και του Γενικού Χημείου του Κράτους.

• Πέραν των παραπάνω, σε επίπεδο επιχείρησης προβλέπεται η δυνατότητα διαβούλευσης και συμμετοχής των εργαζομένων ή/και των εκπροσώπων τους σε θέματα υγείας και ασφάλειας στο χώρο εργασίας, μέσω των Επιτροπών Υγείας και Ασφάλειας των Εργαζομένων (ΕΥΑΕ) ή των εκπροσώπων με ειδική αρμοδιότητα σε θέματα προστασίας της ασφάλειας και υγείας. Κύριο έργο τους αποτελεί η συμμετοχή τους στη διασφάλιση κατάλληλων συνθηκών εργασίας και η εισήγηση μέτρων βελτίωσής τους.

Κατά τη διάρκεια της προηγούμενης περιόδου προγραμματισμού (2010-2013), ελάχιστες μεταβολές σημειώθηκαν σε αυτό το Σύστημα, όπως η ονομασία του Συμβουλίου Υγείας και Ασφάλειας των Εργαζομένων (πρώην Συμβούλιο Υγιεινής και Ασφάλειας της Εργασίας), καθώς και η προσθήκη εκπροσώπου του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ) στη σύνθεση του ΣΥΑΕ και του ΣΚΕΕΕ, στο πλαίσιο της αναγνώρισης του τελευταίου ως θεσμικά ισότιμο κοινωνικό εταίρο με ταυτόχρονη συμμετοχή ενός επιπλέον εκπροσώπου εργαζομένων.
Είναι, επομένως, φανερό ότι το ζητούμενο για τη διαβούλευση στο μέλλον δεν είναι η εξαρχής ανάπτυξη νέων φορέων διαβούλευσης αλλά:

• Η σε εθνικό επίπεδο ευρύτερη και πιο ουσιαστική εμπλοκή των φορέων διαβούλευσης στη διαμόρφωση πολιτικών για την ΥΑΕ, οι οποίες ωστόσο δεν θα είναι αποκομμένες από συναφείς πολιτικές όπως αυτές της υγείας, της ανταγωνιστικότητας, της εκπαίδευσης και του περιβάλλοντος.

• Η σε επίπεδο επιχείρησης αναζήτηση καινοτόμων μεθόδων για την δημιουργική και απρόσκοπτη εφαρμογή του διαλόγου εργαζομένων-εργοδοτών για τα θέματα ΥΑΕ, παρ’ όλη τη δυσκολία του εγχειρήματος σε ένα ομολογουμένως ιδιαίτερα δυσμενές κλίμα εργασιακών σχέσεων οφειλόμενο κατά κύριο λόγο στην οικονομική κρίση.

Η εθνική νομοθεσία για την ΥΑΕ η οποία κατά κύριο λόγο εκπορεύεται από την αντίστοιχη κοινοτική, διανύει περίοδο ισχνής παραγωγής νομοθετημάτων, δεδομένου ότι σε ευρωπαϊκό επίπεδο βρίσκεται σε εξέλιξη μια εκτενής διαδικασία επανεξέτασης του νομοθετικού πλαισίου για την υγεία και ασφάλεια στην εργασία. Ως εκ τούτου, οι ανάγκες για νομοθέτηση στα επόμενα χρόνια προβλέπεται να είναι περιορισμένες, αφού η υπάρχουσα νομική βάση είναι ευρύτατη και καλύπτει μεγάλο φάσμα εργασιών, κατηγοριών εργαζομένων και συνθηκών εργασίας.
Εξαίρεση από την τάση αυτή αποτελεί το τμήμα της κοινοτικής και εθνικής νομοθεσίας ΥΑΕ που αφορά στις επικίνδυνες χημικές ουσίες και ιδίως στα καρκινογόνα, τα οποία ευθύνονται σύμφωνα με τις μελέτες για περισσότερους από 160.000 θανάτους ετησίως σε επίπεδο Ε.Ε., γι’ αυτό και στον τομέα αυτό κατόπιν πολύχρονης, πέραν της δεκαετίας διαβούλευσης και εκτεταμένης επιστημονικής έρευνας, αναμένονται σημαντικές αλλαγές ιδίως όσον αφορά στις ισχύουσες οριακές τιμές έκθεσης (OELs).

Επισημαίνεται ακόμα ότι σε εκκρεμότητα παραμένουν ορισμένες δεσμεύσεις της ΕΕ στο παρελθόν στο πλαίσιο ειδικών «ad hoc» ομάδων, όπως για παράδειγμα η διαμόρφωση Οδηγίας για την πρόληψη των μυοσκελετικών παθήσεων άνω άκρων, μέσω της τροποποίησης-συγχώνευσης τριών ισχυουσών Οδηγιών, ή η εξέταση του σοβαρού ζητήματος της κάλυψης των αυτοαπασχολούμενων ως προς τα θέματα ΥΑΕ.

Το ζητούμενο στο άμεσο μέλλον θα είναι η δυνατότητα νομικής ή κανονιστικής κάλυψης των «νέων» μορφών απασχόλησης και οργάνωσης της εργασίας (προσωρινή απασχόληση, αυτοαπασχόληση, απόσπαση εργαζομένων, ενοικίαση εργαζομένων, εργολαβικές και άλλες τριγωνικές σχέσεις εργασίας κ.λπ.), όπου οι παραδοσιακές έννοιες του «εργοδότη», του «εργαζόμενου» και του «χώρου εργασίας», όπως και άλλες ρυθμίσεις παύουν πλέον να βρίσκουν άμεση εφαρμογή και χρειάζονται «επικαιροποίηση».

Από τη μέχρι σήμερα λειτουργία των επιμέρους δομών διαχείρισης της ΥΑΕ σε εθνικό επίπεδο και λαμβάνοντας υπόψη την αξιολόγηση της διαχείρισης τους, τα αποτελέσματα από τη λειτουργία τους, το παραγόμενο έργο καθώς και τις ραγδαίες εξελίξεις στον κόσμο της εργασίας και με βάση την αρχή της τριμερούς διαβούλευσης, προκύπτει σαφώς ότι υπάρχει άμεση ανάγκη βελτίωσης, αναβάθμισης, δικτύωσης και συντονισμού της λειτουργίας τους υπό τη γενικότερη ομπρέλα θεσμοθέτησης (νομοθέτηση, οργάνωση και λειτουργία) του προτεινόμενου Εθνικού Συστήματος για την Υγεία και Ασφάλεια (ΕΣυστΥΑΕ) στην Εργασία.

1.4 Η σημερινή εθνική κατάσταση Παθογένειες και Προκλήσεις

• Εθνικό νομοθετικό πλαίσιο νια την ΥΑΕ

Ιστορικά, η πρώτη νομοθεσία στην Ελλάδα σχετικά με την Υγεία και Ασφάλεια στην Εργασία (ΥΑΕ) ήταν ο ν. 3134/1911 για την «υγεία και ασφάλεια των εργαζομένων και των ωρών εργασίας και το προεδρικό διάταγμα (π.δ.) 14/3/1934 με τίτλο «Περί υγιεινής και ασφάλειας των εργατών και υπαλλήλων των πάσης φύσεως βιομηχανικών και βιοτεχνικών εργοστασίων, εργαστηρίων, κλπ.»..

Ορόσημο στην ανάπτυξη της ΥΑΕ στη χώρα μας ήταν ο ν. 1568/1985 «Υγιεινή και Ασφάλεια των εργαζομένων». Αυτό το νομοθετικό πλαίσιο επέτρεψε τη δημιουργία μιας σειράς θεσμικών δομών και οργάνων, όπως οι Επιτροπές Υγιεινής και Ασφάλειας στην Εργασία (ΕΥΑΕ) σε επίπεδο επιχείρησης ή το Συμβούλιο Υγιεινής και Ασφάλειας στην Εργασίας (ΣΥΑΕ), σε επίπεδο εθνικό. Σε αυτό το νομοθέτημα επίσης, ορίζεται ο ρόλος του Τεχνικού Ασφαλείας και του Ιατρού Εργασίας στους χώρους εργασίας.

Το προεδρικό διάταγμα 294/1988 με τίτλο «Ελάχιστος χρόνος απασχόλησης τεχνικού ασφαλείας και γιατρού εργασίας, επίπεδο γνώσεων και ειδικότητα τεχνικού ασφαλείας για τις επιχειρήσεις, εκμεταλλεύσεις και εργασίες του άρθρου 1 παραγράφου 1 του ν. 1568/1985 «Υγιεινή και ασφάλεια των εργαζομένων» παρουσιάζει λεπτομερώς τις διάφορες πτυχές του ν. 1568/1985.

Η οδηγία-πλαίσιο 89/391/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 12ης Ιουνίου 1989 και η οδηγία του Συμβουλίου 91/383/ ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 1991, έχουν μεταφερθεί στο ελληνικό δίκαιο με το προεδρικό διάταγμα 17/1996 «Μέτρα για την βελτίωση της ασφάλειας και υγείας των εργαζομένων κατά την εργασία σε συμμόρφωση με τις οδηγίες 89/391/ΕΟΚ και 91/383/ΕΟΚ».

Το διάταγμα αυτό εφαρμόζεται τόσο στον ιδιωτικό όσο και στον δημόσιο τομέα και σε όλους τους εργοδότες με τουλάχιστον έναν εργαζόμενο. Σε αυτό προβλέπονται οι υποχρεώσεις των εργοδοτών, όπως το να διενεργούν εκτίμηση των κινδύνων, να παρέχουν εκπαίδευση στους εργαζόμενους και τους εκπροσώπους τους και να διενεργούν την επίβλεψη της υγείας και της ασφάλειας. Αναφέρει ακόμα ότι οι εργαζόμενοι πρέπει να λαμβάνουν μέρος κατά τη διαδικασία εκτίμησης των κινδύνων.

Σε αυτό προβλέπεται ακόμα ο ρόλος των εξωτερικών υπηρεσιών προστασίας και πρόληψης ΕΞΥΠΠ (ιδιωτικές εταιρείες που παρέχουν υπηρεσίες σε θέματα ΥΑΕ στους εργοδότες). Με το προεδρικό διάταγμα 95/1999

«Όροι ίδρυσης και λειτουργίας Υπηρεσιών Προστασίας και Πρόληψης» παρέχονται περισσότερες λεπτομέρειες για το θέμα αυτό.
Περαιτέρω, σημαντικό νομοθετικό κείμενο ήταν το προεδρικό διάταγμα 159/1999 «Τροποποίηση του π.δ. 17/ 1996» και ο ν. 3144/2003 «Κοινωνικός διάλογος για την προώθηση της απασχόλησης και την κοινωνική προστασία και άλλες διατάξεις».

Με δεδομένη την πολυπλοκότητα του ισχύοντος νομοθετικού πλαισίου, με την έκδοση του νόμου 3850 της 2ας Ιουνίου 2010 συγκεντρώνονται όλα τα παραπάνω θέματα ΥΑΕ σε έναν «Κώδικα Νόμων για την Υγεία και την Ασφάλεια των Εργαζομένων» (ΚΝΥΑΕ).
Αυτό το νομικό έγγραφο καλύπτει ένα ευρύ φάσμα θεμάτων, τα οποία παρουσιάζονται στη συνέχεια επιγραμματικά:

• Επιτροπές για την Υγεία και την Ασφάλεια στην Εργασία (ΕΥΑΕ) σε επίπεδο επιχείρησης (λεπτομέρειες στην παράγραφο 3.3, διαδικασία εκλογής, ο ρόλος και ο αριθμός των αντιπροσώπων, κ.λπ.).

• Τεχνικός Ασφαλείας (προσόντα, τα καθήκοντα, κ.λπ.).

• Υπηρεσίες προστασίας και πρόληψης (είτε εξωτερικά είτε εσωτερικά, ελάχιστες προϋποθέσεις για την ίδρυση και τη λειτουργία τους).

• Κατάταξη των επιχειρήσεων σε τρεις διαφορετικές κατηγορίες κινδύνου (Α: υψηλή, Β: μεσαία, Γ: χαμηλή).

• Ιατρός εργασίας (προσόντα, τα καθήκοντα, ελάχιστος χρόνος εργασίας σε μια επιχείρηση).

• Επίβλεψη της υγείας.

• Εκπαίδευση των εργαζομένων, των τεχνικών ασφαλείας και των ιατρών εργασίας.

• Συμβούλιο για την Υγεία και την Ασφάλεια στην Εργασία-ΣΥΑΕ σε εθνικό επίπεδο (λεπτομέρειες στην παράγραφο 3.1).

• Νομαρχιακές Επιτροπές για την Υγεία και την Ασφάλεια στην Εργασία (ΝΕΥΑΕ) (λεπτομέρειες αναφέρονται στην παράγραφο 3.2).

• Ειδικές Επιτροπές για την Υγεία και την Ασφάλεια στην Εργασία (π.χ. στα ναυπηγεία).

• Γενικές κτιριολογικές απαιτήσεις.

• Προστασία των εργαζομένων από φυσικούς, χημικούς και βιολογικούς παράγοντες, πυροπροστασία, κ.λπ.

• Υποχρεώσεις των εργοδοτών (π.χ. αξιολόγηση των κινδύνων, διαβούλευση και κοινωνικός διάλογος).

• Η ελλιπής εφαρμογή του Νομοθετικού Πλαισίου νια την Υγεία και Ασφάλεια στην Εργασία στις ελληνικές επιχειρήσεις μέχρι σήμερα.

Ο έλεγχος μέσα στην επιχείρηση ασκείται από μία οργανωτική δομή στην υπηρεσία του εργοδότη, που μπορεί να είναι υπηρεσία ή ο τεχνικός ασφαλείας και ο γιατρός εργασίας (όπου προβλέπεται) ή συνδυασμός αυτών. Ταυτόχρονα ασκείται και από τους εργαζόμενους στην επιχείρηση, μέσω της Επιτροπής Υγείας και Ασφάλειας στην Εργασία ή τον εκπρόσωπο των εργαζομένων για τα θέματα υγείας και ασφάλειας. Ο χαρακτήρας αυτού του ελέγχου είναι συμβουλευτικός προς τον εργοδότη και στη χώρα μας, αντιμετωπίζει πολλά προβλήματα.
Στον ιδιωτικό τομέα, στην πλειοψηφία των επιχειρήσεων η παροχή υπηρεσιών Υγείας και Ασφάλειας στους/ στις εργαζόμενους/ες είναι τυπική και υποτυπώδης, ιδίως όσον αφορά τον χώρο των πολύ μικρών και των μικρών επιχειρήσεων. Σύμφωνα με την έρευνα ESENER (2009) ο κυριότερος λόγος για την ενασχόληση επιχειρήσεων με θέματα υγείας και ασφάλειας στην εργασία είναι η «εκπλήρωση των νομικών υποχρεώσεων», όπως αναφέρεται από το 90% των εκπροσώπων της διοίκησης στην ΕΕ-27.

Στον Δημόσιο Τομέα, αν εξαιρεθούν οι περισσότεροι Δήμοι και οι παλιές ΔΕΚΟ, η Νομοθεσία για την Υγεία και Ασφάλεια της εργασίας αγνοείται. Το ίδιο το Υπουργείο Εργασίας, όπως και το σύνολο σχεδόν των Υπουργείων δεν διαθέτουν καμία υποδομή για την παροχή υπηρεσιών Υγείας και Ασφάλειας της Εργασίας στους/στις εργαζομένους/ες τους.

Δεν υπάρχουν κίνητρα για τη λήψη μέτρων για την βελτίωση του εργασιακού περιβάλλοντος. Οι εργοδότες είτε πάρουν μέτρα είτε όχι δεν έχουν καμία επίπτωση, με συνέπεια να αρκούνται στην τυπική κάλυψη των νομοθετικών τους υποχρεώσεων. Η κάλυψη αυτών των τυπικών υποχρεώσεων γίνεται με την παροχή «εξειδικευμένων» και νομοθετικά καθορισμένων επιστημονικών και τεχνικών υπηρεσιών από συνεργαζόμενους ειδικούς επιστήμονες ή από τις Εταιρίες (Υπηρεσίες Προστασίας και Πρόληψης, Εσωτερικές [ΕΣΥΠΠ] και Εξωτερικές [ΕΞΥΠΠ]) που υπενοικιάζουν τους εν λόγω επιστήμονες στις επιχειρήσεις ή στις υπηρεσίες/οργανισμούς του δημόσιου τομέα.

Σε ότι αφορά τις Εσωτερικές Υπηρεσίες Προστασίας και Πρόληψης (ΕΣΥΠΠ), η νομοθεσία παραβιάζεται συστηματικά. Εκτός από ορισμένες ΔΕΚΟ, σε καμία ιδιωτική επιχείρηση ή Δημόσια Υπηρεσία, που είναι υποχρεωμένη σύμφωνα με τη Νομοθεσία να δημιουργήσει ΕΣΥΠΠ, αυτή δεν έχει συσταθεί. Οι απαιτήσεις δε για τον εξοπλισμό τους είναι ανάλογες με τις εξωτερικές υπηρεσίες, που παρέχουν υπηρεσίες σε πάσης φύσεως παραγωγικές δραστηριότητες κι όχι σε μια μεμονωμένη επιχείρηση.

Οι υπάρχουσες Εξωτερικές Υπηρεσίες Προστασίας και Πρόληψης (ΕΞ.Υ.Π.Π.) λειτουργούν κατά βάση με τους κανόνες της αγοράς. Το αποτέλεσμα ήταν -με την κατάλληλη νομοθετική κάλυψηνα επικρατήσουν ως υπηρεσίες ενοικίασης ειδικών επιστημόνων (ιατρών εργασίας και τεχνικών ασφαλείας) προς τις επιχειρήσεις. Οι ΕΞ.Υ.Π.Π., έχουν πλέον αναλάβει την υγεία και ασφάλεια των εργαζομένων στη συντριπτική πλειοψηφία των επιχειρήσεων, τόσο με τις ικανότατες δημόσιες σχέσεις τους όσο και με τις ανταγωνιστικές οικονομικές προσφορές στους μειοδοτικούς διαγωνισμούς επιχειρήσεων και οργανισμών κυρίως των φορέων της τοπικής αυτοδιοίκησης και του ευρύτερου δημόσιου τομέα.

Αντίστοιχη είναι σε μεγάλο βαθμό και η λειτουργία της πρόληψης μέσω των ιατρών εργασίας και των τεχνικών ασφαλείας. Όμως υπάρχουν και πολλά άλλα προβλήματα που έχουν να κάνουν με την έλλειψη ή την ανεπάρκεια της εκπαίδευσης των τεχνικών ασφαλείας και την απασχόληση ιατρών κάθε ειδικότητας (με πλήρη έλλειψη εξειδικευμένης εκπαίδευσης) αντί των ειδικευμένων ιατρών εργασίας. Ως συνέπεια, η πρόληψη στους χώρους εργασίας συνήθως περιορίζεται σε μελέτες εκτίμησης κινδύνου -αν υπάρχουνδίχως ουσιαστικό περιεχόμενο και αντίκρυσμα, σε τυπικές επισκέψεις, σε κοινότοπες παρατηρήσεις και σε συνταγογράφηση για τους/τις εργαζόμενους/ες, ενώ από την άλλη, οι σοβαροί κίνδυνοι που οφείλονται στην άσκηση της εργασιακής δραστηριότητας περνούν απαρατήρητοι και συνεπώς δεν αντιμετωπίζονται.

Σε ότι αφορά την εθνική νομοθεσία ΥΑΕ, έχουν πράγματι ενσωματωθεί όλες οι Ευρωπαϊκές Οδηγίες και συστάσεις για τα θέματα ΥΑΕ. Λόγω όμως σοβαρών ελλείψεων κυρίως ειδικού επιστημονικού προσωπικού (ιατρών εργασίας, τεχνικών ασφαλείας) αλλά και υποστελέχωσης των ελεγκτικών μηχανισμών, υπάρχουν εκπτώσεις στην εφαρμογή τους, είτε νομοθετικά κατοχυρωμένες είτε υπό τη μορφή έκδοσης διάφορων ερμηνευτικών εγκυκλίων, που ουσιαστικά καταστρατηγούν και ακυρώνουν στην πράξη ακόμη και αυτό το τυπικό νομοθετικό πλαίσιο.

• Το υφιστάμενο Θεσμικό Πλαίσιο για την Υγεία και Ασφάλεια στην Εργασία

Το υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο είναι κατακερματισμένο, ανεπαρκές, με υποστελεχωμένες τις ελάχιστες δομές του, ουσιαστικά ανύπαρκτο.
Με ευθύνη των προηγούμενων κυβερνήσεων και του εν γένει πελατειακού συστήματος, ποτέ δεν οργανώθηκε και φυσικά δεν λειτούργησε ένα ολοκληρωμένο Εθνικό Σύστημα Υγείας και Ασφάλειας στην Εργασία (ΕΣυστΥΑΕ).

Το ΕΣυστΥΑΕ (στις αναπτυγμένες κυρίως χώρες της Δύσης) λειτουργεί πάνω σε τρείς βασικούς πυλώνες. Ο πρώτος πυλώνας είναι η παραγωγή πολιτικών, νομοθεσίας και κανόνων λειτουργίας, ο δεύτερος πυλώνας είναι η δημιουργία υποστηρικτικών δομών και ο τρίτος πυλώνας είναι οι ελεγκτικοί μηχανισμοί.

Ο πρώτος πυλώνας βρίσκεται υπό την ευθύνη της Πολιτείας (Υπουργεία Εργασίας, Υγείας, Εσωτερικών, Ανάπτυξης και Παιδείας) και υποστηρίζεται από επιστημονικούς φορείς εργαζομένων, εργοδοτών και ειδικών επιστημόνων με σχετικό αντικείμενο.

Ο πυλώνας αυτός στη χώρα μας σήμερα στηρίζεται αποκλειστικά στην υποβαθμισμένη (από Γενική Διεύθυνση) και υποστελεχωμένη Διεύθυνση Ασφάλειας και Υγείας στην Εργασία του Υπουργείου Εργασίας, χωρίς καμία συμμετοχή των υπολοίπων Υπουργείων και χωρίς την ουσιαστική συνδρομή των επιστημονικών φορέων. Σε αυτό το πλαίσιο λοιπόν, θα πρέπει να επανεξεταστεί και ο ίδιος ο ρόλος του Συμβουλίου Υγείας και Ασφάλειας των Εργαζομένων, αρμόδιο να γνωμοδοτεί σε θέματα προστασίας της υγείας και ασφάλειας των εργαζομένων ώστε να συνεισφέρει ουσιαστικά στο πραγματικά του έργο.

Ο δεύτερος πυλώνας των υποστηρικτικών δομών απουσιάζει παντελώς στη χώρα μας. Καμία τέτοια δομή δεν υπάρχει σήμερα στα αρμόδια Υπουργεία Εργασίας, Υγείας, Εσωτερικών, Ανάπτυξης και Παιδείας αλλά και στην πλειοψηφία των οργανισμών και φορέων του ευρύτερου δημόσιου τομέα.

Ο τρίτος πυλώνας των ελεγκτικών μηχανισμών αποτελείται από την Επιθεώρηση της Ασφάλειας και Υγείας στην Εργασία του Σώματος Επιθεώρησης ΕργασίαΣ.ΕΠ.Ε. Οι ελεγκτικές της δραστηριότητες είναι περιορισμένες λόγω ανεπαρκούς οργανωτικής διάρθρωσης και χωρικής κάλυψης, αδυναμίας διενέργειας ελέγχων στη συντριπτική πλειοψηφία των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων, υποστελέχωσης και έλλειψης τεχνικής υποστήριξης των ελέγχων.

Τέλος, ποτέ δεν δημιουργήθηκε στη χώρα μας φορέας για την ασφάλιση του επαγγελματικού κινδύνου, στον οποίο σύμφωνα με τη διεθνή πρακτική, το ασφάλιστρο καταβάλλεται αποκλειστικά και μόνο από την εργοδοτική πλευρά (το εργασιακό περιβάλλον που μπορεί να προκαλέσει βλάβη στην υγεία των εργαζομένων βρίσκεται στην ιδιοκτησία, εποπτεία και αποκλειστική ευθύνη του εργοδότη), είναι κλιμακωτό (και αυξομειούμενο) και εξαρτάται από την κατηγορία της επιχείρησης, από τους δείκτες επαγγελματικής νοσηρότητας, από το εργασιακό περιβάλλον της συγκεκριμένης επιχείρησης και από τα λαμβανόμενα μέτρα για την πρόληψη και προαγωγή της υγείας και ασφάλειας των εργαζομένων.

Συνεπώς, το τεράστιο αυτό κόστος (κατά μέσο όρο στο 4% του ΑΕΠ της εθνικής οικονομία) μετακυλίεται στη χώρα μας στα Ασφαλιστικά Ταμεία, τα οποία φυσικά δεν μπορούν να είναι βιώσιμα μετά την ανάληψη του. Επιπλέον, επί της ουσίας δεν υπάρχει κανένα κίνητρο λήψης μέτρων από την εργοδοτική πλευρά.

• Γενικές διαπιστώσεις

Όπως προαναφέρθηκε, ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του '80 (με το ν. 1568/1985) στη χώρα μας έχουν εισαχθεί οι βασικοί θεσμοί, κανόνες και διαδικασίες για την προαγωγή της υγείας και ασφάλειας στην εργασία, ενώ το σχετικό νομοθετικό πλαίσιο για την ΥΑΕ είναι πλήρως εναρμονισμένο με την αντίστοιχη κοινοτική νομοθεσία.

Ωστόσο, ο απολογισμός τριάντα χρόνια μετά τον ν. 1568/1985 «Υγιεινή και ασφάλεια των εργαζομένων» είναι πενιχρός. Το νομοθετικό και το θεσμικό πλαίσιο για την υγεία και ασφάλεια στην εργασία, απαραίτητη προϋπόθεση για τη δημιουργία ενός συστήματος και ενός πλέγματος προστασίας και πρόληψης της επαγγελματικής νοσηρότητας, τυγχάνει περιορισμένης εφαρμογής και δεν έχει αποδώσει παρά ελάχιστα αποτελέσματα στην πράξη.

Η ολοκληρωμένη και ορθή εφαρμογή αυτού του πυκνού θεσμικού και οργανωτικού πλαισίου αποτελεί ζητούμενο, καθώς προσκρούει, συχνά, τόσο στις ιδιαιτερότητες της παραγωγικής βάσης της ελληνικής οικονομίας (πληθώρα μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων), όσο και στην απουσία ενός συνεκτικού θεσμικού/διοικητικού μηχανισμού που θα συντονίζει τις πολύπλευρες (πλην αποσπασματικές) παρεμβάσεις της Πολιτείας, θα εξασφαλίζει την ουσιαστική προαγωγή των ζητημάτων υγείας και ασφάλειας πέρα από μια τυπική νομική συμμόρφωση των εργοδοτών και, κυρίως, θα συμβάλλει στη διαμόρφωση νοοτροπίας πρόληψης σε όλο το φάσμα της εργασιακής ζωής.

Όσον αφορά στην επαγγελματική νοσηρότητα, σύμφωνα με τα στοιχεία του Σ.ΕΠ.Ε. την τελευταία πενταετία καταγράφεται εν γένει μείωση του αριθμού/συχνότητας των εργατικών ατυχημάτων κατ' έτος (ενδεικτικά από 5.721 αναγγελθέντα στο Σ.ΕΠ.Ε. το 2010 μειώθηκαν το 2013 στα 5.126), η οποία ασφαλώς οφείλεται και στη συρρίκνωση των κατ’ εξοχήν επικίνδυνων κλάδων οικονομικής δραστηριότητας όπως π.χ. ο κατασκευαστικός κλάδος και οι οικοδομές. Ανά τομέα οικονομικής δραστηριότητας, ο μεγαλύτερος αριθμός ατυχημάτων απαντάται κατά σειρά στη μεταποίηση, στο χονδρικό και λιανικό εμπόριο, στην επισκευή οχημάτων και μοτοσικλετών, στις κατασκευές και στον κλάδο μεταφοράς και αποθήκευσης.

Γενική διαπίστωση, ωστόσο, είναι ότι εν γένει ο πραγματικός αριθμός ατυχημάτων που συμβαίνουν ετησίως στους χώρους εργασίας είναι μεγαλύτερος από τα επίσημα στοιχεία, δεδομένου του μεγέθους της αδήλωτης εργασίας και της αφανούς οικονομίας στη χώρα μας. Επιπλέον υφίσταται έλλειψη στατιστικών στοιχείων για τον πρωτογενή τομέα (γεωργία, δασοκομία, αλιεία), καθώς ο μεγάλος αριθμός των αυτοαπασχολουμένων στον τομέα δεν εντάσσονται στη νομοθεσία για την υγεία και ασφάλεια στην εργασία. Σημειώνεται ότι σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ο πρωτογενής τομέας είναι σταθερά δεύτερος ως προς τη συχνότητα θανατηφόρων εργατικών ατυχημάτων.

Παράλληλα, τονίζεται το γεγονός της σχεδόν παντελούς έλλειψης στατιστικών στοιχείων για τον αριθμό των επαγγελματικών ασθενειών. Οι διαδικασίες αναγνώρισης τους στον μεγαλύτερο ασφαλιστικό φορέα το ΙΚΑ είναι δαιδαλώδεις και ουσιαστικά ανύπαρκτες στα υπόλοιπα ασφαλιστικά ταμεία, ενώ η αναγγελία και καταγραφή τους είναι σχεδόν μηδενική.

Όσον αφορά τον έλεγχο εφαρμογής της νομοθεσίας για την ΥΑΕ, αποτελεί πρόκληση για τα επόμενα χρόνια αφενός μεν η ενίσχυση του ελεγκτικού μηχανισμού της Επιθεώρησης AYE του ΣΕΠΕ και αφετέρου η καλλιέργεια και ανάπτυξη νοοτροπίας πρόληψης στους εργοδότες και τους εργαζόμενους.

Προς την κατεύθυνση αυτή μπορεί να συμβάλλει η αντιμετώπιση χρόνιων προβλημάτων της Επιθεώρησης Ασφάλειας και Υγείας του Σ.ΕΠ.Ε. όπως η έλλειψη υλικοτεχνικής υποδομής, ο ανεπαρκής αριθμός προσωπικού, η έλλειψη συνεχιζόμενης εκπαίδευσης των επιθεωρητών κ.λπ. αλλά και η πέρα από κάθε έννοια εξορθολογισμού σημερινή διοικητική του οργάνωση και ανάπτυξη τόσο στο κέντρο όσο και στην περιφέρεια της χώρας.

Η ανάπτυξη πληροφοριακών συστημάτων που έχουν ήδη τεθεί σε λειτουργία (Πληροφοριακό Σύστημα Σ.ΕΠ.Ε. ΟΑΕΔ ΙΚΑ ΕΤΑΜ «ΕΡΓΑΝΗ», από το 12-2-2014) καθώς και όσων έχουν προγραμματισθεί να λειτουργήσουν (Ολοκληρωμένο Πληροφοριακό Σύστημα Σ.ΕΠ.Ε. και Πληροφοριακό Σύστημα «Ψηφιακές Υπηρεσίες μίας Στάσης») αναμένεται, μεταξύ άλλων, να βελτιώσει σημαντικά την εποπτεία της αγοράς και την πληρέστερη εφαρμογή των θεσμών της ΥΑΕ.

Αντίστοιχα, όσον αφορά στην επιτελική υπηρεσία AYE (ΔΑΥΕ, Δ3), η τελευταία διοικητική της υποβάθμιση, η κατάργηση βασικών και ουσιαστικών αρμοδιοτήτων της, οι ελλείψεις σε προσωπικό και η απώλεια εξειδικευμένου προσωπικού, η έλλειψη συνεχιζόμενης εκπαίδευσης του προσωπικού, η απενεργοποίηση της λειτουργίας των εργαστηρίων εφαρμοσμένης έρευνας και μετρήσεων βλαπτικών παραγόντων, συνιστούν ορισμένους μόνο από τους παράγοντες που βάζουν τροχοπέδη στο γενικότερο έργο της και ειδικότερα σε εκείνο που αφορά στη χάραξη στρατηγικής, στην ανάπτυξη νέας νομοθεσίας και στην εφαρμοσμένη έρευνα για την ΥΑΕ, αλλά και στην καλλιέργεια και ανάπτυξη νοοτροπίας πρόληψης σε εργοδότες και εργαζόμενους.

Διαπιστώνεται γενικότερα ως προς τα θέματα ΥΑΕ, διαχρονική έλλειψη συντονισμού μεταξύ του Υπουργείου Εργασίας και των συναρμόδιων φορέων όπως είναι τα ασφαλιστικά ταμεία και τα Υπουργεία Υγείας, Παιδείας, Ανάπτυξης, Περιβάλλοντος και Εσωτερικών κ.λπ. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με την προαναφερόμενη διοικητική υποβάθμιση της υπηρεσίας ΥΑΕ από Γενική Διεύθυνση σε επίπεδο Διεύθυνσης, αποτελεί πρόκληση για την ανάπτυξη κι εφαρμογή σύνθετων πολιτικών, όπως για παράδειγμα η εφαρμογή της νομοθεσίας ΥΑΕ στον Δημόσιο και τον ευρύτερο Δημόσιο τομέα ή η ανάγκη αποτελεσματικής αντιμετώπισης των «νέων και των αναδυόμενων» επαγγελματικών κινδύνων.
Σε κάθε περίπτωση, το γενικότερο κοινωνικοοικονομικό περιβάλλον των τελευταίων χρόνων, δημιουργεί πρόσθετα εμπόδια στην πλήρη εφαρμογή του θεσμικού πλαισίου για την ΥΑΕ σε όλο το φάσμα της οικονομικής δραστηριότητας, ιδίως εάν ληφθούν υπόψη οι δημοσιονομικές συνθήκες και οι οικονομικοί περιορισμοί που αντιμετωπίζουν οι μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις. Η ελλιπής εφαρμογή της νομοθεσίας και η ουσιαστική απουσία εκπροσώπησης των εργαζομένων μέσω των θεσμών διαβούλευσης που προβλέπει η νομοθεσία (ΕΥΑΕ, εκπρόσωποι, κ.λπ.) στις περισσότερες επιχειρήσεις και ιδίως στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, αποτελούν ζητήματα που χρήζουν άμεσης αντιμετώπισης κι επίλυσης. Δυστυχώς, το συνδικαλιστικό κίνημα δεν ανέδειξε στο βαθμό που θα έπρεπε τα ζητήματα αυτά. Εκτός αυτού είδε και ανταγωνιστικά την (νομοθετική) υποχρέωση εκλογής «Επιτροπών Υγείας και Ασφάλειας των Εργαζομένων» στους εργασιακούς χώρους και δεν μερίμνησε για την εκλογή εκπροσώπων σε επιτροπές ΥΑΕ στη συντριπτική πλειοψηφία των επιχειρήσεων.

Για όλους τους προαναφερθέντες λόγους, την επόμενη προγραμματική περίοδο η Πολιτεία πρέπει να εντατικοποιήσει το εύρος και την αποτελεσματικότητα των προσπαθειών της, σε συνεργασία με τους κοινωνικούς εταίρους, τους εργαζόμενους και τους παραγωγικούς φορείς.

Σε αυτό το πλαίσιο είναι αναγκαία η, θεσμική, διοικητική και λειτουργική συνάρθρωση και η αναβάθμιση όλων των επιμέρους υφιστάμενων δομών για την ΥΑΕ, σε ένα ενιαίο, συνεκτικό, πολυδιάστατο και πολυσυλλεκτικό Εθνικό Σύστημα Υγείας και Ασφάλειας στην Εργασία (ΕΣυστΥΑΕ), το οποίο όσον αφορά τη διοικητική/ λειτουργική του διάσταση θα βασίζεται στη συνεργασία και δικτύωση του συνόλου των συμμετεχόντων φορέων και στη μεταξύ τους δημιουργία των αναγκαίων θετικών συνεργείων, ενώ όσον αφορά τη διασφάλιση των αναγκαίων πόρων αυτή θα βασίζεται στη δημιουργία ενός φορέα για την ασφάλιση του επαγγελματικού κινδύνου, (βλ. Άξονα 1 του Στρατηγικού Σχεδιασμού).

Σύμφωνα με την 187 Διεθνή Σύμβαση Εργασίας «Πλαίσιο προαγωγής της υγείας και ασφάλειας στην εργασία», η οποία ας σημειωθεί δεν έχει ακόμα κυρωθεί από τη χώρα μας, το «Εθνικό Σύστημα ΥΑΕ» ορίζεται ως «η υποδομή που αποτελεί το βασικό πλαίσιο για την υλοποίηση της εθνικής πολιτικής και των εθνικών προγραμμάτων υγείας και ασφάλειας στην εργασία» και θα πρέπει να περιλαμβάνει μεταξύ άλλων:

α) τη νομοθεσία, τις συλλογικές συμβάσεις, ανάλογα με την περίπτωση, καθώς και κάθε άλλο κείμενο σχετικό με την ασφάλεια και την υγεία στην εργασία,

β) μια αρχή ή έναν οργανισμό, ή αρχές ή οργανισμούς, υπεύθυνους για την ασφάλεια και την υγεία στην εργασία, που προσδιορίζονται σύμφωνα με τη εθνική νομοθεσία και πρακτική,

γ) μηχανισμούς που διασφαλίζουν τη συμμόρφωση με την εθνική νομοθεσία, συμπεριλαμβανομένων των συστημάτων επιθεώρησης,

δ) μέτρα για την προώθηση, σε επίπεδο επιχείρησης, της συνεργασίας μεταξύ της διεύθυνσης, των εργαζομένων και των εκπροσώπων τους, ως ένα απαραίτητο στοιχείο για την πρόληψη στον χώρο εργασίας.

Το Εθνικό Σύστημα Υγείας και Ασφάλειας στην Εργασία θα πρέπει να περιλαμβάνει ανάλογα με την περίπτωση:

α) ένα εθνικό τριμερές συμβουλευτικό όργανο ή εθνικά συμβουλευτικά τριμερή όργανα αρμόδια για την ασφάλεια και την υγεία στην εργασία,

β) υπηρεσίες πληροφόρησης και συμβουλευτικές υπηρεσίες για θέματα υγείας και ασφάλειας στην εργασία,

γ) πρόνοια για κατάρτιση σε θέματα ασφάλειας και υγείας στην εργασία,

δ) υπηρεσίες υγείας στην εργασία σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία και πρακτική,

ε) έρευνα σε θέματα ασφάλειας και υγείας στην εργασία,

στ) ένα μηχανισμό συλλογής και ανάλυσης στοιχείων για τις επαγγελματικές ασθένειες και τους τραυματισμούς σε χώρο εργασίας, λαμβανομένων υπ’ όψιν των σχετικών κανόνων της Δ.Ο.Ε.,

ζ) διατάξεις που να αποβλέπουν στη συνεργασία με τα συστήματα ασφάλισης του επαγγελματικού κινδύνου ή τα συστήματα κοινωνικής ασφάλισης, τα οποία καλύπτουν τα εργατικά ατυχήματα και τις ασθένειες.

η) μηχανισμούς υποστήριξης για την προοδευτική βελτίωση των συνθηκών υγείας και ασφάλειας στις μικρές και μικρομεσαίες επιχειρήσεις και την άτυπη οικονομία.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2
ΕΘΝΙΚΟΣ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ

2.1 Γενικά

Στη χώρα μας, ο τομέας της Υγείας και Ασφάλειας στην Εργασία πρέπει να τίθεται ως βασική προτεραιότητα, στο γενικότερο πλαίσιο αναβάθμισης της ποιότητας στην εργασία, με γνώμονα τις εθνικές προτεραιότητες και σε εφαρμογή της Κοινοτικής Στρατηγικής για την Ασφάλεια και Υγεία στην Εργασία.

Η Ελληνική Πολιτεία, μέσω του Υπουργείου Εργασίας και των αρμόδιων υπηρεσιών του, προάγει τα θέματα ασφάλειας και υγείας στην εργασία σε εθνικό επίπεδο καθορίζοντας τη σχετική Εθνική Στρατηγική και τις επιμέρους πολιτικές ΥΑΕ, βασιζόμενη στην τριμερή εκπροσώπηση και τον κοινωνικό διάλογο, όπου δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στην ισόρροπη συμμετοχή εργαζομένων και εργοδοτών στη διαδικασία διαβούλευσης για το σχεδιασμό πολιτικών και τη λήψη αποφάσεων, στο ευρύτερο πλαίσιο διαχείρισης των θεμάτων ΥΑΕ σε εθνικό επίπεδο.

Ωστόσο, οι ολοένα και πιο σύνθετες εργασιακές διαδικασίες και οι ραγδαίες αλλαγές στις συνθήκες εργασίας, σε συνδυασμό με τους νέους ή μεταβαλλόμενους τύπους των διαφόρων πηγών κινδύνου, απαιτούν τη χάραξη μιας νέας και συστηματικής στρατηγικής προσέγγισης της Ασφάλειας και της Υγείας στην Εργασία, με δεδομένο ότι ο συγκεκριμένος τομέας δέχτηκε καίρια πλήγματα τα τελευταία μνημονιακά χρόνια.
Απαντώντας στις προκλήσεις αυτές, η προηγούμενη Εθνική Στρατηγική για την Ασφάλεια και Υγεία στην Εργασία (ΕΣΑΥΕ) της περιόδου, 2010-2013, παρουσίασε για πρώτη φορά στη χώρα μας ένα συνεκτικό σύνολο πολιτικών και παρεμβάσεων για την υγεία και ασφάλεια στην εργασία στην Ελλάδα. Παράλληλα, συνοδεύτηκε από αναλυτικό πρόγραμμα δράσεων με χρονικό προσδιορισμό, βάσει του οποίου εφαρμόστηκαν στην πράξη οι κατευθύνσεις που τέθηκαν από αυτή. Η τελική αξιολόγηση της πραγματοποιήθηκε το 2014-2015 και κατέδειξε ότι σε γενικές γραμμές η ΕΣΥΑΕ ικανοποίησε εν πολλοίς τους τιθέμενους στόχους, ενώ υπήρξε απόκλιση από ορισμένους.

Κατ' αυτόν τον τρόπο, εγκαινιάστηκε μια νέα, μεθοδολογική και ολοκληρωμένη προσέγγιση των σαφώς πολυσύνθετων θεμάτων ΥΑΕ, η οποία αντανακλά με σαφήνεια την πολιτική επιλογή του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης να προάγει την προστασία των εργαζομένων και να συμβάλλει στη δημιουργία περισσότερο υγιών, ασφαλών και παραγωγικών χώρων εργασίας.

Η αξιολόγηση της ΕΣΥΑΕ 2010-2013 ανέδειξε πρωτίστως ότι η κατάρτιση ενός ολοκληρωμένου σχεδίου για την πολιτική στην ΥΑΕ, με στρατηγικούς στόχους, άξονες προτεραιότητας, επιμέρους και συγκεκριμένες δράσεις και χρονοδιαγράμματα, αποτελεί μια πρωτοβουλία που έλαβε χώρα για πρώτη φορά στην Ελλάδα, αντανακλώντας, έτσι, αφενός την απαιτούμενη πολιτική βούληση για την περαιτέρω προαγωγή της υγείας και ασφάλειας στην εργασία, αφετέρου την ετοιμότητα και ωριμότητα της Διοίκησης να οργανώσει και να συντονίσει αυτή την προσπάθεια με πιο συστηματικό και αποτελεσματικό τρόπο.

Στο πλαίσιο της εφαρμογής της ΕΣΥΑΕ 2010-2013, υπήρξαν δράσεις και προτεραιότητες που παρουσίασαν ικανοποιητικό βαθμό ολοκλήρωσης, ιδιαίτερα ως προς τους «εξωστρεφείς» άξονες προτεραιότητας που αφορούν στη διαχείριση της πληροφορίας, την ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης και την προαγωγή νοοτροπίας πρόληψης σε όλο το φάσμα της οικονομικής και κοινωνικής ζωής.

Σε αυτό το γεγονός, συνέβαλε σημαντικά ο Εθνικός Εστιακός Πόλος του Ευρωπαϊκού Οργανισμού EU-OSHA στην Ελλάδα, ο οποίος ανήκει οργανωτικά ως δομή στην επιτελική υπηρεσία AYE (ΔΑΥΕ, Δ3) του Υπουργείου Εργασίας, δεδομένου ότι στο πλαίσιο της λειτουργίας του και καθ' όλη τη χρονική περίοδο 2010-2013 διοργάνωσε μεγάλο αριθμό δράσεων ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης για την ΥΑΕ, με την στήριξη και τη χρηματοδότηση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού EU-OSHA.

Από την άλλη πλευρά, υπήρξαν και δράσεις όπως π.χ. η ομοιόμορφη εφαρμογή του πλαισίου υγείας και ασφάλειας στην εργασία στον δημόσιο και ιδιωτικό τομέα των οποίων οι σύνθετες απαιτήσεις για συνέργειες με άλλους φορείς άσκησης πολιτικής, δεν επέτρεψαν την επίτευξη ενός ικανοποιητικού βαθμού ολοκλήρωσης. Ωστόσο, ακόμη και σε αυτές τις περιπτώσεις, πραγματοποιήθηκαν προπαρασκευαστικές ενέργειες ή/και αξιόλογα βήματα προόδου εκ μέρους των υπηρεσιών του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, που αναμένεται να αποδώσουν καρπούς στο μέλλον.

Ο νέος στρατηγικός σχεδιασμός για την περίοδο 20162020 λαμβάνει υπόψη του τα παραπάνω δεδομένα και την πλούσια εμπειρία που αποκτήθηκε κατά την υλοποίηση και παρακολούθηση της Εθνικής Στρατηγικής 2010-2013, αξιοποιώντας παράλληλα και με ουσιαστικό τρόπο τον κοινωνικό διάλογο και θέτοντας ρεαλιστικούς και επιτεύξιμους στόχους με κυρίαρχο γνώμονα τις σύγχρονες εθνικές ανάγκες και προτεραιότητες, καθώς και τις υποχρεώσεις που απορρέουν από την ιδιότητα της χώρας ως κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης αλλά και τα κατοχυρωμένα δικαιώματα στο πλαίσιο του κοινοτικού κεκτημένου στον τομέα της Υγείας και Ασφάλειας στην Εργασία (OSH acquis).

2.2 Όραμα

«Δημιουργία περισσότερο ασφαλών, υγιών και παραγωγικών χώρων εργασίας στον ιδιωτικό και στον δημόσιο τομέα που δα διασφαλίζουν την υγεία και θα προάγουν την ευεξία/ευημερία των εργαζομένων και παράλληλα θα συμβάλλουν στη βιωσιμότητα των επιχειρήσεων και θα στηρίζουν την ανάπτυξη της οικονομίας.».

2.3 Στρατηγικοί στόχοι

Με σκοπό την υλοποίηση της πολιτικής του Υπουργείου Εργασίας και ειδικότερα τον Στρατηγικό Στόχο 2 του Υπουργείου Εργασίας (2015), όπως αυτός διατυπώνεται στη συνέχεια:

«διασφάλιση της προστασίας των εργασιακών δικαιωμάτων, την ποιοτική αναβάθμιση των συνθηκών και όρων εργασίας, την προαγωγή της υγείας και ασφάλειας στην εργασία».

ως βασικός στρατηγικός στόχος της πολιτικής του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης στον τομέα της Υγείας και Ασφάλειας στην Εργασία για την περίοδο 2016-2020 αναδεικνύεται:

«Θεσμοθέτηση του Εθνικού Συστήματος Υγείας και Ασφάλειας στην Εργασία, (ΕΣσυτΥΑΕ)»
και στο πλαίσιο αυτού, τίθενται οι εξής ειδικοί στρατηγικοί στόχοι:

1. Ενδυνάμωση των πολιτικών και των μέτρων πρόληψης των εργατικών ατυχημάτων, των επαγγελματικών ασθενειών και των άλλων ασθενειών που σχετίζονται με την εργασία για όλους τους εργαζομένους, με έμφαση στους πλέον ευάλωτους.

2. Καλλιέργεια νοοτροπίας πρόληψης των κινδύνων στην εργασία με τη συμμετοχή όλων, μέσω της εκπαίδευσης, της κατάρτισης και της ενημέρωσης.

3. Βελτίωση των διαδικασιών αναγγελίας και των συστημάτων καταγραφής εργατικών ατυχημάτων και επαγγελματικών ασθενειών.

4. Θέσπιση φορέα ασφάλισης του επαγγελματικού κινδύνου.

2.4 Άξονες προτεραιοτήτων

Ο Στρατηγικός σχεδιασμός συνίσταται σε 12 άξονες προτεραιότητας οι οποίοι εξειδικεύονται περαιτέρω σε αναλυτικό Εθνικό Επιχειρησιακό Σχέδιο Δράσεων με χρονικό προγραμματισμό υλοποίησης των προβλεπόμενων δράσεων.

Άξονας 1oς: Θεσμοθέτηση Εθνικού Συστήματος Υγείας και Ασφάλειας στην Εργασία (ΕΣυστΥΑΕ)

Στο κείμενο της ΕΣΥΑΕ 2016-2020, περιλαμβάνονται όλες οι αναγκαίες θεσμικές πρωτοβουλίες/προβλέψεις και οι οργανωτικές ενέργειες/δράσεις/παρεμβάσεις, με τις οποίες θα θεσμοθετηθεί ένα σύγχρονο και αποτελεσματικό ΕΣυστΥΑΕ στη χώρα μας, μέσω του εξορθολογισμού και της λειτουργικής συνάρθρωσης των υφιστάμενων θεσμών, δομών και διαδικασιών και, κυρίως, μέσω της δημιουργίας των κρίσιμων εκείνων θεσμικών και διοικητικών οντοτήτων που με τη συνεργεία τους θα υπηρετήσουν αποτελεσματικά τον απαραίτητο στρατηγικό, υποστηρικτικό και συντονιστικό ρόλο για την ουσιαστική αναβάθμιση και προαγωγή της ΥΑΕ στη χώρα μας.

Σε αυτό το πλαίσιο, κομβικής σημασίας για την οικοδόμηση του ΕΣυστΥΑΕ αποτελούν τα εξής:

• Σε νομοθετικό επίπεδο

Επανεξέταση του νομοθετικού πλαισίου για την υγεία και ασφάλεια στην εργασία με έμφαση:

στην ποιοτική αναβάθμιση των θεσμών παροχής υπηρεσιών προστασίας και πρόληψης (τεχνικοί ασφαλείας, ιατροί εργασίας, εσωτερικές και εξωτερικές υπηρεσίες προστασίας και πρόληψης, εκπαίδευση εργοδοτών και εργαζομένων),

στη θέσπιση νομοθετικών προβλέψεων για την προστασία από νέους και αναδυόμενους κινδύνους (π.χ. ψυχοκοινωνικούς παράγοντες κινδύνου, γήρανση του εργατικού δυναμικού και μεγάλης ηλικίας εργαζόμενοι κ.α.),

στην ενσωμάτωση νέων κοινοτικών οδηγιών (π.χ. για τις ηλεκτρομαγνητικές ακτινοβολίες, τα καρκινογόνα, τις επικίνδυνες χημικές ουσίες) και κυρίως,

στην τόνωση της ενεργούς και ουσιαστικής συμμετοχής και εκπροσώπησης των εργαζομένων (ΕΥΑΕ) στη θεσμοθετημένη διαβούλευση με τους εργοδότες για τη συμμετοχική προσέγγιση στην αντιμετώπιση των θεμάτων ΥΑΕ στις επιχειρήσεις (βλ. Άξονες 2 και 11), καθώς και
στην κύρωση Διεθνών Συμβάσεων για την ΥΑΕ (π.χ. την Σ.Ε. 187 για το πλαίσιο προαγωγής της υγείας και ασφάλειας στην εργασία, την ΣΕ. 167 «Για την ασφάλεια και την υγεία στις οικοδομές, την Σ.Ε. 176 «Για την υγεία και ασφάλεια στα ορυχεία, την Σ.Ε. 184 «Για την υγεία και ασφάλεια στη γεωργία» και τις ομώνυμες διεθνείς συστάσεις εργασίας, την Σ.Ε. 155 «Για την ασφάλεια, την υγεία των εργαζομένων και το περιβάλλον εργασία» κ.α.).

• Σε θεσμικό επίπεδο

Ποιοτική αναβάθμιση της επιτελικής υπηρεσίας για την ΥΑΕ του Υπουργείου Εργασίας (νυν Διεύθυνσης Ασφάλειας και Υγείας στην Εργασίας, Δ3), με επικαιροποίηση των παλαιότερων αρμοδιοτήτων της καθώς και ουσιαστική ενίσχυση της με επιπλέον ανθρώπινους και υλικούς πόρους (εξειδικευμένο προσωπικό, μέσα, εξοπλισμό μετρήσεων, εκπαίδευση, ηλεκτρονικές υπηρεσίες, εκπαίδευση, οικονομική στήριξη, επαναλειτουργία των εργαστηρίων διενέργειας μετρήσεων για τον προσδιορισμό των βλαπτικών παραγόντων στους χώρους εργασίας αλλά και την εκπόνηση προγραμμάτων εφαρμοσμένης έρευνας στον τομέα της ΥΑΕ κ.λπ.), προκειμένου να ανταποκριθεί στο πολυεπίπεδο και απαιτητικό έργο της σε εθνικό και διεθνές επίπεδο.

Δημιουργία του Εθνικού Κέντρου Έρευνας και Αναφοράς Μετρήσεων (Προσδιορισμού Βλαπτικών Παραγόντων) για την ΥΑΕ, με επαναλειτουργία των εργαστηρίων εφαρμοσμένης έρευνας (της πρώην Διεύθυνσης του Κέντρου Υγείας και Ασφάλειας στην Εργασία, ΚΥΑΕ) για τον προσδιορισμό των φυσικών παραγόντων κινδύνου καθώς και των χημικών και βιολογικών παραγόντων κινδύνου στο εργασιακό περιβάλλον, μέσω δειγματοληψιών, μετρήσεων και αναλύσεων και με επαναφορά και επικαιροποίηση όλων των αρμοδιοτήτων τους όπως ίσχυαν πριν την προηγούμενη οργανωτική αλλαγή της επιτελικής υπηρεσίας για την ΥΑΕ (Οκτ. του 2014).

Τα εργαστήρια, μετά την αναβάθμισή τους, μπορούν να λειτουργήσουν είτε αυτόνομα είτε σε συνεργασία και συνδυαστικά με άλλα δημόσια εργαστήρια (όπως π.χ. είναι το Κέντρο Διάγνωσης και Ιατρικής της Εργασίας, ΚΔΙΕ) στον τομέα της ΥΑΕ, ώστε να αναλάβουν ρόλο ρυθμιστικό (ελέγχου των σχετικών μετρήσεων που εκτελούν σήμερα σχεδόν αποκλειστικά ιδιωτικές επιχειρήσεις και εργαστήρια) και ρόλο συμβουλευτικό (για την προστασία των εργαζομένων μέσω ελέγχου του επιπέδου έκθεσης τους σε βλαπτικούς παράγοντες και τήρησης ή όχι των ισχυουσών οριακών τιμών, την ουσιαστική βελτίωση των συνθηκών ΥΑΕ μέσω της πρόληψης των κινδύνων στις επιχειρήσεις αλλά και τη στήριξη του έργου των επιθεωρητών Ασφάλειας και Υγείας στην Εργασία του Σ.ΕΠΕ.).

Δημιουργία Κεντρικής Συντονιστικής Δομής, καθώς και επιμέρους περιφερειακών συντονιστικών δομών/ οργάνων στους συμμετέχοντες φορείς, για τη σταδιακή ανάπτυξη και λειτουργία του ΕΣυστΥΑΕ. Η Κεντρική Συντονιστική Δομή θα εδρεύει στην αναβαθμισμένη επιτελική για την ΥΑΕ Διεύθυνση Ασφάλειας και Υγείας στην Εργασία του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης.

Η Κεντρική Συντονιστική Δομή θα συνεπικουρείται στο έργο της τόσο από τις αρμόδιες υπηρεσίες Επιθεώρησης Ασφάλειας και Υγείας του Σ.ΕΠ.Ε., (ως αρμόδιου φορέα για τον έλεγχο εφαρμογής της νομοθεσίας για την ΥΑΕ) όσο και από τις περιφερειακές συντονιστικές δομές που θα εκπροσωπούν τους φορείς που θα συμμετέχουν στην οργανωτική δομή του Εθνικού Συστήματος Υγείας και Ασφάλειας στην Εργασία (ΕΣυστΥΑΕ), όπως για παράδειγμα είναι τα κομβικά για την προαγωγή της υγείας και ασφάλειας των εργαζομένων Υπουργεία: το Υπουργείο Υγείας, το Υπουργείο Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης ή το Υπουργείο Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων.

Δημιουργία Συντονιστικής Δομής μεταξύ των συναρμόδιων για το δημόσιο Υπουργείων

(Υπουργείο Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Υπουργείο Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης και Υπουργείο Υγείας), για την προαγωγή των θεμάτων ΥΑΕ και την πλήρη εφαρμογή του σχετικού θεσμικού πλαισίου σε όλους τους φορείς, υπηρεσίες και οργανισμούς του δημόσιου και ευρύτερου δημόσιου τομέα.

Ο οργανωτικός και επιχειρησιακός συντονισμός της παροχής υπηρεσιών προστασίας και πρόληψης στους εργαζομένους των παραπάνω φορέων, θα αποτελέσει προϊόν συνεργασίας των συναρμόδιων Υπουργείων ενώ θα αξιοποιηθούν σχετικές προτάσεις όπως π.χ. αυτής της Επιστημονικής Εταιρείας Ιατρικής της Εργασίας και Περιβάλλοντος ΕΕΙΕΠ για τη δημιουργία Κεντρικής Συντονιστικής (Υπέρ-) Υπηρεσίας Προστασίας και Πρόληψης (ΥΠΠ), η οποία θα στηρίζει, θα συντονίζει και θα κατευθύνει τις επιμέρους και ανά φορέα Υπηρεσίες Προστασίας και Πρόληψης (ΥΠΠ) (βλ. Άξονα 2).

Διασύνδεση του Εθνικού Συστήματος Υγείας και Ασφάλειας στην Εργασία (ΕΣυστΥΑΕ) με το Εθνικό Σύστημα Υγείας (ΕΣΥ) ιδίως μέσω της δημιουργίας σε κάθε νοσηλευτικό ίδρυμα ειδικής υπηρεσίας/μονάδας Υγείας και Ασφάλειας που θα περιλαμβάνει εκτός από την Υπηρεσία Προστασίας και Πρόληψης (ΥΠΠ) των εργαζομένων του Νοσοκομείου, την Υπηρεσία αναγνώρισης, διάγνωσης, τεκμηρίωσης και αναγγελίας των επαγγελματικών ασθενειών αλλά και εργατικών ατυχημάτων, για την παραπομπή τους για αποζημίωση στο Φορέα Ασφάλισης του Επαγγελματικού Κινδύνου και την καταγραφή τους για στατιστικούς λόγους (βλ. Άξονα 4).

Δημιουργία ειδικής υπηρεσίας στους ασφαλιστικούς φορείς για τον έλεγχο των νοσημάτων που αναγνωρίζονται και αποζημιώνονται ως κοινά νοσήματα, για το ενδεχόμενο αναγνώρισής τους ως επαγγελματικής ασθένειας (βλ. Άξονα 4).

Δόμηση ενός αξιόπιστου συστήματος καταγραφής της επαγγελματικής νοσηρότητας (εργατικά ατυχήματα και επαγγελματικές ασθένειες) με παράλληλο επανασχεδιασμό των μεθόδων και διαδικασιών αναγγελίας, αναγνώρισης και καταγραφής των εργατικών ατυχημάτων στη βάση του κοινού ευρωπαϊκού προτύπου ESAW και των επαγγελματικών ασθενειών (στη βάση του κοινού ευρωπαϊκού προτύπου EODτης EUROSTAT (βλ. Άξονα 4).

Δημιουργία επιτελικής δομής συνεργασίας με το Υπουργείο Παιδείας για την πολυεπίπεδη ενσωμάτωση των αρχών υγείας και ασφάλειας στην εργασία σε κάθε πτυχή του εκπαιδευτικού έργου και σε κάθε βαθμίδα της εκπαίδευσης συμπεριλαμβανομένης της αρχικής επαγγελματικής και της δια βίου κατάρτισης (βλ. Άξονα 7).

Προώθηση της δημιουργίας ειδικού «Φορέα Ασφάλισης Επαγγελματικού Κινδύνου» με βασικό πόρο τη θεσμοθετημένη από το ν. 2084/1992 εισφορά επαγγελματικού κινδύνου 1% επί των αποδοχών των απασχολουμένων (που σήμερα εισπράττεται για μια σειρά υπόχρεων επιχειρήσεων από το ΙΚΑ) και με συνεκτίμηση τόσο των σχετικών μελετών που έχουν εκπονηθεί από το ΕΛΙΝΥΑΕ όσο και της κοινής πρότασης των εκπροσώπων επιστημονικών και συνδικαλιστικών φορέων (ΕΕΙΕΠ/ Ελληνική Εταιρία Ιατρικής Εργασίας και Περιβάλλοντος, ΕΕΧ/Ένωση Ελλήνων Χημικών, TEE/ Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδας, ΓΣΕΕ/Γενική Συνομοσπονδία Εργατών Ελλάδας, ΓΣΕΒΕΕ/Γενική Συνομοσπονδία Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδας), προς την Διαρκή Επιτροπή κρίσης για τα Βαρέα και Ανθυγιεινά Επαγγέλματα για την «άμεση δημιουργία κατά τα πρότυπα των χωρών της ΕΕ ενός ασφαλιστικού φορέα για την ασφάλιση του επαγγελματικού κινδύνου» (βλ. Άξονα 4).

Στόχος του φορέα αυτού θα είναι η προαγωγή της εργασιακής υγείας και ασφάλειας μέσω των διαδικασιών της πρόληψης υγείας και γενικότερα της δημόσιας υγείας, η ασφαλιστική κάλυψη των επαγγελματικών νοσημάτων και εργατικών ατυχημάτων (νοσήλια, ημέρες άδειας, αποκατάσταση, σύνταξη ή συμπληρωματική σύνταξη λόγω αλλαγής θέσης εργασίας ή επαγγέλματος) και η μείωση της οικονομικής επιβάρυνσης των Ασφαλιστικών Ταμείων.

Σημειώνεται ότι σήμερα τα ασφαλιστικά ταμεία πιέζονται ασφυκτικά από το τεράστιο κόστος της νοσηλείας, αποκατάστασης και συνταξιοδότησης της επαγγελματικής νοσηρότητας (η οποία δεν αναγνωρίζεται ως επαγγελματική αλλά ως κοινή νόσος και αποζημιώνεται από τα ασφαλιστικά ταμεία), Παράλληλα λοιπόν με την προαγωγή της εργασιακής υγείας και ασφάλειας μέσω της πρόληψης, η δημιουργία του συγκεκριμένου φορέα φορέα ασφάλισης του επαγγελματικού κινδύνου εκτιμάται ότι θα συμβάλλει και στη βιωσιμότητα των ασφαλιστικών ταμείων της χώρας μας.

• Σε επίπεδο μηχανισμών διασφάλισης της συμμόρφωσης με τη νομοθεσία ΥΑΕ

Ενίσχυση των υπηρεσιών Επιθεώρησης Ασφάλειας και Υγείας του Σ.ΕΠ.Ε. αναφορικά με την οργάνωση, στελέχωση και επιχειρησιακή λειτουργία, σύμφωνα και με τις επίσημα καταγεγραμμένες υποδείξεις τόσο από ευρωπαϊκούς θεσμούς (Επιτροπή Ανώτερων Επιθεωρητών Εργασίας, SLIC), όσο και από το Διεθνές Γραφείο Εργασίας (ILO).

Η πρόσφατη αποδυνάμωση της διοικητικής δομής του ΣΕΠΕ ενδέχεται να ενέχει σημαντικές επιπτώσεις στην αποτελεσματικότητα και στον αντίκτυπο του έργου του ΣΕΠΕ, στην ορθή χρήση του στελεχιακού του δυναμικού, στο λειτουργικό του κόστος, καθώς και στο επίπεδο εξυπηρέτησης των συναλλασσόμενων με το Σ.ΕΠ.Ε. πολιτών και επιχειρήσεων. Προκειμένου δε το ΣΕΠΕ να ανταποκρίνεται με τον καλύτερο τρόπο στις αρμοδιότητες του, λαμβάνοντας υπόψη και τις νέες καταστάσεις που έχουν ανακύψει στο εργασιακό πεδίο και οι οποίες σε κάθε περίπτωση έχουν σημαντικό αντίκτυπο και στα θέματα υγείας και ασφάλειας στην εργασία, απαιτείται τόσο ενίσχυση του ως προς τους ανθρώπινους και τους υλικούς πόρους (μέσα, εξοπλισμό, εκπαίδευση, ηλεκτρονικές υπηρεσίες, οικονομική στήριξη κ.λπ.) όσο και ουσιαστική οργανωτική ενδυνάμωση του σε εθνικό επίπεδο.

• Σε επίπεδο κοινωνικού διαλόγου

Αναβάθμιση και ανασυγκρότηση του Συμβουλίου Υγείας και Ασφάλειας των Εργαζομένων (ΣΥΑΕ), με στόχο να μην περιορίζεται στο ρόλο ενός τυπικού οργάνου διαβούλευσης αλλά να συμμετέχει ενεργά και ουσιαστικά στους τομείς της χάραξης, υλοποίησης, παρακολούθησης και αξιολόγησης πολιτικών για την ΥΑΕ, συνδυάζοντας τις απόψεις των επιστημονικών και των κοινωνικών φορέων.

Άξονας 2ος: Απλούστευση και βελτίωση του νομοθετικού πλαισίου για την ΥΑΕ.

Το εθνικό νομοθετικό πλαίσιο για την ΥΑΕ, απόλυτα εναρμονισμένο προς το αντίστοιχο ευρωπαϊκό, θα συνεχίσει να επικαιροποιείται και να συμπληρώνεται με πρόσθετα νομοθετήματα, σε αντιστοίχιση με τις νέες Κοινοτικές οδηγίες.

Επί πλέον, θα κυρωθούν Διεθνείς Συμβάσεις Εργασίας, (π.χ. για τη γεωργία, το πλαίσιο προαγωγής της ΥΑΕ-Δ.Σ.Ε. No 187, για την ασφάλεια, την υγεία των εργαζομένων και το περιβάλλον Δ.Σ.Ε. No 155 κ.α.) λαμβάνοντας υπόψη σχετικές προτροπές της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (ILO) καθώς και σχετικά αιτήματα άλλων κρατικών υπηρεσιών ή φορέων και αφού εξετασθεί η δυνατότητα κύρωσης τους σύμφωνα με τα ισχύοντα στο εθνικό δίκαιο ή πρώτα πραγματοποιηθούν οι αναγκαίες τροποποιήσεις στο εθνικό δίκαιο που θα επιτρέψουν στη συνέχεια την κύρωση των συγκεκριμένων διεθνών συμβάσεων.

Πέραν των παραπάνω, προωθείται η βελτίωση, επικαιροποίηση και τροποποίηση της ήδη υπάρχουσας νομοθεσίας για την ΥΑΕ, λαμβάνοντας υπόψη τις νέες μορφές εργασίας, την εξέλιξη της τεχνολογίας, τις δημογραφικές εξελίξεις, τους νέους και αναδυόμενους κινδύνους και την ανάγκη για στήριξη των επιχειρήσεων και ιδιαίτερα των μικρομεσαίων και των πολύ μικρών επιχειρήσεων στο σημερινό οικονομικό περιβάλλον. Βασικός στόχος είναι η ενίσχυση της πρόληψης των εργατικών ατυχημάτων, των επαγγελματικών ασθενειών και των ασθενειών που σχετίζονται με την εργασία.

Παράλληλα επιδιώκεται η ενσωμάτωση των βασικών αρχών ΥΑΕ στην καθημερινή λειτουργία των επιχειρήσεων καθώς και στις άλλες εφαρμοζόμενες πολιτικές (π.χ. για τη διαχείριση του ανθρώπινου δυναμικού, τη διασφάλιση της ποιότητας ή την προστασία του περιβάλλοντος), ώστε να ενισχυθούν τόσο η βιωσιμότητα όσο και η αποδοτικότητα σε επίπεδο επιχείρησης αλλά και σε κλαδικό επίπεδο.

Η υπάρχουσα νομοθεσία είναι αναγκαίο να επικαιροποιηθεί και να συμπληρωθεί με νέες νομοθετικές ρυθμίσεις που θα περιλαμβάνουν σειρά στοχευμένων μεταρρυθμίσεων στο πεδίο της ΥΑΕ (π.χ. αναπροσαρμογή των ειδικοτήτων ΤΑ, αναβάθμιση του ρόλου των Τ.Α. και των I.E., ενίσχυση της συμμετοχής των εργαζόμενων κ.α.).

Παράλληλα κρίνεται απαραίτητη η άμεση ολοκλήρωση της διαδικασίας κωδικοποίησης της νομοθεσίας (των κανονιστικών πράξεων που δεν περιλαμβάνονται στον κώδικα νόμων για την Υγεία και Ασφάλεια στην Εργασία, ν. 3850/2010) με κατάρτιση ενιαίων κειμένων, ως ένα από τα βασικότερα εργαλεία ενίσχυσης του βαθμού πρόσβασης και εφαρμοσιμότητάς της.

Άξονας 3ος: Ενίσχυση εφαρμογής της νομοθεσίας για την ΥΑΕ.

Η καλύτερη εφαρμογή της νομοθεσίας για την ΥΑΕ εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την αποτελεσματική διεξαγωγή επιθεωρήσεων από τις αρμόδιες υπηρεσίες στους χώρους εργασίας. Η ανάδυση νέων επαγγελματικών κινδύνων που σχετίζονται με την ανάπτυξη νέων τεχνολογιών και την εμφάνιση νέων μορφών οργάνωσης της εργασίας, καθιστά επιτακτική την ανάγκη για επιμόρφωση των επιθεωρητών εργασίας στα συγκεκριμένα ζητήματα. Σε αυτό το πλαίσιο, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κρίνει απαραίτητη την αξιοποίηση από τα κράτη μέλη των προγραμμάτων χρηματοδότησης της ΕΕ καθώς και της ανταλλαγής καλών πρακτικών μεταξύ των Επιθεωρήσεων Εργασίας σε επίπεδο ΕΕ.

Επιπλέον, κρίνεται σκόπιμη η επανεξέταση της αποτελεσματικότητας των υφιστάμενων κυρώσεων που επιβάλλονται από τα κράτη μέλη και η αναζήτηση νέων μέτρων και εναλλακτικών τρόπων παρακολούθησης και ενίσχυσης της συμμόρφωσης των εργοδοτών (π.χ. μέσω της παροχής οικονομικών ή άλλων κινήτρων ή της βελτίωσης της παρεχόμενης πληροφόρησης και εκπαίδευσης προς τους εργοδότες).

Οι υπηρεσίες του Υπουργείου Εργασίας έχουν επισημάνει επανειλημμένα το αναμφισβήτητο έλλειμμα εφαρμογής των διατάξεων υγείας και ασφάλειας στην εργασία στον Δημόσιο τομέα, με τις συνακόλουθες αρνητικές κριτικές σε εθνικό και κοινοτικό επίπεδο αλλά και τις ουσιαστικές αρνητικές επιπτώσεις όσον αφορά στην αποτελεσματική διαχείριση της προστασίας των εργαζομένων σε υπηρεσίες, φορείς και οργανισμούς του στενού και του ευρύτερου Δημόσιου τομέα. Κρίνεται επομένως αναγκαίο να δρομολογηθούν ενέργειες για την προαγωγή των θεμάτων ΥΑΕ και την πλήρη εφαρμογή και στο Δημόσιο τομέα (Υπουργεία, Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης, Ένοπλες Δυνάμεις, Νοσοκομεία, Σχολικές Μονάδες, κ.λπ.) της υφιστάμενης νομοθεσίας για την ΥΑΕ.

Σε αυτό το πλαίσιο, πρέπει άμεσα να δημιουργηθεί σε κάθε Υπουργείο -με πρότυπο το Υπουργείο Εργασίας-και σε κάθε Ν.Π.Δ.Δ. και ΟΤΑ, οργανωμένη εσωτερική δομή για την παροχή υπηρεσιών προστασίας και πρόληψης όσον αφορά στην ΥΑΕ, με σχετική απόφαση του αρμόδιου για όλο τ